Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἡ μετὰ τῶν φίλων ς

  • 1 συνεδρεία

    A sitting as σύνεδροι or in conference, session, meeting, Aeschin.3.93,94, SIG330.34 (Ilium, iv B.C.), PFrankf.7v.14 (iii B.C.), PTeb.43.30, 61 (b). 223, 72.155, 171 (ii B.C.); ἀποχωροῦντα ἀπὸ τῆς ς. withdrawing from the circle of friends, X.Mem.4.2.3; ἡ μετὰ τῶν φίλων ς. his conference with his friends, Plb.18.54.2;

    παρακληθεὶς ἐπὶ συνεδρείαν Phld.Vit. p.31

    J.; coupled with συμβουλή, Vit.Philonid.p.10 C.; sitting of the Roman Senate, D.C.55.3.
    II tenure of office of σύνεδρος, OGI504.7, 507.11 (Aezani, ii A.D.).
    III v. συνεδρία. (Written - ία in X. and Aeschin. Il. cc., SIG l.c. (gen. pl. - ιων), Phld.Rh.1.378 S., but - εία in other Pap. from iii B.C., also OGIll. cc. and codd. of Plb. and D.C. ll.cc.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνεδρεία

  • 2 σύν

    σύν [pron. full] [ῠ], old [dialect] Att. [full] ξύν; [dialect] Boeot. [full] σούν IG7.3171.39 (Orchom. [dialect] Boeot., iii B.C.): Prep. with dat. (rarely c. gen., σ. τῶν ἐν αὺτῷ νεκρῶν Mitteis Chr.129.23 (ii B.C.);
    A

    σ. ἡρώων IPE2.383

    ([place name] Phanagoria); σ. γυναικός ib.301 ([place name] Panticapaeum), cf. Ostr.240.5 (ii A.D.), PLond.1.113 iv 19 (vi A.D.)):—with. The form ξύν rarely occurs in Hom., though it is not rare in compds. even when not required by the metre, as in ξυνέαξα, ξυνοχῇσιν, ξύμβλητο, ξύμπαντα; Hes. also uses ξύμπας, ξυνιέναι; in [dialect] Ion. verse we find

    ξύν Thgn.1063

    (but

    σύν Id.50

    ), Sol. 19.3 (perh. old Attic), but

    σύν Archil.4

    , cf. ξυνωνίη, συνίημι; in early [dialect] Ion. Prose (including Inscrr., cf. SIG1.2 (Abu Simbel, vi B.C.), 167.37 (Mylasa, iv B.C.), etc.) ξύν is only found in

    ξυνίημι Heraclit.51

    , Democr.95 (cf. ἀξύνετος, ἀξυνεσίη, ξύνεσις), and in the phrase ξὺν νῷ ( νόῳ codd.) Heraclit.114, Democr.35; Hdt. has only σύν, and in codd. Hp. ξύν has weaker authority than σύν (i p.cxxv Kuehlewein); in the late Ionic of Aret., ξύν prevails over σύν; in [dialect] Aeol. and [dialect] Dor. it is rare,

    ξυνοίκην Sapph.75

    ;

    ξυναλίαξε Ar.Lys.93

    ; elsewh. [dialect] Dor. σύν, Leg.Gort. 5.6, IG9(1).334.47 ([dialect] Locr., v B.C.), etc.; but in old [dialect] Att. Inscrr. ξύν is the only form up to 500 B.C.; σύν appears in v B.C. and becomes usual towards the end; after 378 B.C. ξύν survives only in the formula γνώμην δὲ ξυμβάλλεσθαι κτλ.; the phrase ξὺν νῷ is found in Ar.Nu. 580, Pl.Cri. 48c, Men. 88b, R. 619b (

    σὺν E.Or. 909

    ); otherwise, of [dialect] Att. Prose writers Th. alone uses the preposition ξύν, Antipho and Lysias have ξυν- a few times in compds.; codd. Pl. have both ξυν- (Lg. 930a, al.) and συν-; in Antipho Soph.Oxy.1364, Aristox., Arr., Ael., and Anon.Rhythm. ξυν- is very freq.; in Trag. both forms occur. The Prep. σύν gradually gave way to μετά with gen., so that whereas A. has 67 examples of σύν to 8 of μετά with gen., the proportions in Th. are 400 of μετά to 37 of σύν, in D. 346 of μετά to 15 of σύν, and in Arist. 300 of μετά to 8 of σύν: for these and other statistics see C. J. T. Mommsen, Beiträge zur Lehre von den griechischen Präpositionen (Frankfurt 1886-95): in [dialect] Att. Prose and Com. σύν is restricted for the most part to signf. 8, 9 and a few phrases, such as σὺν θεῷ, σὺν (τοῖς) ὅπλοις; Xenophon uses it freely, having 556 examples to 275 of μετά; in Pap., NT, and later Prose its use is much less restricted (v. infr.).
    1 in company with, together with,

    δεῦρό ποτ' ἤλυθε.. σ. Μενελάῳ Il.3.206

    ;

    ξ. παιδὶ.. πύργῳ ἐφεστήκει 6.372

    ;

    σ. τοῖσδε ὑπέκφυγον Od.9.286

    ;

    καταφθίσθαι σ. ἐκείνῳ 2.183

    ;

    ἀπελαύνειν σ. τῷ στρατῷ Hdt.8.101

    ;

    ἐπαιδεύετο σ. τῷ ἀδελφῷ X.An.1.9.2

    ;

    σ. αὐτῷ σταυροῦσι δύο λῃστάς Ev.Marc.15.27

    ;

    οὐδένα ἔχω σ. ἐμοί PSI10.1161.12

    (iv A.D.).
    2 with collat. notion of help or aid, σ. θεῷ with God's help or blessing, as God wills, Il.9.49;

    σ. σοί, πότνα θεά Od.13.391

    ;

    πέμψον δέ με σ. γε θεοῖσιν Il.24.430

    , cf. 15.26;

    σ. θεῷ φυτευθεὶς ὄλβος Pi.N.8.17

    ; σ. θεῷ εἰρημένον spoken as by inspiration, Hdt.1.86;

    σ. θεῷ δ' εἰρήσεται Ar.Pl. 114

    ;

    σ. θεῷ εἰπεῖν Pl.Tht. 151b

    , Prt. 317b;

    ξ. θεοῖς Th.1.86

    ; so σ. δαίμονι, σ. Ἀθήνῃ καὶ Διί, Il.11.792, 20.192;

    σ. Χαρίτεσσιν Pi.N.9.54

    , cf. P.9.2;

    ξ. τῷ θεῷ πᾶς καὶ γελᾷ κὠδύρεται S.Aj. 383

    ; also θεοῦ σ. παλάμᾳ, σ. θεοῦ τύχᾳ, Pi.O.10(11).21, N.6.24: generally, of personal cooperation, σ. σοὶ φραζέσθω let him consult with you, Il.9.346;

    λοχησάμενος σ. ἑταίρῳ Od.13.268

    ; ξ. τῇ βουλῇ in consultation with the Council, IG12.63.17; σ. τινὶ μάχεσθαι fight at his side, X.Cyr.5.3.5, cf. HG4.1.34; σ. τινὶ εἶναι or γίγνεσθαι to be with another, i.e.on his side, of his party, Id.An.3.1.21, Smp.5.10; οἱ σ. αὐτῷ his friends, followers, Id.An.1.2.15, cf. Act.Ap.14.4, etc.
    3 furnished with, endued with,

    σ. μεγάλῃ ἀρετῇ ἐκτήσω ἄκοιτιν Od.24.193

    ;

    πόλιν θεοδμάτῳ σ. ἐλευθερίᾳ ἔκτισσε Pi.P.1.61

    .
    4 of things that belong, or are attached, to a person, σ. νηΐ or σ. νηυσί, i.e. on board ship, Il.1.389, 179, etc.; σ. νηυσὶν ἀλαπάξαι, opp. πεζός, 9.328 (so in Prose,

    σ. ναυσὶ προσπλεῖν X.HG2.2.7

    , etc.);

    σ. ἵπποισιν καὶ ὄχεσφιν Il.5.219

    ; esp. of arms,

    μιν κατέκηε σ. ἔντεσι 6.418

    ;

    στῆ δ' εὐρὰξ σ. δουρί 15.541

    ; ἀντιβίην or ἀντίβιον σ. ἔντεσι or σ. τεύχεσι πειρηθῆναι, 5.220, 11.386;

    σ. ἔντεσι μάρνασθαι 13.719

    ;

    σκῆπτρον, σ. τῷ ἔβη 2.47

    ; ἄγγελος ἦλθε.. σ. ἀγγελίῃ ib. 787; ς. (or ξ.)

    ὅπλοις Th.2.2

    , al., Pl.Lg. 947c, Aen.Tact.17.1; ς. (or ξ.)

    τοῖς ὅπλοις Th.2.90

    , 4.14, Hell.Oxy. 10.1, Pl.Lg. 763a, Aen.Tact.11.8;

    σ. ἐγχειριδίοις Hell.Oxy.10.2

    ;

    ξ. ξιφιδίῳ καὶ θώρακι Th.3.22

    ;

    ξ. ἑνὶ ἱματίῳ Id.2.70

    ; in some such cases ς. is little more than expletive, as σ. τεύχεσι θωρηχθέντες ll.8.530, etc.: with αὐτός (cf.

    αὐτός 1.5

    ), chiefly in Hom.,

    ἀνόρουσεν αὐτῇ σ. φόρμιγγι Il.9.194

    , cf. 14.498;

    αὐτῷ σ. τε λίνῳ καὶ ῥήγεϊ Od.13.118

    .
    5 of things accompanying, or of concurrent circumstances,

    ἄνεμος σ. λαίλαπι Il.17.57

    , cf. Od.12.408; of coincidence in time,

    ἄκρᾳ σ. ἑσπέρᾳ Pi.P.11.10

    ; καιρῷ σ. ἀτρεκεῖ ib.8.7;

    σ. τῷ Χρόνῳ προϊόντι X.Cyr.8.7.6

    ; in the course of,

    κείνῳ σ. ἄματι B.10.23

    , cf. 125, Pi.Fr. 123.
    6 of necessary connexion or consequence, σὺν μεγάλῳ ἀποτεῖσαι to pay with a great loss, i.e. suffer greatly, Il.4.161; δημοσίῳ σ. κακῷ with loss to the public, Thgn.50; σ. τῷ σῷ ἀγαθῷ to your advantage, X.Cyr.3.1.15; ὤλοντο.. σὺν μιάς ματι with pollution, S.Ant. 172; to denote agreement, in accordance with,

    σ. τῷ δικαίῳ καὶ καλῷ X.An.2.6.18

    ;

    σ. δίκᾳ Pi.P.9.96

    ;

    σ. κόσμῳ Hdt.8.86

    , Arist.Mu. 398b23;

    σ. τάχει S.El. 872

    , etc.
    7 of the instrument or means, with the help of, by means of,

    σ. ἐλαίῳ φαρμακώσαισα Pi.P.4.221

    ;

    διήλλαχθε σ. σιδάρῳ A.Th. 885

    (lyr.);

    πλοῦτον ἐκτήσω ξ. αἰχμῇ Id.Pers. 755

    (troch.);

    ἡ [τῶν φίλων] κτῆσίς ἐστιν οὐδαμῶς σ. τῇ βίᾳ X.Cyr.8.7.13

    ;

    ξ. ἐπαίνῳ Th.1.84

    .
    8 including,

    κεφάλαιον σ. ἐπωνίοις IG12.329.5

    , cf. 22.1388.85, 1407.12, al.;

    τοῦ Πειραιῶς ξ. Μουνυχίᾳ Th.2.13

    , cf. 4.124, 5.26, 74, 7.42, 8.90, 95; δισχίλιαι γάρ εἰσι (sc. δραχμαὶ)

    σ. ταῖς Νικίου Ar.Fr. 100

    ;

    ἀνήλωσα σ. τῇ τῆς σκευῆς ἀναθέσει ἑκκαίδεκα μνᾶς Lys.21.4

    , cf. 2;

    αἶγας ἀπέδοτο σ. τῷ αἰπόλῳ τριῶν καὶ δέκα μνῶν Is.6.33

    , cf. 8.8,35, 11.42,46, Aeschin. 2.162, D.19.155, 27.23,al., Arist.HA 525b15,17, Ath.19.6, Hipparch. 1.1.9, al., PSI10.1124.14 (ii A.D.).
    9 excluding, apart from, plus, ἓξ ἐμοὶ σ. ἑβδόμῳ six with (but not including) me the seventh, A. Th. 283;

    αἱ γὰρ καμπαὶ τέτταρες, ἢ δύο σ. τοῖς πτερυγίοις Arist.HA 490a32

    ;

    σ. τοῖς ἀρχαίοις τὸν οἶκον ἐκ τῶν προσόδων μείζω ποιῆσαι D. 27.61

    ;

    τὴν ἐφαπτίδα σ. τῇ σακκοπήρᾳ ἐν ᾗ ἐνῆν

    together with..,

    PEnteux.32.7

    , cf. 89.9 (iii B.C.);

    οἱ γραμματεῖς σ. τοῖς πρεσβυτέροις Ev.Luc.20.1

    , cf. Ep.Gal.5.24.
    B POSITION:— σύν sts. follows its case, Il.10.19, Od.9.332, 15.410. It freq. stands between Adj. and Subst., as Od.11.359, Il.9.194, etc.; more rarely between Subst. and Adj., Od.13.258, Pi.P. 8.7.
    2 freq. in tmesis in Hom., as Il.23.687, Od.14.296, etc.
    3 in late Gr. σὺν καὶ c. dat.,

    στεφανηφορήσας σ. καὶ Αὐρ. Ἰάσονι IG12(7).259

    (Amorgos, iii A.D.), cf. Supp.Epigr.4.535 (Ephesus, ii/iii A.D.), Rev.Phil.50.11 (Sardis, i/iii A.D.), CPR26.16 (ii A.D.); cf. infr. c. 2.
    C σύν AS ADV., together, at once,

    κενεὰς σ. Χεῖρας ἔχοντες Od.10.42

    ; mostly folld. by δέ or τε

    , σ. δὲ πτερὰ πυκνὰ λίασθεν Il.23.879

    ;

    σ. τε δύ' ἐρχομένω 10.224

    (cf. σύνδυο)

    ; ξ. τε διπλοῖ βασιλῆς S.Aj. 960

    (lyr.). It is sts. hard to distinguish this from tmesis, e.g. in Il.23.879; so ξὺν κακῶς ποιεῖν is = Ξυγκακοποιεῖν in Th.3.13. In Old Testament Gr. it is sts. used to translate the Hebr. 'ēth (particle prefixed to the definite accus.) through confusion with the Prep. 'ēth 'with',

    ἐμίσησα σὺν τὴν ζωήν LXXEc.2.17

    ; οὐκ ἐμνήσθη σ. τοῦ ἀνδρός ib.9.15;

    ἔκτισεν ὁ θεὸς σὺν τὸν οὐρανὸν καὶ σὺν τὴν γῆν Aq.Ge.1.1

    , etc.
    2 besides, also,

    σ. δὲ πλουτίζειν ἐμέ A.Ag. 586

    ;

    σ. δ' αὔτως ἐγώ S.Ant. 85

    , etc.;

    σ. δ' ἐγὼ παρών Id.Aj. 1288

    , cf. El. 299;

    Δίρκα τε.. σ. τ' Ἀσωπιάδες κόραι E.HF 785

    (lyr.); in later Poetry

    σ. καί A.R.1.74

    , Herod.4.3, Nic.Th.8, D.P.843 (also in late Prose, Ath.2.49a; cf. supr. B. 3).
    I with, along with, together, at the same time, hence of any kind of union, connexion, or participation in a thing, and metaph. of agreement or unity. In Compos. with a trans. Verb σύν may refer to the Object as well as the Subject, as συγκατακτείνειν may mean kill one person as well as another, or, join with another in killing.
    2 of the completion of an action, altogether, completely, as in

    συνάγνυμι, συνασκέω 2

    , συνθρύπτω, συγκόπτω, συμπατέω, συμπληρόω, συντελέω, συντέμνω; sts., therefore, it seems only to strengthen the force of the simple word.
    3 joined with numerals, σύνδυο two together, which sense often becomes distributive, by twos, two and two; so σύντρεις, σύμπεντε, etc., like Lat. bini, terni, etc.
    II σύν in Compos., before β μ π φ ψ, becomes συμ-; before γ κ ξ Χ, συγ-; before λ συλ-; before ς usu. συς-; but becomes συ- before ς followed by a conson. (e.g. συστῆναι), before ζ, and perh. sts. before ξ. In a poet. passage, ap.Pl.Phdr. 237a, we have ξύμ alone in tmesi, ξύμ μοι λάβεσθε for συλλάβεσθέ μοι; cf.

    ὅτε ξὺμ πρῶτ' ἐφύοντο Emp.95

    : in Inscrr. and Papyri these assimilations are freq. not found.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύν

  • 3 πρῶτος

    πρῶτος, η, ον (Hom.+; loanw. in rabb.).
    pert. to being first in a sequence, inclusive of time, set (number), or space, first of several, but also when only two persons or things are involved (=πρότερος; exx. in Hdb. on J 1:15; Rdm.2 71f; Thackeray 183; s. also Mlt. 79; 245; B-D-F §62; Rob. 516; 662; and s. Mt 21:31 v.l.).
    of time first, earliest, earlier
    α. as adj. ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρας ἄχρι τοῦ νῦν Phil 1:5; cp. Ac 20:18 (on the absence of the art. [also Phil 1:5 v.l.] s. B-D-F §256; Rob. 793). ἡ πρώτη ἀπολογία 2 Ti 4:16 (MMeinertz, Worauf bezieht sich die πρώτη ἀπολογία 2 Ti 4:16?: Biblica 4, 1923, 390–94). ἡ πρ. διαθήκη Hb 9:15. τὰ πρῶτα ἔργα Rv 2:5. ἡ ἀνάστασις ἡ πρώτη 20:5f. ἡ πρώτη ὅρασις Hv 3, 10, 3; 3, 11, 2; 4. ἡ ἐκκλησία ἡ πρ. 2 Cl 14:1.—Subst. τὰ πρ. … τὰ ἔσχατα (Job 8:7): γίνεται τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων Mt 12:45; cp. Lk 11:26; 2 Pt 2:20; Hv 1, 4, 2. οἱ πρῶτοι (those who came earlier, as Artem. 2, 9 p. 93, 19 those who appeared earlier) Mt 20:10; cp. vs. 8. ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων 21:36. Cp. 27:64. πρῶτος ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν the first to rise from the dead Ac 26:23. ὁ πρῶτος the first one J 5:4; 1 Cor 14:30. On the self-designation of the Risen Lord ὁ πρ. καὶ ὁ ἔσχατος Rv 1:17; 2:8; 22:13; s. ἔσχατος 2b (πρ. of God: Is 44:6; 48:12).—As a predicate adj., where an adv. can be used in English (ParJer 1:8 εἰ μὴ ἐγὼ πρῶτος ἀνοίξω τὰς πύλας; B-D-F §243; Rob. 657), as the first one = first ἦλθεν πρῶτος he was the first one to come = he came first J 20:4; cp. vs. 8. πρῶτος Μωϋσῆς λέγει Ro 10:19. Ἀβραὰμ πρῶτος περιτομὴν δούς Abraham was the first to practice circumcision B 9:7. οἱ ἄγγελοι οἱ πρῶτοι κτισθέντες the angels who were created first Hv 3, 4, 1; Hs 5, 5, 3.—1 Ti 2:13; 1J 4:19; AcPlCor 2:9.—ἐν ἐμοὶ πρώτῳ in me as the first 1 Ti 1:16.—Used w. a gen. of comparison (Ocelus Luc. 3 ἐκεῖνο πρῶτον τοῦ παντός ἐστιν=prior to the All; Manetho 1, 329; Athen. 14, 28 p. 630c codd.) πρῶτός μου ἦν he was earlier than I = before me J 1:15, 30 (PGM 13, 543 σοῦ πρῶτός εἰμι.—Also Ep. 12 of Apollonius of Tyana: Philostrat. I p. 348, 30 τὸ τῇ τάξει δεύτερον οὐδέποτε τῇ φύσει πρῶτον). So perh. also ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν 15:18 (s. β below) and πάντων πρώτη ἐκτίσθη Hv 2, 4, 1.—As a rule the later element is of the same general nature as the one that precedes it. But it can also be someth. quite different, even its exact opposite: τὴν πρώτην πίστιν ἠθέτησαν 1 Ti 5:12. τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην ἀφῆκες Rv 2:4.—Used elliptically ἡ πρώτη (i.e. ἡμέρα sim. Polyb. 5, 19, 1; 18, 27, 2 τῇ πρώτῃ) τῶν ἀζύμων Mt 26:17. πρώτῃ σαββάτου on the first day of the week Mk 16:9. In some of the passages mentioned above the idea of sequence could be predom.
    β. the neuter πρῶτον as adv., of time first, in the first place, before, earlier, to begin with (Peripl. Eryth. 4; Chariton 8, 2, 4; ApcEsdr 3:11; Just., D. 2, 4) πρῶτον πάντων first of all Hv 5:5a. ἐπίτρεψόν μοι πρῶτον ἀπελθεῖν καὶ θάψαι let me first go and bury Mt 8:21. συλλέξατε πρῶτον τὰ ζιζάνια gather the weeds first 13:30. Cp. 17:10, 11 v.l.; Mk 7:27; 9:11f; 13:10; Lk 9:59, 61; 12:1 ( first Jesus speaks to his disciples, and only then [vs. 15] to the people. If one prefers to take πρ. w. what follows, as is poss., it has mng. 2a); 14:28, 31; J 7:51; 18:13; Ac 26:20; Ro 15:24 al. in NT; B 15:7; Hv 3, 1, 8; 3, 6, 7; 3, 8, 11; 5:5b. τότε πρῶτον then for the first time Ac 11:26 D. πρῶτον … καὶ τότε first … and then (Sir 11:7; Jos., Ant. 13, 187) Mt 5:24; 7:5; 12:29; Mk 3:27; Lk 6:42; IEph 7:2. τότε is correlative w. πρῶτον without καί J 2:10 v.l. Likew. πρῶτον … εἶτα (εἶτεν) first … then (Just., D. 33, 2 al.; s. εἶτα 1) Mk 4:28; 1 Ti 3:10; B 6:17. πρῶτον … ἔπειτα (ἔπειτα 2) 1 Cor 15:46; 1 Th 4:16. πρῶτον … μετὰ ταῦτα Mk 16:9, s. vs. 12. πρῶτον … εἶτα … μετὰ ταῦτα 1 Cl 23:4; 2 Cl 11:3 (in both cases the same prophetic saying of unknown origin). πρῶτον … ἐν τῷ δευτέρῳ Ac 7:12.—Pleonastically πρῶτον πρὸ τοῦ ἀρίστου Lk 11:38.—W. gen. (Chariton 5, 4, 9 cod. πρῶτον τ. λόγων=before it comes to words) ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν it hated me before ( it hated) you J 15:18 (but s. 1aα).—W. the art. τὸ πρῶτον (Hom. et al.; Jos., Ant. 8, 402; 14, 205) the first time J 10:40; 19:39; at first (Diod S 1, 85, 2; Jos., Ant. 2, 340) 12:16; 2 Cl 9:5. τὰ πρῶτα (Hom. et al.; Appian, Syr. 15 §64; Ps.-Phoc. 8) the first time, at first MPol 8:2.
    of number or sequence (the area within which this sense is valid cannot be marked off w. certainty from the area 1aα)
    α. as adj. Mt 21:28; 22:25; Mk 12:20; Lk 14:18; 16:5; 19:16; 20:29; J 19:32; Ac 12:10; 13:33 v.l.; Rv 4:7; 8:7; 21:19; Hs 9, 1, 5. τὸ πρῶτον … τὸ δεύτερον (Alex. Aphr., An. p. 28, 9 Br.) Hb 10:9. On πρώτης τῆς μερίδος Μακεδονίας πόλις Ac 16:12 s. μερίς 1 and RAscough, NTS 44, ’98, 93–103.—Since πρῶτος can stand for πρότερος (s. 1 at beg.; also Mlt-Turner 32), it by no means follows from τὸν μὲν πρῶτον λόγον Ac 1:1 that the writer of Luke and of Ac must have planned to write a third book (Zahn, NKZ 28, 1917, 373ff, Comm. 1919, 16ff holds that he planned to write a third volume; against this view s. EGoodspeed, Introd. to the NT ’37, 189; Haenchen, et al.—Athenaeus 15, 701c mentions the first of Clearchus’ two books on proverbs with the words ἐν τῷ προτέρῳ περὶ παροιμιῶν, but 10, 457c with ἐν τῷ πρώτῳ περὶ παροιμιῶν. Diod S 1, 42, 1 the first half of a two-part work is called ἡ πρώτη βίβλος and 3, 1, 1 mentions a division into πρώτη and δευτέρα βίβ. In 13, 103, 3 the designation for the first of two works varies between ἡ πρώτη σύνταξις and ἡ προτέρα ς. See Haenchen on Ac 1:1).—πρῶτος is also used without any thought that the series must continue: τὸν πρῶτον ἰχθύν the very first fish Mt 17:27. αὕτη ἀπογραφὴ πρώτη ἐγένετο Lk 2:2, likewise, does not look forward in the direction of additional censuses, but back to a time when there were none at all (Ael. Aristid. 13 p. 227 D. παράκλησις αὕτη [=challenge to a sea-fight] πρώτη ἐγένετο; for interpolation theory s. JWinandy, RB 104, ’97, 372–77; cp. BPearson, CBQ, ’99, 262--82).—τὰ τείχη τὰ πρῶτα Hs 8, 6, 6 does not contrast the ‘first walls’ w. other walls; rather it distinguishes the only walls in the picture (Hs 8, 7, 3; 8, 8, 3) as one edifice, from the tower as the other edifice.
    β. adv., the neuter πρῶτον of sequence in enumerations (not always clearly distinguished fr. sense 1aβ) first πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον … 1 Cor 12:28 (Mitt-Wilck. I/2, 20 II, 10ff [II A.D.] τὸ πρ. … τὸ δεύτερον … τὸ τρίτον. Without the art. 480, 12ff [II A.D.]; Diod S 36, 7, 3; Tat. 40, 1). See Hb 7:2; Js 3:17.—Not infrequently Paul begins w. πρῶτον μέν without continuing the series, at least in form (B-D-F §447, 4; Rob. 1152. For πρ. without continuation s. Plat., Ep. 7, 337b, Plut., Mor. 87b; Jos., Ant. 1, 182; Ath. 27, 1 πρῶτα μέν) Ro 1:8; 3:2; 1 Cor 11:18. S. also 2 Cl 3:1.
    of space outer, anterior σκηνὴ ἡ πρώτη the outer tent, i.e. the holy place Hb 9:2; cp. vss. 6, 8.
    pert. to prominence, first, foremost, most important, most prominent
    adj.
    α. of things (Ocellus [II B.C.] 56 Harder [1926] πρώτη κ. μεγίστη φυλακή; Ael. Aristid. 23, 43 K.=42 p. 783 D.: πόλεις; Ezk 27:22; PsSol 17:43; χρυσίον τὸ πρῶτον τίμιον; JosAs 15:10) ἡ μεγάλη καὶ πρώτη ἐντολή Mt 22:38; cp. Mk 12:29. ἐντολὴ πρώτη πάντων vs. 28 (OLehmann, TU 73, ’59, 557–61 [rabb.]; CBurchard, ZNW 61, ’70, cites JosAs 15:10; 18:5). Without superl. force ἐντολὴ πρώτη ἐν ἐπαγγελίᾳ a commandment of great importance, with a promise attached Eph 6:2 (the usual transl. ‘first commandment w. a promise’ [NRSV, REB et al.] loses sight of the fact that Ex 20:4–6=Dt 5:8–10 has an implied promise of the same kind as the one in Ex 20:12=Dt 5:16. πρ. here is best taken in the same sense as in Mk 12:29 above). στολὴν τὴν πρώτην the special robe Lk 15:22 (JosAs 15:10).—ἐν πρώτοις among the first = most important things, i.e. as of first importance 1 Cor 15:3 (Pla., Pol. 522c ὸ̔ καὶ παντὶ ἐν πρώτοις ἀνάγκη μανθάνειν; Epict., Ench. 20; Mitt-Wilck I/2, 14 II, 9 ἐν πρώτοις ἐρωτῶ σε; Josh 9:2d).
    β. of persons (Dio Chrys. 19 [36], 35 πρ. καὶ μέγιστος θεός; TestAbr B 4 p. 108, 18 [Stone p. 64]; ApcSed 5:2; Jos., Ant. 15, 398; Just., A I, 60, 5 al. τὸν πρῶτον θεόν) ὸ̔ς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος whoever wishes to be the first among you Mt 20:27; Mk 10:44; cp. 9:35. πρῶτος Σίμων Mt 10:2 is not meant to indicate the position of Simon in the list, since no other numbers follow, but to single him out as the most prominent of the twelve. W. gen. ὧν (=τῶν ἁμαρτωλῶν) πρῶτός εἰμι 1 Ti 1:15. Pl. (οἱ) πρῶτοι in contrast to (οἱ) ἔσχατοι Mt 19:30; 20:16; Mk 9:35; 10:31; Lk 13:30; Ox 654, 25f (cp. GTh 4; sim. Sallust. 9 p. 16, 21f τοῖς ἐσχάτοις … τοῖς πρώτοις; s. ἔσχατος 2).—αἱ πρώται prominent women (in the phrase γυναικῶν τε τῶν πρώτων οὐκ ὀλίγαι) Ac 17:4 (s. New Docs 1, 72). οἱ πρῶτοι the most prominent men, the leading men w. gen. of place (Jos., Ant. 7, 230 τῆς χώρας) οἱ πρ. τῆς Γαλιλαίας Mk 6:21; cp. Ac 13:50 (in phrasing sim. to πολλὰς μὲν γυναῖκας εὐγενεῖς καὶ τῶν πρώτων ἀνδρῶν ἤισχυναν=‘they dishonored many well-born women as well as men of high station’ Theopomp.: 115 Fgm. 121 Jac. p. 563, 33f), or of a group (Strabo 13, 2, 3 οἱ πρ. τῶν φίλων; Jos., Ant. 20, 180) οἱ πρ. τοῦ λαοῦ (Jos., Ant. 11, 141) Lk 19:47; cp. Ac 25:2; 28:17. On ὁ πρῶτος τῆς νήσου vs. 7 (πρῶτος Μελιταίων IGR I, 512=IG XIV, 601; cp. CB I/2, 642 no. 535 ὁ πρῶτος ἐν τῇ πόλει; p. 660 no. 616; SEG XLI, 1345, 14f; cp. CIL X, 7495, 1; s. Hemer, Acts 153, n. 152; Warnecke, Romfahrt 119ff) s. Πόπλιος.
    adv. πρῶτον of degree in the first place, above all, especially (Jos., Ant. 10, 213) ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν Mt 6:33. Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι Ro 1:16; cp. 2:9f.—Ac 3:26; 2 Pt 1:20; 3:3. Of the Macedonian Christians ἑαυτοὺς ἔδωκαν πρῶτον τῷ κυρίῳ καὶ ἡμῖν they gave themselves first of all to the Lord, and (then) to us 2 Cor 8:5. παρακαλῶ πρῶτον πάντων first of all I urge 1 Ti 2:1.—B. 939. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πρῶτος

  • 4 ἴδιος

    ἴδιος, ία, ον (Hom.+; s. B-D-F §286; W-S. §22, 17; Rob. 691f; Mlt-Turner 191f.—For the spelling ἵδιος s. on ὀλίγος.)
    pert. to belonging or being related to oneself, one’s own
    in contrast to what is public property or belongs to another: private, one’s own (exclusively) (opp. κοινός, as Pla., Pol. 7, 535b; Appian, Bell. Civ. 5, 41 §171; Ath. 25, 4) οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι nor did anyone claim that anything the person had was private property or nor did anyone claim ownership of private possessions Ac 4:32; cp. D 4:8.
    in respect to circumstance or condition belonging to an individual (opp. ἀλλότριος) κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν according to each one’s capability (in contrast to that of others) Mt 25:15. τὴν δόξαν τὴν ἰ. ζητεῖ J 7:18; cp. 5:18, 43. ἕκαστος εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν Lk 2:3 v.l. (for ἑαυτοῦ); sim. Mt 9:1 (noting the departure of Jesus to his home territory); cp. Dg 5:2. Christ ἐλευθερώσῃ πᾶσαν σάρκα διὰ τῆς ἰδίας σαρκός AcPlCor 2:6; cp. vs. 16 ἕκαστος τῇ ἰ. διαλέκτῳ ἡμῶν Ac 2:8; cp. 1:19 τῇ ἰ. διαλέκτῳ αὐτῶν, without pron. 2:6 (Tat. 26, 1 τὴν ἰ. αὐτῆς … λέξιν); ἰδίᾳ δυνάμει 3:12; cp. 28:30; τἡν ἰ. (δικαιοσύνην) Ro 10:3; cp. 11:24; 14:4f. ἕκαστος τ. ἴ. μισθὸν λήμψεται κατὰ τ. ἴ. κόπον each will receive wages in proportion to each one’s labor 1 Cor 3:8. ἑκάστη τὸν ἴδιον ἄνδρα her own husband 7:2 (Diog. L. 8, 43 πρὸς τὸν ἴδιον ἄνδρα πορεύεσθαι). ἕκαστος ἴδιον ἔχει χάρισμα 7:7. ἕκαστος τὸ ἴδιον δεῖπνον προλαμβάνει (s. προλαμβάνω 1c) 1 Cor 11:21 (Eratosth.: 241 Fgm. 16 Jac. of the festival known as Lagynophoria τὰ κομισθέντα αὑτοῖς δειπνοῦσι κατακλιθέντες … κ. ἐξ ἰδίας ἕκαστος λαγύνου παρʼ αὑτῶν φέροντες πίνουσιν ‘they dine on the things brought them … and they each drink from a flagon they have personally brought’. Evaluation: συνοίκια ταῦτα ῥυπαρά• ἀνάγκη γὰρ τὴν σύνοδον γίνεσθαι παμμιγοῦς ὄχλου ‘that’s some crummy banquet; it’s certainly a meeting of a motley crew’); cp. 1 Cor 9:7; 15:38. ἕκαστος τὸ ἴ. φορτίον βαστάσει Gal 6:5.—Tit 1:12; Hb 4:10; 7:27; 9:12; 13:12.—J 4:44 s. 2 and 3b.
    pert. to a striking connection or an exclusive relationship, own (with emphasis when expressed orally, or italicized in written form) κοπιῶμεν ταῖς ἰ. χερσίν with our own hands 1 Cor 4:12 (first pers., cp. UPZ 13, 14 [158 B.C.] εἰμὶ μετὰ τ. ἀδελφοῦ ἰδίου=w. my brother; TestJob 34:3 ἀναχωρήσωμεν εἰς τὰς ἰδίας χώρας). ἐν τῷ ἰ. ὀφθαλμῷ in your own eye Lk 6:41; 1 Th 2:14; 2 Pt 3:17 (here the stability of the orthodox is contrasted with loss of direction by those who are misled by error). Ac 1:7 (God’s authority in sharp contrast to the apostles’ interest in determining a schedule of events). ἰ. θέλημα own will and ἰδία καρδία own heart or mind 1 Cor 7:37ab contrast with μὴ ἔχων ἀνάγκην ‘not being under compulsion’; hence ἰ. is not simply equivalent to the possessive gen. in the phrase ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. 1 Cor 6:18, ἰ. heightens the absurdity of sinning against one’s own body. Lk 10:34 (apparently the storyteller suggests that the wealthy Samaritan had more than one animal, but put his own at the service of the injured traveler). ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα 2 Pt 2:22 (cp. ἐπὶ τὸν ἑαυτοῦ ἔμετον Pr 26:11), with heightening of disgust. Some would put J 4:44 here (s. 1 end). εἰς τὸν ἴδιον ἀγρόν Mt 22:5 (the rude guest prefers the amenities of his own estate). Mk 4:34b (Jesus’ close followers in contrast to a large crowd). Ac 25:19 (emphasizing the esoteric nature of sectarian disputes). Js 1:14 (a contrast, not between types of desire but of sources of temptation: those who succumb have only themselves to blame). διὰ τοῦ αἵματος τοῦ ἰδίου through his own blood Ac 20:28 (so NRSV mg.; cp. the phrase SIG 547, 37; 1068, 16 ἐκ τῶν ἰδίων commonly associated with the gifts of generous officials, s. 4b. That the ‘blood’ would be associated with Jesus would be quite apparent to Luke’s publics).
    pert. to a person, through substitution for a pronoun, own. Some of the passages cited in 2 may belong here. ἴ. is used for the gen. of αὐτός or the possess. pron., or for the possess. gen. ἑαυτοῦ, ἑαυτῶν (this use found in Hellenistic wr. [Schmidt 369], in Attic [Meisterhans3-Schw. 235] and Magnesian [Thieme 28f] ins; pap [Kuhring—s. ἀνά beg.—14; Mayser II/2, 73f]. S. also Dssm., B 120f [BS 123f], and against him Mlt. 87–91. LXX oft. uses ἴ. without emphasis to render the simple Hebr. personal suffix [Gen 47:18; Dt 15:2; Job 2:11; 7:10, 13; Pr 6:2 al.], but somet. also employs it without any basis for it in the original text [Job 24:12; Pr 9:12; 22:7; 27:15]. Da 1:10, where LXX has ἴ., Theod. uses μου. 1 Esdr 5:8 εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν=2 Esdr 2:1 εἰς πόλιν αὐτοῦ; Mt 9:1 is formally sim., but its position in the narrative suggests placement in 1)
    with the second pers. (Jos., Bell. 6, 346 ἰδίαις χερσίν=w. your own hands). Eph 5:22 (cp. vs. 28 τὰς ἑαυτῶν γυναῖκας); 1 Th 4:11; 1 Pt 3:1.
    with the third pers. ἐν τῇ ἰδίᾳ πατρίδι J 4:44 (cp. ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ: Mt 13:57; Mk 6:4; Lk 4:24, but J 4:44 is expressed in a slightly difft. form and may therefore belong in 1b above); Mt 25:14; 15:20 v.l.; J 1:41 (UPZ 13, s. 2 above: ἀδ. ἴ.); Ac 1:19; 24:24; 1 Ti 6:1; Tit 2:5, 9; 1 Pt 3:5; MPol 17:3; AcPl Ha 3, 21; 4, 27 (context uncertain); τὸ ἴδιον πλάσμα AcPlCor 2:12, 1; ἴδιον χωρίον Papias (3:3).
    associates, relations οἱ ἴδιοι (comrades in battle: Polyaenus, Exc. 14, 20; SIG 709, 19; 22; 2 Macc 12:22; Jos., Bell. 1, 42, Ant. 12, 405; compatriots: ViHab 5 [p. 86, 7 Sch.]; Philo, Mos. 1, 177) fellow-Christians Ac 4:23; 24:23 (Just., D. 121, 3). The disciples (e.g., of a philosopher: Epict. 3, 8, 7) J 13:1. Relatives (BGU 37; POxy 932; PFay 110; 111; 112; 116; 122 al.; Vett. Val. 70, 5 ὑπὸ ἰδίων κ. φίλων; Sir 11:34; Just., A II, 7, 2 σὺν τοῖς ἰδίοις … Νῶε and D. 138, 2 Νῶε … μετὰ τῶν ἰδίων) 1 Ti 5:8; J 1:11b (the worshipers of a god are also so called: Herm. Wr. 1, 31).—Sg. τὸν ἴδιον J 15:19 v.l. (s. b below).
    home, possessions τὰ ἴδια home (Polyb. 2, 57, 5; 3, 99, 4; Appian, Iber. 23; Peripl. Eryth. 65 εἰς τὰ ἴδια; POxy 4, 9f ἡ ἀνωτέρα ψυχὴ τ. ἴδια γεινώσκει; 487, 18; Esth 5:10; 6:12; 1 Esdr 6:31 [τὰ ἴδια αὐτοῦ=2 Esdr 6:11 ἡ οἰκία αὐτοῦ]; 3 Macc 6:27, 37; 7:8; Jos., Ant. 8, 405; 416, Bell. 1, 666; 4, 528) J 16:32 (EFascher, ZNW 39, ’41, 171–230); 19:27; Ac 5:18 D; 14:18 v.l.; 21:6; AcPl Ha 8, 5. Many (e.g. Goodsp, Probs. 87f; 94–96; Field, Notes 84; RSV; but not Bultmann 34f; NRSV) prefer this sense for J 1:11a and Lk 18:28; another probability in both these pass. is property, possessions (POxy 489, 4; 490, 3; 491, 3; 492, 4 al.). ἐκ τῶν ἰδίων from his own well-stocked supply (oft. in ins e.g. fr. Magn. and Priene, also SIG 547, 37; 1068, 16 [in such ins the focus is on the generosity of public-spirited officals who use their own resources to meet public needs]; Jos., Ant. 12, 158) J 8:44. The sg. can also be used in this way τὸ ἴδιον (SIG 1257, 3; BGU 1118, 31 [22 B.C.]) J 15:19 (v.l. τὸν ἴδιον, s. a above).—τὰ ἴδια one’s own affairs (X., Mem. 3, 4, 12; 2 Macc 9:20; 11:23 v.l., 26, 29) 1 Th 4:11, here πράσσειν τὰ ἴδια=mind your own business. Jd 6 of one’s proper sphere.
    pert. to a particular individual, by oneself, privately, adv. ἰδίᾳ (Aristoph., Thu.; Diod S 20, 21, 5 et al.; ins, pap, 2 Macc 4:34; Philo; Jos., Bell. 4, 224, C. Ap. 1, 225; Ath. 8, 1f) 1 Cor 12:11; IMg 7:1.—κατʼ ἰδίαν (Machon, Fgm. 11 vs. 121 [in Athen. 8, 349b]; Polyb. 4, 84, 8; Diod S 1, 21, 6; also ins [SIG 1157, 12 καὶ κατὰ κοινὸν καὶ κατʼ ἰδίαν ἑκάστῳ al.]; 2 Macc 4:5; 14:21; JosAs 7:1; Philo, Sacr. Abel. 136; Just., D. 5, 2) privately, by oneself (opp. κοινῇ: Jos., Ant. 4, 310) Mt 14:13, 23; 17:1, 19; 20:17; 24:3; Mk 4:34a; 6:31f; 7:33 (Diod S 18, 49, 2 ἕκαστον ἐκλαμβάνων κατʼ ἰδίαν=‘he took each one aside’); 9:2 (w. μόνος added), 28; 13:3; Lk 9:10; 10:23; Ac 23:19; Gal 2:2 (on the separate meeting cp. Jos., Bell. 2, 199 τ. δυνατοὺς κατʼ ἰδίαν κ. τὸ πλῆθος ἐν κοινῷ συλλέγων; Appian, Bell. Civ. 5, 40 §170); ISm 7:2.
    pert. to being distinctively characteristic of some entity, belonging to/peculiar to an individual ἕκαστον δένδρον ἐκ τ. ἰδίου καρποῦ γινώσκεται every tree is known by its own fruit Lk 6:44. τὰ ἴδια πρόβατα his (own) sheep J 10:3f. εἰς τὸν τόπον τ. ἴδιον to his own place (= the place where he belonged) Ac 1:25; cp. 20:28. The expression τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο Ro 8:32 emphasizes the extraordinary nature of God’s gift: did not spare his very own Son (Paul’s association here with the ref. to pandemic generosity, ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτο͂ν, contributes a semantic component to ἰ. in this pass.; for the pandemic theme see e.g. OGI 339, 29f; for donation of one’s own resources, ibid. 104; IGR 739, II, 59–62. For the term ὁ ἴδιος υἱός, but in difft. thematic contexts, see e.g. Diod S 17, 80, 1 of Parmenio; 17, 118, 1 of Antipater. In relating an instance in which a son was not spared Polyaenus 8, 13 has υἱὸς αὐτοῦ, evidently without emphasis, but Exc. 3, 7 inserts ἴδιος υἱός to emphasize the gravity of an officer’s own son violating an order.). 1 Cor 7:4ab. ἕκαστος ἐν. τ. ἰδίῳ τάγματι each one in his (own) turn 15:23 (cp. En 2:1 τ. ἰ. τάξιν). καιροὶ ἴδιοι the proper time (cp. Diod S 1, 50, 7 ἐν τοῖς ἰδίοις χρόνοις; likew. 5, 80, 3; Jos., Ant. 11, 171; Ps.-Clemens, Hom. 3, 16; TestSol 6:3 ἐν καιρῷ ἰ.; Just., D. 131, 4 πρὸ τῶν ἰ. καιρῶν; Mel., P. 38, 258ff) 1 Ti 2:6; 6:15; Tit 1:3; 1 Cl 20:4; cp. 1 Ti 3:4f, 12; 4:2; 5:4. ἴδιαι λειτουργίαι … ἴδιος ὁ τόπος … ἴδιαι διακονίαι in each case proper: ministrations, … place, … services 1 Cl 40:5.—In ἰδία ἐπίλυσις 2 Pt 1:20 one’s own private interpretation is contrasted with the meaning intended by the author himself or with the interpretation of another person who is authorized or competent (s. ἐπίλυσις and WWeeda, NThSt 2, 1919, 129–35).—All these pass. are close to mng. 3; it is esp. difficult to fix the boundaries here.—DELG. M-M. EDNT. TW. Spicq. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἴδιος

  • 5 συνήθεια

    A habitual intercourse, acquaintance, intimacy, αἱ πρὸς ἀλλήλους ς. Isoc.1.1;

    διατριβαὶ καὶ -θειαι μετά τινων Aeschin.2.23

    ; ἡ τῶν φίλων ς. ib.152;

    σ. καὶ φιλία Arist.GA 753a12

    ; ἡ πολιτικὴ ς. Id.EN 1181a11;

    τὰς τῶν φαύλων σ. ὀλίγος χρόνος διέλυσε Isoc.1.1

    ;

    ὅπως ἂν αἱ σ. διαζευχθῶσιν Arist.Pol. 1319b26

    ; καὶ αὐτῷ δέ μοί εἰσι ς. PCair.Zen.42.2 (iii B.C.);

    ὢν ἡμῖν ἐν συνηθείᾳ PMich.Zen.82.3

    (iii B.C.).
    b sexual intercourse, X.Cyr.6.1.31 (v.l.);

    σ. ἔχειν μετὰ γυναικός Plu.2.310e

    ;

    πρὸς γυναῖκα Vett.Val.288.23

    .
    2 of animals, herding together, Arist.HA 575b19; νέμεσθαι κατὰ συνηθείας in herds, ib. 611a7, cf. Ael.NA2.31; so of soldiers, κατὰ συνηθείας in messes, Plb.35.4.14.
    II habit, custom, h.Merc.485 (pl.), Hp.VM3, Pl.R. 516a, etc.; pl., φαῦλαι ς. bad habits, Epicur.Sent.Vat.46;

    κατὰ συνήθειαν τοῦ προτέρου βίου Pl.R. 620a

    ; ἐν τοῖς ἤθεσι τοῖς τῆς ἑαυτοῦ συνηθείας in his own accustomed haunts, Id.Lg. 865e; ἡ σ. τοῦ ἔργου habituation to it, X.Cyn.12.4;

    λήθην ἢ συνήθειαν τῶν ἀδικημάτων D. 19.3

    , cf. 60.27;

    πολλῆς.. σ. ἡ ῥητορική Epicur.Fr.46

    ; τῇ σ. τοῦ εἰδώλου by being used to it, 1 Ep.Cor.8.7; practice, Plb.1.42.7, cf.Pl. Lg. 656d: with Preps.,

    διὰ συνήθειαν Id.Sph. 248b

    ; διὰ τὴν ς. Arist. HA 494b21;

    ἐκ συνηθείας OGI629.12

    ,79 (Palmyra, ii A.D.); κατὰ ς. Pl.R.l.c.;

    παρὰ συνήθειαν Id.Lg. 655e

    ;

    ἠναγκάσμεθα ὑπὸ συνηθείας Id.Tht. 157b

    ; σ. ἔχειν τῇ πολιτείᾳ to be used to it, practised in it, Plb.39.5.2;

    σ. κτᾶσθαι πρὸς τὰ κοινά Plu.2.791a

    .
    2 the customary usage of language,

    ἐκ σ. ῥημάτων καὶ ὀνομάτων Pl.Tht. 168b

    , cf. Chrysipp.Stoic.3.33; εἰς συνήθειαν ἐποίησε τοῦ λόγου τούτου τὴν πόλιν καταστῆναι brought the city to habitual use of this phrase, Aeschin. 1.165; ἡ σ. τῶν Ἑλλήνων, αἱ κατὰ τὰς διαλέκτους ς., Phld.Rh.1.59 S., Gal.18(2).237, Phld.Po.5.2; ἐν τῇ τεχνικῇ καὶ μὴ εἰκαίᾳ ς. Diocl. Magn.Stoic.3.214: abs., ordinary language, ἐν τῇ ς. Plu.2.22f, cf.ib.c, 1113a; κατὰ τὴν ς. A.D.Synt.323.22, cf. Demetr.Eloc.69, al., D.H. Amm.2.11, Herod.Med. in Rh.Mus.49.549.
    III customary gratuity, Sammelb.7336.13 (iii A.D.), 7369.25 (vi A.D.), PLond.1.113 (3).11, 3.1036.8 (both vi A.D.): pl., perquisites, Cod.Just.3.2.4, Just. Nov.134.1, al.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνήθεια

  • 6 κοινός

    κοινός, ή, όν, also ός, όν S.Tr. 207 (lyr.):—
    A common (opp. ἴδιος), not in Hom. (v. ξυνός) ; ἐκ κοινοῦ shared in common, Hes.Op. 723;

    ἔσται γὰρ βίος ἐκ κ. Ar.Ec. 610

    ; of a common altar, Simon.140;

    τὸ τέμενος εἶναι κ. SIG1044.29

    (Halic., iv/iii B.C.);

    κ. ἔρχεται κῦμ' Ἀΐδα Pi.N.7.30

    ; τρεῖς.. κ. ὄμμ' ἐκτημέναι, of the Gorgons, A.Pr. 795; κ. ὠφέλημα θνητοῖσιν φανείς, of Prometheus, ib. 613;

    τὰς γυναῖκας εἶναι κοινάς Pl. R. 457d

    : prov.,

    κοινὸν τύχη A.Fr. 389

    , cf. Men.Mon. 356;

    κοινὰ τὰ τῶν φίλων E.Or. 735

    (troch.), Pl.Phdr. 279c, Men.9, etc.; κ. Ἑρμῆς 'share the luck', Id.Epit.67, 100; κ. ἀρωγά common aid (i.e. for all), S.Ph. 1145 (lyr.); ἐν δὲ κοινὸς ἀρσένων ἴτω κλαγγά and let the shouts of males rise jointly, Id.Tr. 207 (lyr.);

    κ. πόλεμον πολεμεῖν X.Hier.2.8

    ;

    τὸν ἀέρα τὸν κ. Men.531.8

    ;

    κ. τὸν ᾅδην ἔσχον οἱ πάντες βροτοί Id.538.8

    ;

    κ. ἀγαθὸν τοῦτ' ἐστί, χρηστὸς εὐτυχῶν Id.791

    : c. dat., κ. τινί common to or with another,

    ὑμῖν φῶς.. καὶ τοῖσδ' ἅπασι κ. A.Ag. 523

    ;

    ὁ δαίμων κ. ἦν ἀμφοῖν ἅμα Id.Th. 812

    ;

    θάλατταν κ. ἐᾶν τοῖς ἡττημένοις And.3.19

    ;

    οἰκία.. κοινοτάτη ἀεὶ τῷ δεομένῳ Id.1.147

    ; [πολιτεία] τίς κοινοτάτη; Arist.Pol. 1289b14, cf. 1265b29;

    κοινόν τι χαρᾷ καὶ λύπῃ δάκρυα X.HG7.1.32

    ;

    τὸν ἥλιον τὸν κ. ἡμῖν Men.611

    : c. gen.,

    πάντων αἰθὴρ κ. φάος εἱλίσσων A.Pr. 1092

    (anap.), cf. Pers. 132 (lyr.), Eu. 109, Pi.N.1.32; κ. τῶν Λακεδαιμονίων τε καὶ Ἀθηναίων shared in by both.., Pl.Mx. 241c, etc.: with Preps., τὸ ἐπὶ πᾶσι κ., v. infr. v;

    κ. κατ' ἀμφοτέρων A.D.Synt.144.19

    ;

    οὐ γίγνεταί μοί τι κ. πρός τινα AP11.141

    (Lucill.), cf. Iamb.Myst.5.7; μέρος κ. πρός τινα shared with.., CPR22.11 (ii A.D.), etc.;

    κ. μεταξύ τινων Stud.Pal.1.7

    ii 11
    (v A.D.).
    II in social and political relations, public, general, τὸ κ. ἀγαθόν the common weal, Th.5.90;

    κ. λόγῳ Id.5.37

    , Hdt.1.141; κ. στόλῳ ib. 170;

    ἀδικήματα D.21.45

    ;

    ὁ τῆς πόλεως κ. δήμιος Pl.Lg. 872b

    ; κοινότατον of public or general interest, ib. 724b, cf. Arist.Rh. 1354b29; of constitutions, popular, free,

    κοινοτέραν εἶναι τὴν ἐκείνου μοναρχίαν τῆς αὑτῶν δημοκρατίας Isoc.10.36

    .
    2 τὸ κ. the state,

    τὸ κ. Σπαρτιητέων Hdt.1.67

    : abs., of one's own state, Ar.Ec. 208, etc.;

    τὸ κ. ὠφελεῖται Antipho 3.2.3

    , cf. X.Cyr.2.2.20;

    τὰς ὠφελείας ἅπασιν εἰς τὸ κ. ἀπεδίδου Isoc.10.36

    .
    b esp. of leagues or federations,

    τὸ κ. τῶν Ἰώνων Hdt.5.109

    ;

    τῶν συμμάχων Isoc.14.21

    ;

    τῶν Βοιωτῶν SIG457.10

    (Thespiae, iii B.C.), Plb.20.6.1 (pl.), etc.; ἄνευ τοῦ πάντων κοινοῦ (sc. τῶν Θεσσαλῶν) Th.4.78; also, of private associations, Test.Epict.1.22, SIG 1113 ([place name] Loryma), al.; of guilds or corporations,

    τὸ κ. τῶν τεκτόνων POxy.53.2

    (iv A.D.); of boards of magistrates, τὸ κ. τῶν ἀρχόντων ib.54.12 (iii A.D.).
    c the government, public authorities, Th.1.90, 2.12, etc.;

    τὰ κ. Hdt.3.156

    ;

    ἀπαγγεῖλαι ἐπὶ τὰ κ. Th.5.37

    ; ἀπὸ τοῦ κ. by public authority, Hdt.5.85, 8.135; σὺν τῷ κ. by common consent, Id.9.87.
    d the public treasury,

    χρημάτων μεγάλων ἐν τῷ κ. γενομένων Id.7.144

    ;

    ἐν τῷ κ. καὶ ἐν τοῖς ίεροῖς Th.6.6

    , cf. 17;

    χρήματα δοῦναι ἐκ τοῦ κ. Hdt.9.87

    ; ἔχειν ἐν κοινῷ (without the Art.), Th.1.80, cf. Sch.adloc.
    e common right or rights of citizens,

    τὸ κ. τὸ τῶν πολιτῶν Arist.Pol. 1283b41

    .
    3 τὰ κ. public affairs: πρὸς τὰ κ. προσελθεῖν, προσιέναι, to enter public life, D. 18.257, Aeschin.1.165; but also, the public money, Ar.Pl. 569, D.8.23 (in full,

    τὰ κ. χρήματα X.HG6.5.34

    , Arist.Pol. 1271b11); τὰ κ. τῆς πόλεως, opp. τὰ ἁγνά, BMus.Inscr.4.481*.383; ἀπὸ κοινοῦ at the public expense, X.An.4.7.27, 5.1.12;

    ἐκ κοινοῦ φαγεῖν Euphro 8.4

    , cf. Antiph. 230; ἐκ κ. from common funds, at joint expense, PGrenf.1.21.19 (ii B.C.).
    III common, ordinary,

    τὰ κ. εἰδέναι Pl.Ax. 366b

    ;

    διὰ τῶν κ. ποιεῖσθαι τὰς πίστεις Arist.Rh. 1355a27

    ; κοινοτάτη τῶν αἰσθήσεων [ἡ ἁφή] Id.EN 1118b1; τὰ κ. commonplaces, Men.Sam.27, Epit. 309; so

    κ. τόπος Hermog.Prog.6

    , Aphth.Prog.7; ἡ κ. ἔννοια or ἐπίνοια, Plb. 2.62.2, 6.5.2; κ. νοῦς, φρένες, common sense, Phld.Rh.1.37 S., 202 S.; κ. καὶ διήκουσαι κακίαι general and all-pervading vices, Id.Sign.28;

    κ. καὶ δημώδη ὀνόματα Longin.40.2

    ;

    κ. καὶ ἐν μέσῳ κείμενα ὀνόματα D.H.Lys.3

    ; ἡ κ. διάλεκτος every-day language (free from archaisms and far-fetched expressions), Id.Isoc.2;

    πεφευγὼς τὸ κ. Phld.Acad. Ind.p.53

    M.
    2 Gramm., ordinary, 'regular' Greek, opp. special dialects, διάλεκτοί εἰσι πέντε, Ἀτθὶς Δωρὶς Αἰολὶς Ἰὰς καὶ κ. Sch.D.T. p.14 H., cf. D.S.1.16, Theodos.Can.p.37 H., etc.; ἡ κ. alone, A.D. Conj.223.24; τὸ κ. ἔθος, ἡ κ. ἐκφορά, Id.Adv.155.10, Pron.4.27; οἱ κ. the writers who use this language, Sch.D.T.p.469 H., EM405.23.
    b colloquial, vulgar Greek, Moer.pp.201 ([comp] Comp., prob. for καιν-), 243 P., al.
    c ἡ κ. διάλεκτος demotic Egyptian, Manethoap. J.Ap.1.14.
    3 common, of inferior quality,

    χρυσός POxy.905.5

    (ii A.D.), 1273.6 (iii A.D.).
    4 in magical formulae, of words added at will by the user, ' and so forth', freq.in Pap., PMag.Osl.1.255, PMag.Par.1.273, al.; κοινὰ ὅσα θέλεις ib.2.53;

    ὁ κ. λόγος PMag.Lond.46.435

    ; cf. κοινολογία.
    IV of Persons, connected by common origin or kindred, esp.of brothers and sisters,

    κ. σπέρμα Pi.O.7.92

    , cf.S.OT 261, OC 535 (lyr.);

    κ. αἷμα Id.Ant. 202

    , cf. 1; κ. πατήρ, μήτηρ, PAmh.2.152.9(v/vi A.D.), PFlor.47.11 (iii A.D.); also

    κ. Χάριτες Pi.O.2.50

    .
    2 one who shares in a thing, partner,

    ἐν θύμασιν κ. ποεῖσθαί τινα S.OT 240

    ;

    κ. ἐν κοινοῖσι λυπεῖσθαι Id.Aj. 267

    , cf. Ar.V. 917; also κ. τῷ θεῷ belonging in part to the god (who claims tithe of his substance), Berl.Sitzb.1927.161 ([place name] Cyrene).
    3 lending a ready ear to all, impartial,

    μὴ οὐ κ. ἀποβῆτε Th.3.53

    ; neutral, ib.68;

    κοινοὺς τῷ τε διώκοντι καὶ τῷ φεύγοντι Lys.15.1

    ;

    μέτριος καὶ κ. Arist.Ath.6.3

    ; κοινοί, οἱ, arbitrators, GDI1832.10 (Delph.);

    κ. μεσίτης PStrassb.41.14

    (iii A.D.); of a capital city, δεῖ.. κοινὴν εἶναι τῶν τόπων ἁπάντων easily accessible on all sides, Arist.Pol. 1327a6.
    b courteous, affable, X. Cyn.13.9;

    κ. ἅπασι γενέσθαι Isoc.5.80

    ;

    τῇ πρὸς πάντας φιλανθρωπίᾳ κ. Democh.2

    J.;

    ἔχειν τὰς κ. φρένας Phld.Rh.1.202

    S.
    c in bad sense, κοινή, , prostitute, Vett.Val.119.30, Porph.Hist.Phil.12 (pl.).
    d of events, κοινότεραι τύχαι more impartial, i.e. more equal, chances, Th.5.102; ἔστιν ἐν τῷ κ. πᾶσι c. inf., And.2.6.
    V in Logic, general, universal, τὸ κ. λαμβάνειν περί τινων, τὸ ἐπὶ πᾶσι κ., Pl.Tht. 185b, 185c;

    τὰ κ. λεγόμενα ἀξιώματα Arist.APo. 76b14

    ; αἱ κ. ἀρχαί ib. 88a36; κ. ἔννοιαι axioms, heading in Euc.; general,

    κ. ὅρος Arist.Metaph. 987b6

    ; κοινὰ καὶ στοιχειώδη general principles, Phld.Rh.1.69S.; κ. σημεῖον, opp. ἴδιον, Id.Sign.14; κ. κρίσις objectively valid judgement, Id.Po.5.22;

    ὄνομα κ. Str.10.2.10

    ; abstract,

    ὁ κ. ἄνθρωπος καὶ λογισμῷ ληπτός Dam.Pr. 341

    .
    VI Gramm.,
    1 κ. συλλαβή common syllable, capable of being long or short, D.T.633.17, Heph. 1.4.
    b κ. ποιήματα, poems which are both κατὰ στίχον and συστηματικά, e.g. the Sapphic stanza, Id.pp.58,59 C.; also, poems of ambiguous metrical form, Id.p.60 C.
    2 v.supr.111.2.
    3 of gender,

    κ. γένος D.T.634.19

    ; of nouns, A.D.Pron.30.7, al., EM143.33, 305.19, etc.
    4 ἀπὸ κοινοῦ λαμβάνειν, of two clauses taking a word in common, A.D.Synt.122.14, al.; κοινὸν or ἐκ κοινοῦ παραλαμβάνεσθαι, ib.20, 28, al.
    VII of forbidden meats, common, profane,

    φαγεῖν κ. καὶ ἀκάθαρτον Act.Ap.10.14

    , cf. Ep.Rom.14.14;

    κ. χερσὶ ἐσθίειν Ev.Marc.7.2

    .
    VIII κοινόν, τό, name of an eye-salve, CIL 13.10021.3, al.
    B Adv. κοινῶς in common, jointly, E. Ion 1462;

    τὰ κοινὰ κ. δεῖ φέρειν συμπτώματα Men.817

    : [comp] Comp., ἐν Κρήτῃ -οτέρως [ἔχει τὰ τῶν συσσιτίων] Arist.Pol. 1272a16.
    2 publicly,

    κ. μᾶλλον ὠφέλησαν ἢ ἐκ τῶν ἰδίων ἔβλαψαν Th.2.42

    , etc.
    3 sociably, like other citizens,

    οὐδὲ κ. οὐδὲ πολιτικῶς ἐβίωσαν Isoc.4.151

    ;

    ἴσως καὶ κ. πρός τινα προσφέρεσθαι Arist.Rh.Al. 1430a1

    ;

    κ. καὶ φιλικῶς Plu.Ant.33

    ; μετρίως καὶ κ. ὰσπάζεσθαι Id.Arat.43.
    4 in general, Diph.Siph. ap. Ath. 3.81a; ἡ κ. σύνεσις, τὸ κ. ἄνθρωπον", Phld.Vit.p.34J., Mort.38; opp. ἰδίως, Demetr.Lac.Herc.1014.41, Plu.Marc.8, cf. Longin.15.1;

    κοινότερον εἰπεῖν Phld.Rh.1.256

    S.; - οτέρως Orib.Fr.93.
    5 in the common dialect, A.D.Pron.82.27, al.: [comp] Comp. - ότερον Id.Synt.159.5.
    6 in plain language, opp. σοφιστικῶς, Plu.2.659f; in the ordinary or wide sense, opp. κυρίως, Them.in APo.5.5: [comp] Comp., M.Ant. 2.10.
    II fem. dat. [full] κοινῇ; [dialect] Dor. [full] κοινᾷ SIG56.11 (Argos, v B.C.); [dialect] Boeot. [full] κυνῆ ib.635.31 (Acraeph., ii B.C.):—in common, by common consent, Hdt.1.148, 3.79, S.OT 606, OC 1339, E.Hipp. 731, Th.1.3, etc.;

    κ. πᾶσι καὶ χωρίς Arist.Pol. 1278b23

    , cf. Ath.40.3; κ. μετά τινος, κ. σύν τινι, Pl.Smp. 209c, SIG346.27 (iv B.C.), X.Mem.1.6.14, etc.;

    ἰδίᾳ τε καὶ κ. Alex.291

    : also neut.pl.

    κοινά S.Ant. 546

    .
    2 publicly,

    καὶ κ. καὶ ἰδίᾳ X.HG1.2.10

    , Mem.2.1.12, etc.
    3 as Prep. c. dat., together with, E. Ion 1228, Hel. 829, Fr. 823.
    III with Preps., εἰς κοινόν in common, in public,

    ὑμῖν τῇδέ τ' ἐς κ. φράσω A.Pr. 844

    ;

    πᾶσιν ἐς κ. λέγω Id.Eu. 408

    , cf.Ar.Av. 457 (lyr.), Pl.Lg. 796e;

    εἰς κ. γνώμην ἀποφαίνεσθαι D.19.156

    ; εἰς τὸ κ. λέγειν, ἀγορεύειν, Pl.Tht. 165a, X. An.5.6.27; εἰς τὸ κ. for public use, Pl.Lg. 681c.
    2 ἀπὸ κοινοῦ, ἐκ κοινοῦ, v.A.1.1, 11.3, VI.4.
    3 ἀφεῖσαν ἐν κοινῷ ζητεῖν, Lat. rem in medio reliquerunt, Arist.Metaph. 987b14; but οἱ ἐν κ. γιγνόμενοι λόγοι, = οἱ ἐξωτερικοὶ λόγοι, Id.de An. 407b29.
    4 κατὰ κοινόν, opp. κατ' ἰδίαν, jointly, in common, Lexap.D.21.94, Plb.4.3.5; prob. for

    κατὰ κοινοῦ Id.11.30.3

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κοινός

  • 7 εἷς

    εἷς, μία, ἕν, gen. ἑνός, μιᾶς, ἑνός a numerical term, ‘one’ (Hom.+)
    a single pers. or thing, with focus on quantitative aspect, one
    in contrast to more than one
    α. adj. μίλιον ἕν Mt 5:41; cp. 20:12; 25:15, 24; Ac 21:7; 28:13; 2 Pt 3:8. Opp. πάντες Ro 5:12 (εἷς ἄνθρωπος as Hippocr., Ep. 11, 2 [IX p. 326]; SHanson, Unity of the Church in the NT, ’46, 65–73 [lit.]). Opp. the nation J 11:50; 18:14 (cp. Oenom. in Eus., PE 5, 25, 5 μεῖον εἶναι ἕνα ἀντι πάντων πεσεῖν τὸν βασιλέα=it is a lesser evil when one, instead of all the citizens, falls, namely, the king).
    β. noun, Lk 23:16 (17) v.l. w. partitive gen. (Diod S 1, 91, 5 αὐτῶν εἷς; Jos., Vi. 204; Just., A I, 1, 1 al.) Mt 5:19; 6:29; 18:6; Mk 9:42; Lk 12:27; 15:21 v.l.; 17:2, 22; 23:39; J 19:34 or w. ἐκ (Maximus Tyr. 1, 6 ab ἐκ πολλῶν εἷς; Lucian, Somn. 9; Jos., Bell. 7, 47) Mt 18:12; 22:35; 26:21; Mk 14:18; J 1:40; 6:8; Ac 11:28 al. ὁ εἷς τῶν δώδεκα one of the twelve Mk 14:10 is a peculiar expr. (cp. BGU 1145, 25 [18 B.C.] ὁ εἷς αὐτῶν Ταυρῖνος; UPZ 161, 50; 54; PTebt 138; 357, 10).
    in contrast to the parts, of which a whole is made up (Theophr. in Apollon. Paradox. 16 τὰ πολλὰ ἓν γίγνεσθαι; Stephan. Byz. s.v. Ὠκεανός: γίγνεται ἐκ δύο εἰς ἕν; Just., D. 103, 5 ἐξ ἀμφοτέρων … ἓν ὄνομα). ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν Mt 19:5; Mk 10:8; 1 Cor 6:16 (all three Gen 2:24). οἱ πολλοὶ ἓν σῶμά ἐσμεν we, though many, form one body Ro 12:5; cp. 1 Cor 12:12, 20; Eph 2:15. πάντες εἷς ἐστε you are all one Gal 3:28. ἕν εἰσιν 1 Cor 3:8; cp. J 10:30; 17:11, 21–23 (cp. 1QS 5, 2; Just., D. 42, 3 ἓν ὄντες πρᾶγμα). Also εἰς τὸ ἕν 1J 5:8 (Appian, Iber. 66 §280 ἐς ἕν=together, as a unity). εἰς ἕν J 11:52 (cp. 1QS 5, 7). ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἕν who has united the two divisions Eph 2:14.—MAppold, The Oneness Motif (John) ’76.
    w. negative foll. εἷς … οὐ (μή), stronger than οὐδείς (Aristoph., Eccl. 153, Thesm. 549; X., An. 5, 6, 12; Demosth. 30, 33 ἡ γυνὴ μίαν ἡμέραν οὐκ ἐχήρευσεν; Dionys. Hal., Comp. Verb. 18) ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται not one of them will fall Mt 10:29 (Lucian, Herm. 28 ἓν ἐξ ἁπάντων); cp. 5:18; Mk 8:14; Lk 11:46; 12:6. The neg. rarely comes first Mt 5:36.
    a single entity, with focus on uniformity or quality, one
    one and the same (Pind., N. 6, 1 ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος• ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ἀμφότεροι; Dio Chrys. 19 [36], 6; Maximus Tyr. 19, 4a; cp. OGI 383, 59 [I B.C., the ruler’s statue is to be made of the type of stone used for statues of the gods]; Gen 11:1; 40:5; Lev 22:28; Wsd 7:6; Ar. 13, 5 μία φύσις τῶν θεῶν) ἐν ἑνὶ οἴκῳ in one and the same house Lk 12:52 (Diod S 14, 43, 1 ἐν ἑνὶ τόπω). Expressing unanimity ἐν ἑνὶ στόματι w. one voice Ro 15:6; τοῦ ἑνὸς ἄρτου one and the same loaf 1 Cor 10:17; εἷς ὁ θεός one and the same God (Amphitheos of Heracleia: 431 Fgm. 1b Jac. Διόνυσος κ. Σαβάζιος εἷς ἐστι θεός; difft. Ath. 10, 2 ἑνὸς ὄντος τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ) Ro 3:30; cp. 9:10; 1 Cor 6:16f; 12:9, 13. εἷς κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα• εἷς θεός κτλ. (cp. the three genders of εἷς consecutively in Simonides 97 Diehl2 ἓν πέλαγος, μία ναῦς, εἷς τάφος [of shipwrecked pers.]; Just., D. 63, 5 μιᾷ ψυχῇ … συναγωγῇ … ἐκκλησίᾳ) Eph 4:5f (NJklA 35, 1915, 224ff. The repetition of εἷς is like Herm. Wr. 11, 11; Epict. 3, 24, 10ff).—Rv 9:13; 18:8; Ac 17:26. ἐν ἑνὶ πνεύματι, μιᾷ ψυχῇ Phil 1:27; cp. Ac 4:32 (cp. Aristot., EN 9, 8, 2; Plut., Mor. 478c). τὸ ἓν φρονεῖν be of one mind Phil 2:2. συνάγειν εἰς ἕν unite, bring together (Pla., Phileb. 23e; Dionys. Hal. 2, 45, 3 συνάξειν εἰς ἓν τὰ ἔθνη; POxy 1411, 3 τῶν δημοσίων εἰς ἓν συναχθέντων; TestJob 28:5 τὰ χρήματα ἐὰν συναχθῇ εἰς ἓν ἐπὶ τὸ αὐτό ‘if all [our] valuables were brought together at one place’; Jos., Bell. 3, 518) J 11:52. τὸ ἓν καὶ τὸ αὐτό one and the same 1 Cor 12:11 (cp. Diod S 11, 47, 3; 17, 104, 6; Epict. 1, 11, 28; 1, 19, 15; Just., D. 123, 1 ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ … νόμου); cp. ἓν καὶ αὐτό τινι 11:5.—εἰς ἕνα τόπον in a place by itself (Jos., Ant. 6, 125) J 20:7.
    (a) single, only one (Diod S 16, 11, 2; Appian, Bell. Civ. 2, 44 §180 εἷς ἀνήρ; Maximus Tyr. 11, 6c μαντεῖον ἕν al.; Just., D. 141, 3 τῆν μίαν τοῦ Δαυεὶδ … παράπτωσιν) λόγον ἕνα Mt 21:24 (GrBar 5:1); Gal 5:14. ἕνα ἄρτον Mk 8:14. εἷς ἄρτος 1 Cor 10:17a (εἷς ἄ. is also the symbol of the unity of the Pythagorean fellowship: Diog. L. 8, 35; here Diog. L. adds that οἱ βάρβαροι hold the same view ἔτι καὶ νῦν). πῆχυν ἕνα Mt 6:27 (s. πῆχυς); ἓν μέλος 1 Cor 12:26; ἓν ἔργον J 7:21 (here, following ἕν, καί adds an indication of the greatness of the accomplishment, as Appian, Bell. Civ. 2, 133 §555 ἓν ἐκ τῶν Καίσαρος ἔργων προὔθηκα …, καί). εἷς ἐστιν ὁ ἀγαθός Mt 19:17; ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον 23:15; ἕνα εἶχεν υἱὸν ἀγαπητόν he had an only son, whom he loved dearly Mk 12:6 (εἷς υἱ. as Phalaris, Ep. 18). ὁ δὲ θεὸς εἷς ἐστιν Gal 3:20; cp. Mk 12:32; 1 Cor 8:4, 6 (v.l. adds to God the Father and Jesus Christ ἓν πνεῦμα ἅγιον κτλ. Cp. also Maximus Tyr. 11, 5a θεὸς εἷς … κ. πατήρ, κ. θεοὶ πολλοί and as early as Xenophanes, Fgm. 19 Diehl3 εἷς θεὸς ἔν τε θεοῖσι κ. ἀνθρωποῖσι μέγιστος [= Fgm. 23 Diels]); Js 2:19; PtK 3 p. 15, 20 (Herm. Wr. 11, 11; 14 εἷς ὁ θεός; POxy 1382, 20 εἷς Ζεὺς Σάραπις; Sb 159, 1 εἷς θεὸς ὁ βοηθῶν ὑμῶν; Philo, Spec. Leg. 1, 67; Jos., Ant. 5, 97 θεός τε εἷς; 8, 343, C. Ap. 2, 193; SibOr 4, 30 and Fgm. 1, 7; Ath. 6, 1 μονάς ἐστιν ὁ θεός, τοῦτʼ ἔστιν εἷς; 6, 4 ὁ θεὸς εἷς; s. EPeterson, Εἷς Θεός 1926; D. Monotheismus als polit. Problem ’35; additional reff. Horst, Ps.-Phoc. p. 151f). εἷς ἐστιν ὑμῶν ὁ διδάσκαλος Mt 23:8; cp. vs. 9. μιᾶς γυναικὸς ἀνήρ a husband married only once (numerous sepulchral ins celebrate the virtue of a surviving spouse by noting that he or she was married only once, thereby suggesting the virtue of extraordinary fidelity, e.g. CIL VI, 3604; 723; 12405; 14404; cp. Horace, Odes 3, 14, 4; Propertius 4, 11, 36; Valerius Maximus 4, 3, 3; and s. esp. CIL VI, 1527, 31670, 37053=ILS 8393 [text and Eng. tr.: EWistrand, The So-Called Laudatio Thuriae, ’76]; s. GWilliams, JRS 48, ’58 16–29. For the use of μία in ref. to a woman: Ael. Aristid. 46 p. 346 D.: ὑπὲρ μιᾶς γυναικός=for only one woman; μία γυνή quite freq.: Diod S 17, 72, 6; cp. 1, 80, 3, where the phrase γαμοῦσι μίαν simply means that the priests married only once, not that they lead a strictly moral life, a concept for which Greeks never use the expression μιᾶς γυναικὸς ἀνήρ or anything like it; Hippostratus [III B.C.]: 568 Fgm. 1 Jac.; Appian, Bell. Civ. 4, 95 §402; Ath. 33, 2 ἐφʼ ἑνὶ γάμῳ: Ath. terms a second marriage εὐπρεπής μοιχεία veiled adultery) 1 Ti 3:2, 12; Tit 1:6; others render husband of one wife (e.g. RSV in later printings; REB). Correspondingly ἑνὸς ἀνδρὸς γυνή (cp. the exemplary conduct of Hannah [Anna] Lk 2:36; Paus. 7, 25, 13 the priestess of the earth goddess must be a woman who, before she became a priestess, was not πλέον ἢ ἑνὸς ἀνδρὸς ἐς πεῖραν ἀφιγμένη) 1 Ti 5:9.—Abs. 1 Cor 9:24; 2 Cor 5:14. μεσίτης ἑνός an intermediary for one alone Gal 3:20; cp. Js 4:12. οὐδὲ εἷς not even a single (X., Mem. 1, 6, 2, Cyr. 1, 3, 10 et al.; Sir 42:20; 49:14 v.l.; 1 Macc 11:70) Mt 27:14; Ac 4:32. Freq. at the end of a sentence or clause (ref. fr. comedy in ESchwartz, NGG 1908, p. 534, 3. Also Hermocles [IV–III B.C.] p. 174, 17 Coll. Alex.; Dio Chrys. 21 [38], 23; Ael. Aristid. 28, 156 K.=49 p. 542 D.; 53 p. 617 D.; Epict. 2, 18, 26, Enchir. 1, 3; Philonides in Stob. 3, 35, 6 ed. Hense III p. 688; Mitt-Wilck. I/2, 59, 5 [39 A.D.]; Bel 18 Theod.; 1 Macc 7:46) Ro 3:10; οὐδὲ ἕν foll. by ἐὰν μή J 3:27. This is a good reason for placing the period after οὐδὲ ἕν J 1:3 (s. GBergh van Eysinga, PM 13, 1909, 143–50. EHennecke, Congr. d’ Hist. du Christ. I 1928, 207–19; Md’Asbeck, ibid. 220–28; REisler, Revue de Philol. 3 sér. 4, 1930, 350–71; BVawter, CBQ 25, ’63, 401–6; KAland, ZNW 59, ’68, 174–209; Metzger 195f; γίνομαι 2a), but the lack of inner punctuation in the older mss. validates consideration of alternative punctuation. οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός there is not even one Ro 3:12 (Ps 13:3; Just., D. 103, 2 οὐδὲ μέχρις ἑνὸς ἀνθρώπου ‘not a single person’). μία εἴσοδος the only entrance Hs 9, 12, 6.—ἕν only one thing: ἔτι ἕν σοι λείπει you still lack only one thing (Jos., Bell. 4, 257) Lk 18:22. ἕν σε ὑστερεῖ you lack only one thing Mk 10:21; cp. Lk 10:42. ἓν οἶδα at least this one thing I know J 9:25. ἓν δὲ τοῦτο this one thing (Porphyr., Vi. Plot. 19; Just., D. 115, 6 ἓν δὲ μικρὸν ὁτιοῦν) 2 Pt 3:8.—ἓν δέ is a short interjectional sentence (like Xenophon Eph. 1, 5, 3 τοσοῦτο δέ•) just one thing! Phil 3:13 (AFridrichsen, ConNeot 9, ’44, 31f).—Gal 5:14 commercial imagery εἷς λόγος (just) one entry, one heading (cp. BGU 831, 13).
    alone (οὐδεὶς) … εἰ μὴ εἷς ὁ θεός Mk 2:7 (in the parallel Lk 5:21 μόνος ὁ θεός, cp. Herm Wr. 11, 11 εἰ μὴ εἷς ὁ θεός … εἰ μὴ μόνῳ τῷ θεῷ); 10:18; 12:29 (Dt 6:4); Mt 23:10; Lk 18:19.—EBishop, ET 49, ’38, 363–66.
    an unspecified entity, some/one=τὶς, whereby εἷς can mean exactly the same thing as the indef. art. (Aristoph. et al. [Av. 1292 εἷς κάπηλος]; Περὶ ὕψους 33, 4 p. 62, 18 V. [the rdg. of cod. Paris], εἷς ἕτερος w. μή ‘for no other reason’; Strabo 5, 3, 2, 230c ἐπηγγείλατο ἕνα ἀγῶνα ἱππικόν; Syntipas p. 29, 3 μία γαλῆ; Appian, Liby. 117 §554 νυκτὸς μιᾶς=one night; Marc. Diac. 27, 5 ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ=on a certain day; SIG 1170, 15 [160 A.D.] μιᾷ ἡμέρᾳ; UPZ 162 I, 27 [117 B.C.]; PAmh 30, 28 [II B.C.] Κονδύλου ἑνὸς τῶν ἁλιείων; BGU 1044, 6; Gen 21:15; Jdth 14:6; 1 Esdr 3:5. B-D-F §247, 2; Mlt. 96f; Rob. 674f; Mlt-Turner 195f; EBruhn, RhM 49, 1894, 168–71; JWackernagel, Syntax II2 1928, 151; MBlack, An Aramaic Approach3, ’67, 104–6).
    someone, anyone Mt 18:24; 19:16; Mk 10:17; εἷς ὀνόματι Κλεοπᾶς Lk 24:18. Oft. w. partitive gen. foll. (Alexis 220, 5; Diod S 20, 107, 5 εἷς τῶν φίλων; Epict. 4, 2, 9; Dio Chrys. 71 [21], 15 εἷς τῶν Σπαρτῶν; TestJob 26:6 μίαν τῶν … γυναικῶν; Jos., Ant. 9, 106) ἕνα τῶν προφητῶν (some) one of the prophets Mt 16:14 (a diminishing term? s. Reader, Polemo p. 257). ἕνα τ. συνδούλων 18:28. ἐν μιᾷ τ. πόλεων Lk 5:12. ἐν μιᾷ τ. ἡμερῶν on one of the days vs. 17; cp. 15:19, 26; 22:47.
    as indef. art. (s. at 3 above beg.) εἷς γραμματεύς a scribe Mt 8:19. συκῆν μίαν a fig tree Mt 21:19; cp. 26:69; Mk 12:42. παιδάριον ἕν J 6:9 v.l.; ἑνὸς ἀετοῦ Rv 8:13; cp. 18:21; 19:17; ἄρχων εἷς ἐλθών Mt 9:18. εἷς στέφανος ApcPt 3:10; ἓν σῶμα AcPlCor 2:26.
    used w. τὶς (Pla., Thu., et al.; Jdth 2:13) εἷς τις νεανίσκος a certain young man Mk 14:51 v.l. W. partitive gen. foll. (Trypho Alex. [I B.C.] in Athen. 3, 78a ἕνα τινὰ τ. Τιτάνων; Aesop, Fab. 300 H./30 P. and H-H.; Hierocles 27, 484; IG XII/5, 445, 12 [III B.C.] ἕνα τινὰ αὐτῶν; Ael. Aristid. 29, 14 K.=40 p. 755D.: εἷς τις τ. χορευτῶν) εἷς τις τῶν παρεστηκότων a certain one of the bystanders vs. 47 (on the v.l. without τις s. PDickerson, JBL 116, ’97, 302); also εἷς τις ἐξ αὐτῶν (Jos., Vi. 290) Lk 22:50; J 11:49.
    marker of someth. that is first, the first
    perh. Hebraistic (cp. Num 1:1 ἐν μιᾷ τοῦ μηνὸς τ. δευτέρου; 2 Esdr 10:17; Esth 1:1a; Jos., Ant. 1, 29.—But s. also Lydus, Mens. 3, 4 W. τὴν κεφαλὴν τ. χρόνου οἱ Πυθαγόρειοι οὐχὶ πρώτην ἀλλὰ μίαν ὠνόμασαν; Callim., Fgm. 550 P. [482 Schneider] πρὸ μιῆς ὥρης=before the first hour of the day) is its use w. expressions denoting time instead of the ordinal number εἰς μίαν σαββάτων on the first day of the week Mt 28:1; cp. Lk 24:1; Mk 16:2; J 20:1, 19; Ac 20:7; also κατὰ μίαν σαββάτου 1 Cor 16:2 (cp. Just., D. 41, 4 τῇ μίᾳ τῶν σαββάτων ἡμέρᾳ; 27, 5 [here w. πρό and μετά resp., in accordance with Latin usage]).
    not Semitic (Hdt. 4, 161 μία, ἄλλη, τρίτη; Ael. Aristid. 36, 40 K.=48 p. 453 D.: ἕν, δεύτερον, τρίτον, τέταρτον; JosAs 2:17) εἷς καὶ δεύτερος a first and second Tit 3:10 (cp. Alciphron, Ep. 1, 9, 2; Galen XII 746 K.: ὕδωρ ὄμβριον ἔγχριε μέχρι μιᾶς καὶ δευτέρας ἡμέρας; Maximus Tyr. 28, 2h μίαδευτέρα; EpArist 143; Jos., Ant. 11, 150; 16, 350 πεσόντος ἑνός καὶ δευτέρου). S. also ἡ οὐαὶ ἡ μία Rv 9:12.—ἓν τριάκοντα Mk 4:8, 20 is prob. to be considered an Aramaism thirtyfold (B-D-F §248, 3; EKautzsch, Gramm. d. bibl. Aram. 1884 §66, 2; JHudson, ET 53, ’41/42, 266f).
    special combinations:
    εἷς … εἷς (Hom. et al. εἷς μὲν … εἷς δέ: X., Cyr. 1, 2, 4; Aristot., Rhet. 2, 20, 1393a; pap in Mitt-Wilck. I/2, 50, 11 and 13 [III B.C.] ἓν μὲν … ἓν δέ; II/2, 372 V, 14 [II A.D.] ὁ εἷς … ὁ εἷς; POxy 1153, 14 [I A.D.] ἓν μὲν … καὶ ἕν; 2 Km 12:1; Sir 34:23f εἷς … καὶ εἷς; Esth 10:3g δύο, ἕνα τῷ λαῷ … καὶ ἕνα τ. ἔθνεσιν; TestJob 51:3 μιᾶς ὑποσειμιούσης τῇ μιᾷ) (the) one … the other Mt 20:21; 24:40f; 27:38; J 20:12; Gal 4:22; B 7:6f. εἷς τὸν ἕνα one another (=ἀλλήλους) 1 Th 5:11 (cp. Theocr. 22, 65 εἷς ἑνί; TestJob 27:3 εἷς τόν ἕνα κατέρραξαν ‘threw each other to the ground’).
    εἷς … εἷς … εἷς one … another … a third Mt 17:4 (cp. 1 Km 10:3; 13:17, 18).
    εἷς ἕκαστος every single, strengthening ἕκαστος, adj. Eph 4:16. Mostly subst.; s. ἕκαστος b.
    ὁ εἷς … ὁ ἕτερος the one … the other (Aristot., De Rep. Ath. 37, 1; Hyperid. 5, 14f; UPZ 161, 39; 43; 46 [119 B.C.]; PGen 48, 6ff μίαν μὲν … τὴν δὲ ἑτέραν; BGU 194, 15f; Esth 5:1a; TestAbr A 11 p. 88, 29 [Stone p. 24]; Just. D. 49, 2 al.) Mt 6:24; Lk 7:41; 16:13; 17:34f; 18:10 al.; also ὁ εἷς … ὁ ἄλλος Rv 17:10.
    distrib. (1 Ch 24:6 εἷς εἷς; AscIs 3:27 εἷς καὶ εἷς καὶ εἷς ἐν τόποις καὶ τόποις) καθʼ ἕνα, καθʼ ἕν (Hdt., Pla. et al.; 1 Esdr 1:31; 4 Macc 15:12, 14; Jos., Bell. 4, 240, Ant. 12, 191; Ath. 25, 3 καθʼ ἕνα καὶ κατὰ ἔθνη) ITr 12:2; καθʼ ἕνα πάντες all, one by one 1 Cor 14:31 (cp. Ps.-Xenophon, Cyn. 6, 14). ὑμεῖς οἱ καθʼ ἕνα ἕκαστος each one of you Eph 5:33. καθʼ ἕν one after the other (hence τὸ καθʼ ἕν ‘a detailed list’: PLille 11, 8 [III B.C.]; PTebt 47, 34; 332, 16) J 21:25. Also καθʼ ἓν ἕκαστον (X., Cyr. 1, 6, 22, Ages. 7, 1; EpArist 143) Ac 21:19. ἓν καθʼ ἕν (Aesop, Fab. 274 P.; PLeid II, X 1, 22) each one Rv 4:8. In this pass. the second ἕν could be an undeclined nom. as in εἷς κατὰ εἷς (cp. Lucian, Sol. 9; 3 Macc 5:34. Other exx. in W-S. §26, 9; 11 and Wetstein I 627) one after the other Mk 14:19; J 8:9. τὸ καθʼ εἷς opp. οἱ πολλοί individually Ro 12:5; but κατὰ ἕνα = ἕκαστον Hs 9, 3, 5; 9, 6, 3 (B-D-F §305). ἀνὰ εἷς ἕκαστος each one Rv 21:21.
    ἀπὸ μιᾶς s. ἀπό 6 (as idiom w. noun to be supplied Mitt-Wilck. I/2, 46, 15 [338 A.D.] μίαν ἐκ μιᾶς, i.e. ἡμέραν=day after day).—B. 937; 1007f. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > εἷς

  • 8 τίθημι

    τίθημι [pron. full] [τῐ], [ per.] 2sg.
    A

    τιθεῖς Pi.P.8.11

    , S.Ph. 992 cod. B ( τιθείς LA rec.), E.Cyc. 545 codd. Lp (- θείς P,

    τίθης

    l), Alc.

    890

    codd. pler., corrupted to

    τιθείς Pl.R. 376e

    Stob., Arr.Epict.3.22.76, Pl.Euthd. 301e ([etym.] ἐπι-), Lib. Or.46.28 ([etym.] προς-) ; ἐν-τιθεῖς (v.l. -εὶς) Ar.Eq. 717;

    περι-τιθεῖς BGU 1141.19

    (i B.C.); but τίθης is found in Pl.R.l.c. codd. AD, Ar. l.c. cod. A, Lib.Or.27.11 ([etym.] προς-), etc., and is taught by Choerob. in Theod. 2.328 H.; [dialect] Ep.

    τίθησθα Od.9.404

    , 24.476, and so in [dialect] Aeol., Alc.Supp.4.27 (

    τίθεισθα Hsch.

    ); [ per.] 3sg.

    τίθησι Il.4.83

    , al., and [dialect] Att.; [dialect] Dor.

    τίθητι SIG 331.13

    (Megara, iv B.C.), Theoc.3.48; [ per.] 3pl.

    τιθέασι Th.5.96

    , Alex.128; [dialect] Ep. and [dialect] Ion.

    τιθεῖσι Il.16.262

    , Hes.Th. 597, Hdt.2.91 (also A.Ag. 466 (lyr.)); [dialect] Aeol. τίθεισι ([etym.] προ-) Schwyzer 631 A 2 (ii B.C.); [dialect] Dor.

    τίθεντι IG12(3).103.10

    ([place name] Nisvrus); [dialect] Ion. [ per.] 3sg.

    τιθεῖ Il.13.732

    , Mimn.1.6, Hdt. 1.113, also Arc., SIG559.16 (Megalop., iii B.C. ) (

    τιθῶ Luc.Ocyp.43

    ,81, διατιθῶ cited by A.D.Synt.290.6): [tense] impf.

    ἐτίθην Pl.Grg. 500b

    ;

    ἐτίθεις Id.R. 528d

    , Ar.Nu.59 ([etym.] ἐν-), etc.;

    ἐτίθει Il.18.541

    , al., Ar.Ach. 532, Nu. 63 ([etym.] προς-), etc., [dialect] Ep.

    τίθει Il.1.441

    , al.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    τίθεσαν Od.22.456

    ;

    τίθεν Pi.P.3.65

    ;

    πρό-τιθεν Od.1.112

    (Aristarch.); late

    ἐτίθουν Act.Ap.4.35

    ; [dialect] Ion. [tense] impf. τίθεσκον Hes Fr.112; ἐτίθεα ([etym.] ὑπερ-) Hdt.3.155: imper.

    τίθει Il.1.509

    , etc.; inf. τιθέναι, not in Hom. or Hes.; [dialect] Ep.

    τιθήμεναι Il.23.83

    ;

    τιθέμεν Hes.Op. 744

    , Pi.P.1.40;

    τιθεῖν Thgn.286

    , IG12(9).189.5 ([place name] Eretria); written

    τιθῖν Byzantion 8.50

    (Phrygia, iv A.D.); part. τιθείς, but [dialect] Ion. pl. τιθεῦντες v.l. in Hdt.2.91: [tense] fut. θήσω, [dialect] Ep. inf.

    θησέμεναι Il.12.35

    ,

    θησέμεν Pi.P.10.58

    : [tense] aor.1 ἔθηκα, only used in indic., and mostly in sg., for though [ per.] 3pl. is common, the 1 and [ per.] 2pl. are rare, X.Mem.4.2.15, ([etym.] ἀν-) Hyp.Eux.9; even ἔθηκαν is very rare in early Attic,

    ἀνέθηκαν IG2.1620d

    , 22.2971 (both iv B.C.), but is found in Plb.8.4.4, etc.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    θῆκαν Il.24.795

    , etc.: [tense] aor. 2 ἔθην, not used in indic. sg., whereas pl. is very common, ἔθεμεν, ἔθετε, ἔθεσαν, [dialect] Ep.

    θέσαν 12.29

    , etc.; imper.

    θές Ar.Lys. 185

    , etc.; [dialect] Lacon. [ per.] 3sg. σέτω ib. 1081; subj. θῶ, [dialect] Aeol. and [dialect] Ion.

    θέω Sapph.12

    , ([etym.] προς-) Hdt.1.108, [dialect] Ep.

    θείω Il.16.83

    , al. (for Θή-ω); [dialect] Ep. 2 and [ per.] 3sg. θήῃς, θήῃ, 6.432, 16.96, Od.10.301, 341 (sts. with the opt. forms θείης, θείη as v.l.); [dialect] Ep. [ per.] 1pl. θέωμεν (disyll.) 24.485, θείομεν (for Θήο-μεν, short-vowel subjunctive) Il.23.244, Od.13.364; opt. θείην, [ per.] 1pl.

    θεῖμεν 12.347

    , Pl.Prt. 343e ( θείημεν codd. BT),

    προς-θεῖμεν Id.R. 370d

    , and

    κατα-θεῖτε D.14.27

    ; [ per.] 3pl.

    θεῖεν S.OC 865

    ; inf. θεῖναι, [dialect] Ep.

    θέμεναι Il.2.285

    ,

    θέμεν Od.21.3

    , Hes.Op.61,67; [dialect] Dor.

    θέμειν IG 12(1).677.13

    (Rhodes, iv B.C.); part.

    θείς Il.23.254

    , etc.: [tense] pf. τέθηκα [dialect] Att. Inscrr., IG22.2490.7 (iv B.C.), ([etym.] ἀνα-) ib.839.38, 1299.44, 1534.76, also at Delos, ib.11(2).161 A6 (iii B.C.), etc., and in Papyri, POxy. 1087.42 (i B.C.);

    τέθεικα PCair.Zen. 324

    (iii B.C.), ([etym.] ὑπο-) PPetr.3p.53 (iii B.C.), ([etym.] ἐκ-) UPZ62.4 (ii B.C.), ([etym.] ἀνα-) IG22.1011.71,80 (ii B.C.), ([etym.] προς-) Str.1.2.23; hence some editors restore τέθηκα for τέθεικα in Attic authors, as X.Mem.4.4.19, D.20.55, 22.16, 27.36, Alex.15.13; Phocian [ per.] 3pl.

    ἀνα-τεθέκαντι BCH59.202

    ([place name] Daulis):—[voice] Med. τίθεμαι, [ per.] 2sg.

    τίθεσαι Pl.Tht. 202c

    ; τίθη or τίθῃ dub. in PTeb.768.9 (ii B.C.); as [voice] Pass., AP11.300 (Pall.); imper.

    τίθεσο Ar. Pax 1039

    , Pl. Sph. 237b,

    τίθου A.Eu. 226

    , [dialect] Dor. τίθευσο cj. in AP9.564 (Nic., τιθεύσω cod., τίθεσσο Plan., cf. ἀφίκευσο); [dialect] Ep. part.

    τιθήμενος Il.10.34

    : [tense] fut.

    θήσομαι 24.402

    , etc.: [tense] aor. 1 ἒθηκάμην, only in indic. and part., and never in [dialect] Att.; [ per.] 2sg.

    ἐθήκαο Theoc.29.18

    ; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    θήκατο Il.10.31

    , Hes.Sc. 128; part.

    θηκάμενος Thgn.1150

    , Pi.P.4.29: [tense] aor. 2

    ἐθέμην Il.2.750

    , etc.; [dialect] Ep. and Lyr. [ per.] 3sg.

    θέτο 10.149

    , Pi.N.10.89; imper.

    θέο Od. 10.333

    ,

    θοῦ S.OC 466

    ; subj.

    θῶμαι E.HF 486

    , etc.; [dialect] Ep. [ per.] 2sg.

    θῆαι Od. 19.403

    ; opt.

    θείμην S.Ant. 188

    , etc.; [ per.] 3sg.

    θεῖτο Od.17.225

    , A.Pr. 527 (lyr.), Pl.Tht. 195c, etc. (πρός-θοιτο, -θοισθε, ἔν-θοιτο are found in D. 11.6, 21.188, 34.17, but

    προς-θεῖτο Id.6.12

    codd.; ἐπιθοίμεθα, -θοιντο, Th.6.34,11; cf.

    τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    ): [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass.

    τίθεμαι SIG57.25

    (Milet., v B.C.), Pl.Lg. 705e, 744a: [tense] fut.

    τεθήσομαι E.El. 1268

    , Pl.Lg. 730b, D.24.17: [tense] aor.

    ἐτέθην E.HF 1245

    , Lys.31.28, etc. (

    ἐθέθην IG14.862

    (Cumae, vi B.C.)): [tense] pf. τέθειμαι, rare in early Gr., LXX 1 Ki.9.24, Ev.Marc.15.47, ([etym.] προς-) Arist.Mech. 853a35; inf.

    τεθεῖσθαι Ar.Fr. 327

    codd. (but f.l.); part.

    τεθειμένος Demad.12

    , ([etym.] προ-) X.Hier.9.11, ([etym.] δια-) Men.591; also used in med. sense, D.21.49, SIG705.17 (Delph., ii B.C.), BGU1735.11 (i B.C.), Luc.Somn.9, ([etym.] ἐν-) D.34.16, ([etym.] προ-) Supp.Epigr.7.62.6 (Seleucia Pieria, ii B.C.), ([etym.] συν-) OGI229.62 (Smyrna, iii B.C.); ὑπεκ-τεθημένος (sic) BCH54.269 (Rhamnus, iii B.C.); ἀνα-τέθηται (pass. sense) Phld.Mus.p.81 K.; Phocian [tense] pf. part. (med. sense)

    ἀνα-τεθεμένος BCH59.202

    ([place name] Daulis):— the [voice] Pass. never occurs in Hom., and is generally rare, κεῖμαι being used instead.
    A in local sense, set, put, place,

    λίθον Il.21.405

    , cf. IG12.373.10, al.;

    θεμείλια Il.12.29

    ; τέρματα τ. Od.8.193; κλισίην, θρόνον τ. τινί, set a stool or chair for him, 4.123, 8.65 (so in [voice] Med., set for oneself,

    δίφρον 20.387

    );

    ἐκελήσατο θέμεν τὰν κλίναν, ἐφ' ἇς τὰν Σωστράταν ἔφερον

    lay down,

    IG42(1).122.31

    (Epid., iv B.C.); πόδα τ. plant the foot, i.e. walk, run, A.Eu. 294, E.IT32: so in [voice] Med., τετράποδος βάσιν θηρὸς τιθέμενος, i.e. going on all fours, Id.Hec. 1059 (lyr.): the mode is expressed by Advbs. or Preps.,
    a with Advbs., τ. τι πυρὸς ἐγγύς, ἀπάνευθε πυρός, Od.14.518, Il.18.412;

    προπάροιθε ποδῶν 20.324

    ;

    χαμαὶ τ. τὸν πόδα A.Ag. 906

    ; τὰ ἄνω κάτω and τὰ κάτω ἄνω τ. Hdt.3.3, cf. A.Eu. 651, etc.: with Advbs. implying motion,

    ἄλλοσε θῆκε Od.23.184

    , 204;

    ἔχεις.. ὅποι θήσεις Pl.R. 479c

    :—[voice] Med.,

    ὅποι.. τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    .
    b with Preps. of local sense,

    θεῖσα στέφανον ἀμφὶ βοστρύχοις E.Med. 1160

    ([voice] Med.,

    ἀμφ' ὤμοισι τιθήμενον ἔντεα Il.10.34

    ); ἀνά τινι or τι, as

    ἂμ βωμοῖσι Il.8.441

    ;

    ἀνὰ μυρίκην 10.466

    ; ἐπί τινος, τινι, or τι, as

    εἵματα ἐπ' ἀπήνης Od.6.252

    , cf. Il.16.223, etc.;

    ἐπὶ κρατὶ κυνέην 15.480

    ;

    πέπλον Ἀθηναίης ἐπὶ γούνασι 6.92

    (v. infr.111.2); ἐπὶ [θρόνον τὰ ἱμάτια] Hdt.1.9, cf. A.Supp. 483, etc.; τὴν ἀρχὴν (sc. τοῦ ἐπιδέσμου) κατὰ μεσοφρύου, ἐπὶ ἰνίον, etc., Sor.Fasc.1,2, al.; ὑπό τινι or τι, as

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ Il.24.644

    ;

    ἀμβροσίην ὑπὸ ῥῖνά τινι Od.4.445

    : most freq. with the Preps. ἐν or εἰς, put in or put into.., as

    θῆκεν ἐν ἀκμοθέτῳ ἄκμονα Il.18.476

    ;

    τόξα ἐν πυρί 5.215

    ;

    ἐν κίστῃ ἐδωδήν Od.6.76

    ; ἐν λεχέεσσι θ. [τινά] Il.18.352 (so in [voice] Med., ἐς δίφρον ἄρνας θέτο put into the car, 3.310;

    ὁ θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἐν τῷ σώματι 1 Ep.Cor.12.18

    ); ἐς λάρνακα, ἐς κάπετον, Il.24.795, 797;

    ἐς ταφάς S.Aj. 1110

    ([voice] Med.,

    ἐν τάφοισι θέσθε Id.OC 1410

    ), cf. Ant. 504, Tr. 1254.
    c in Poets also with dat. only,

    χρήματα μυχῷ ἄντρου Od.13.364

    (so in [voice] Med.,

    κολεῷ ἄορ θέο 10.333

    ), cf. S.Tr. 691, E.Hel. 1064.--The same constructions will be found under many of the following heads.
    II Special phrases:
    1 θεῖναί τινί τι ἐν χερσίν, ἐν χειρί, put it in his hands, Il.1.441, 585, etc.; ἐν χερσί or

    χείρεσσί τινος 6.482

    , 23.597;

    οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσι Od.14.448

    ; ἐς χεῖρά τινος into his hand, S.Aj. 751.
    2 of women, θέσθαι παῖδα, υἱὸν ὑπὸ ζώνῃ, to have a child put under her girdle, i.e. to conceive, h.Ven. 255, 282.
    3 ἐν ὄμμασι θέσθαι set before one's eyes, Pi.N.8.43.
    4 set a plant, X.Oec.19.7,9.
    b lay a mosaic, PCair.Zen.665.10,15 (iii B.C.).
    5 θέσθαι τὴν ψῆφον lay one's voting-pebble on the altar, put it into the urn,

    ἐς τεῦχος οὐ διχορρόπως ψήφους ἔθεντο A.Ag. 816

    : hence simply, give one's vote, ἐπὶ φόνῳ for death, E.Or. 756 (troch.); ἑωυτῷ in one's own favour, Hdt.8.123;

    σὺν τῷ νόμῳ X.Cyr.1.3.17

    ; εὔφρονα, δικαίαν τὴν ψῆφον τ., A.Supp. 640 (lyr.), Lycurg.128, etc.; and in [voice] Pass.,

    ἔστω δὴ φανερὰ ἡ ψῆφος τιθεμένη Pl.Lg. 855d

    : also γνώμην θέσθαι, c. inf., give one's opinion, Hdt.7.82;

    περὶ ἡμῶν And.3.21

    : τίθεσθαι abs., vote,

    γνώμῃ S.Ph. 1448

    codd. (anap., γνώμην Lambinus), Hld.2.29;

    μετά τινος A.Supp. 644

    (lyr.);

    ἐναντία τινί Pl.Phlb. 58b

    ; τινι S.E.P.2.37 codd., Lib.Decl.1.65.
    6 in Hom., θεῖναί τινί τι ἐν στήθεσσι, ἐν φρεσί, etc., put or plant it in his heart,

    ἐν στήθεσσι τιθεῖ νόον Il.13.732

    ; βουλὴν ἐν στήθεσσι τ. 17.470;

    ἔπος ἐν φρεσί 19.121

    , al.; also

    μένος δέ οἱ ἐν φρεσὶ θῆκε 21.145

    :—[voice] Med., ἄγριον ἐν στήθεσσι θέτο θυμόν laid up wrath in his heart, treasured it there, 9.629;

    ἐν φρεσὶ θέσθε αἰδῶ καὶ νέμεσιν 13.121

    ; τοῖσιν κότον αἰνὸν ἔθεσθε harboured enmity against them, 8.449;

    καθαρὸν θέμενος νόον Thgn.89

    ;

    θέμενος ἄγναμπτον νόον A.Pr. 164

    (lyr.); ἐνὶ φρεσὶ θέσθαι, c. inf., bear in mind, think of doing a thing, Od.4.729;

    θ. [τι] ἐν καρδίᾳ Ev.Luc. 1.66

    .
    7 deposit, as in a bank,

    τὰ πρυτανεῖα πρὸς τοὺς ἄρχοντας IG12.22.33

    ;

    θεὶς ἐπὶ τὴν τράπεζαν τὰς τετταράκοντα μνᾶς Hyp.Ath.5

    ;

    ἐνέχυρον τιθέναι τι Ar.Pl. 451

    , cf. Ec. 755, D.41.11, PEnteux.32.7 (iii B.C.), etc.:—[voice] Med.,

    τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης θέσθαι παρά τινα Hdt.6.86

    .ά, cf. Od.13.207;

    τὴν τιμὴν θήσονται ἐπὶ τὴν τράπεζαν, ἕως.. PCair.Zen.723.11

    (iii B.C.);

    ἐγγύην θέσθαι A.Eu. 898

    ;

    συνθήκας παρά τινι Lycurg.23

    :—[voice] Pass.,

    τὰ ληφθέντα καὶ τὰ τεθεντα D.49.5

    (but [voice] Act. and [voice] Med. are sts. distd., ὁ θείς the mortgagor, ὁ θέμενος the mortgagee,

    τοὺς θέντας ἡμᾶς ἢ καὶ τοὺς θεμένους ὑμᾶς Pl.Lg. 820e

    , cf. Hyp.Fr. 169, D.53.10; τίθεσθαι seems to have the same meaning as ὑποτίθεσθαι in IG22.43.41, 2758.4, 12(7).55.12 (Arcesine, iv/iii B.C.), but the two are distd. in Supp.Epigr.3.760 (Euboea, iv B.C.)): metaph., χάριν or χάριτα θέσθαι τινί deposit a claim for favour with one, lay an obligation on one, Hdt.9.60, 107, cf. A.Pr. 783, etc.
    8 pay down, pay, τόκον, εἰσφοράν, μετοίκιον, D.41.9, 22.43, 29.3;

    τὸ γιγνόμενον Id.18.104

    ;

    τὸν πριάμενον ἑκατοστὴν τιθέναι τῆς τιμῆς Thphr.Fr.97.1

    ;

    τὴν τιμήν PRev.Laws 18.13

    (iii B.C.);

    τὰ μέρη PCair.Zen.218.33

    (iii B.C.); [τὰς δραχμὰς] εἰς ἀνήλωμα τοῦ πλοίου ib.753.64 (iii B.C.):—[voice] Med.,

    θέμενος ἀρραβῶνα PFlor.303.3

    (vi A.D.).
    10 in military language, τίθεσθαι or θέσθαι τὰ ὅπλα has four senses,
    a rest arms, i.e. halt, with arms in an easy position but ready for action, Th.4.44,93, 7.3; θέμενοι ἐς τὴν ἀγορὰν τὰ ὅπλα advancing to the market-place and resting arms there, Id.2.2, cf. Hdt.9.52, X.An.1.5.14, 17, 1.6.4, etc.; εἰς τάξιν τὰ ὅπλα τ. ib.2.2.21, 5.4.11; so ἐν τάξει ib.2.2.8; ἀντία τισί over against them, Hdt.5.74 (in 1.62 ἀντία ἔθεντο τὰ ὅπλα over against it (the temple)); poet., πάτρας ἕνεκα εἰς δῆριν ἔθεντο ὅπλα Inscr. ap. D.18.289.
    b bear arms, fight,

    τὸ θυμοειδὲς.. ἐν τῇ τῆς ψυχῆς στάσει τίθεσθαι τὰ ὅπλα πρὸς τὸ λογιστικόν Pl.R. 440e

    ;

    τοῦ δήμου.. παρακαλοῦντος τοὺς στρατιώτας τίθεσθαι πρὸς τὴν πόλιν IG22.666.10

    ;

    ὃς ἂν μὴ θῆται τὰ ὅπλα μηδὲ μεθ' ἑτέρων Arist.Ath.8.5

    , cf. Lys.31.14, D.21.145; so ὁπόσοιπερ ἂν ὅπλα ἱππικὰ ἢ πεζικὰ τιθῶνται who serve on horseback or on foot, Pl.Lg. 753b, cf. 756a;

    ἐν ταῖς ναυσὶ τὰ ὅπλα θέσθαι Plu.Cim.5

    .
    c lay down one's arms, surrender, D.S.20.31,45; so, without the idea of surrender, θέσθαι τὰς ἀσπίδας X.HG2.4.12 (but [voice] Act.,

    τὰ ὅπλα θείς Plu.2.759a

    ).
    II lay in the grave, bury,

    ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέα 23.83

    (freq. with words added, ἐν τάφοισι, ἐς ταφάς, etc., v. supr. 1 b); ποῦ σφε θήσομεν χθονός; A.Th. 1006 (lyr.):— [voice] Pass.,

    τὰ δὲ ὀστᾶ φασι.. τεθῆναι.. ἐν τῇ Ἀττικῇ Th.1.138

    , cf. Pl.Mx. 242c, Lg. 947e;

    ἄλλῳ δὲ μηδενὶ ἐξεῖναι ἐν τῷ πυργίσκῳ τεθῆναι μετὰ τὸ ἐνταφῆναι αὐτήν· ἐπεὶ ὁ θείς τινα ἀσεβὴς ἔστω θεοῖς καταχθονίοις TAM 2(1).51

    ([place name] Telmessus), cf. 55, al., AJP48.30 ([place name] Apamea), Supp.Epigr. 6.221 ([place name] Phrygia), etc.
    12

    τιθέναι τὰ γόνατα

    kneel down,

    Ev.Marc. 15.19

    , Ev.Luc.22.41, al.
    III set up, of the prizes in games,

    ἄεθλα Il.23.263

    , etc.; ἀέθλιον ib. 748;

    νικητήρια S.Fr. 537

    (so in [voice] Pass., τὰ τιθέμενα the prizes, D.61.25); also with the object offered as the prize, τ. δέπας, βοῦν, σόλον, etc., Il.23.656, 750, 826, al., cf. Hdt. 1.144, S.Aj. 573:—this is more fully expressed by ἐς μέσσον τ., Il.23.704: after Hom. more generally, lay before people as common property,

    βούλομαι ὑμῖν εἰς τὸ μέσον αὐτὸ θεῖναι Pl.Lg. 719a

    ;

    ἐς μέσον ἀρχὴν τιθεὶς ἰσονομίην ὑμῖν προαγορεύω Hdt.3.142

    ; so also

    τ. τι εἰς τὸ κοινὸν X.Mem.3.14.1

    ; reading and sense are doubtful in A.Ch. 145.
    2 set up in a temple, dedicate,

    ἀγάλματα Od.12.347

    ;

    τάσδε.. θεοῖς ἀσπίδας ἔθηκε E.Ph. 576

    ; so perh. Il.6.92 (v. supr. 1b).
    IV assign, award,

    τιμήν τινι Il.24.57

    ;

    ὄνομά τινι Pl.Sph. 244d

    : esp. in [voice] Med., ὄνομα (or οὔνομα) θέσθαι τινί give a child a name at one's own discretion, Od.18.5, 19.406 (in 19.403 with v.l. θείης), Hdt.1.107, 113, cf. E.Ph.13: ellipt., without

    ὄνομα, ᾧ δὴ ἀθροίς ματι ἄνθρωπόν τε τίθενται καὶ λίθον Pl.Tht. 157b

    , cf. Cra. 402b: pleonast.,

    Ἴωνα δ' αὐτὸν ὄνομα κεκλῆσθαι θήσεται E. Ion75

    .
    V τιθέναι νόμον down or give a law, of a legislator, S.El. 580, E.Alc.57, Ar.Ach. 532, Pl.R. 339c, D.24.99, etc.:—so in [voice] Med., of Solon, Hdt.1.29; of a people, state, or legislature, give oneself a law, make a law, Pl.R. 338e, Isoc.3.6, Arist. Pol. 1289a14 ([voice] Pass.,

    τίθεται νόμος Ar.Nu. 1425

    , Pl.Lg. 705e, 744a; τιμωρίαι.. ἐτέθησαν ib. 943d); also

    θήσω θεσμόν A.Eu. 484

    ;

    κήρυγμα θεῖναι S.Ant.8

    ; σκῆψιν τιθέναι allege an excuse, Id.El. 584: c. acc. et inf., order matters so that.., [

    ὁ Λυκοῦργος] ἔθηκε θύειν βασιλέα πρὸ τῆς πόλεως τὰ δημόσια ἅπαντα X.Lac.15.2

    , cf. 1.5, 2.11; without inf.,

    καλῶς ἔθεντο ταῦτα πατέρες οἱ πάλαι E.Or. 512

    : c. dat. et inf.,

    γυναιξὶ σωφρονεῖν.. θήσει Id.Tr. 1057

    .
    2 [voice] Med., agree upon,

    ἡμέραν θέσθαι D.42.1

    ,13; so θ. συγγραφήν, ὁμολογίαν, σύμβολόν τινι, etc., PEleph. 2.16 (iii B.C.), PGoodsp.Cair. 6ii 2 (ii B.C.), PRein.11.9 (ii B.C.), etc.
    3 execute a document. τ. διαθήκην make a will, Stud.Pal.1.6.3 (v A.D.): so in [voice] Med., PSI10.1119.16 (ii A.D.); θέσθαι τινὸς ἀπαρχήν make out a person's birth-certificate, ib.9.1067.15 (iii B.C.), etc.
    VI establish, institute,

    ἀγῶνας A.Ag. 845

    , cf. X.An.1.2.10; ἐν τοῖς ἀγώνοις οἷς ἁ πόλις τίφητι (sic) Delph.3(3).120.17 (ii B.C.);

    πενταετηρίδα Pi.O.3.21

    .
    VII dispose, order, ordain, bring to pass, of gods,

    οὕτω νῦν Ζεὺς θείη Od.8.465

    , 15.180;

    ὣς ἄο' ἔμελλον θησέμεναι Il.12.35

    ; [

    Ζεὺς] τίθησ' ὅπῃ θέλει Semon.1.2

    ; τὰ δ' ἄλλα πάντ' ἄνω τε καὶ κάτω στρέφων τίθησιν (sc. Ζεύς) A.Eu. 651; πάντα παγκάκως θεοὶ θέσαν cj. in Id.Pers. 283 (lyr.);

    τέλος δ' ἔθηκε Ζεὺς.. καλῶς S.Tr. 26

    ; κόσμῳ θέντες, as etym. of θεοί, Hdt.2.52; of human beings, administer, manage, [τι] κακῶς θέμεν, εὖ θέμεν, Thgn.845, 846;

    τὰ δ' ἄλλα φροντὶς.. θήσει δικαίως A.Ag. 913

    ; ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς ib. 1673 (troch.);

    ταῦτ' ἐγὼ θήσω καλῶς E.Hipp. 521

    , cf. Andr. 737;

    τὰ παρ' ὑμῶν εὖ τίθει Ar.Lys. 243

    ;

    τ. τὰ τῶν φίλων ἀσφαλῶς X.Ages.11.12

    ;

    τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ πράξει καλῶς E.Fr. 287

    :—[voice] Med., administer for oneself,

    οἶκον εὖ θέσθαι Hes.Op.23

    ;

    ἄνδρας σοφοὺς χρὴ τὸ παρὸν πρᾶγμα καλῶς εἰς δύναμιν τίθεσθαι Cratin. 172

    (lyr.), cf. D.23.134, Anon.ap Suid.s.v. τίθεσθαι, Hsch.s.v.

    τὸ παρὸν εὖ τίθεσο; ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο θέσθαι τὸ παρόν Th.1.25

    ; τὸ παρὸν εὖ θέσθαι make the best of one's resources or situation, Luc.Nec.21, M. Ant.6.2, cf. Aristid.2.35 J.;

    εὐτυχίαν τὴν παροῦσαν ἔξεστι καλῶς θέσθαι Th.4.17

    ;

    τὰ παρόντα θέσθαι καλῶς Ach.Tat.5.11

    ;

    τὰ σεωυτοῦ τιθέμενος εὖ Hdt.7.236

    ;

    τὰ οἰκεῖα εὖ θέμενον Pl.R. 443d

    ;

    τὰ ἴδια ἕκαστοι εὖ βουλόμενοι δὴ θέσθαι Th.4.59

    ;

    τὰ πάντα ὅπως ἂν αὐτῇ ἡδὺ ᾖ οὕτως τίθεσθαι X.Mem.1.4.17

    ;

    εἰ μὴ θήσομαι τἄμ' ὡς ἄριστα E.Andr. 378

    ;

    τὸ σαυτοῦ θέμενος εὖ Id.IT 1003

    , cf. Ba.49, HF 605, 938, Hipp. 709, Dionys.Eleg.1.5;

    τὰ πρὶν εὖ θέμενος S.El. 1434

    ; συνετῶν ἀνδρῶν (sc. εἶναι)

    , πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι Pittac.

    ap. D.L.1.78; τὸ κοινῶς φοβερὸν ἅπαντας εὖ θέσθαι that all should face the common danger, Th.4.61; of wars, quarrels, etc., bring them to a successful issue, but sts. put a good face on them, patch them up,

    ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται Id.8.84

    ;

    θήσονται τὸν πόλεμον ᾗ βούλονται Id.1.31

    ; πόλεμον ἀραμένους οὐ ῥᾴδιον εὐπρεπῶς θέσθαι ib.82;

    ὅτῳ τρόπῳ.. τὸ σφέτερον ἀπρεπὲς εὖ θήσονται Id.6.11

    ;

    μεθ' ἧς τὸ νῦν παρεστὸς νεῖκος εὖ θέσθαι χρεών S. OT 633

    ;

    τὸν τρὸς τοὺς Ἐλευσῖνι πόλεμον ὡς μετρίως ἔθεντο Pl.Mx. 243e

    ; ἄμεινον ἢ τότε ἐθέμεθα τὸν πόλεμον ib. 245e;

    τὰς γενομένας συμφορὰς πρὸς ἀλλήλους θέσθαι καλῶς And.1.140

    : abs.,

    θέσθαι καλῶς S.Fr. 350

    :—pass.,

    εἰ τεθήσεται κατὰ νοῦν τὰ πράγματα Th.4.120

    .
    2 in the game of πεττεία, κυβεία, Lat. tesserae (cf. Ter.Adelph.739), to place as skilfully as possible the pieces which have been assigned to one by the luck of the dice,

    πεττείᾳ τινὶ ἔοικεν ὁ βίος, καὶ δεῖ ὥσπερ ψῆφόν τινα τίθεσθαι τὸ συμβαῖνον Socr.

    ap. Stob.4.56.39;

    ὥσπερ ἐν πτώσει κύβων πρὸς τὰ πεπτωκότα τίθεσθαι τὰ αὑτοῦ πράγματα ὅπῃ ὁ λόγος αἱρεῖ βέλτιστ' ἂν ἔχειν Pl.R. 604c

    , cf. Plu.Pyrrh.26;

    στέργειν δὲ τἀκπεσόντα καὶ θέσθαι πρέπει σοφὸν κυβευτήν S.Fr. 947

    ; τὰ δεσποτῶν γὰρ εὖ πεσόντα θήσομαι I will take advantage of my master's good luck, A.Ag.32: many of the passages cited in A. v11. I may be metaph. applications of this sense.
    B put in a certain state or condition, much the same as ποιεῖν, ποιεῖσθαι, and so often to be rendered by our make:
    I folld. by an attributive Subst., make one something, with the predicate in apposition, θεῖναί τινα αἰχμητήν, ἱέρειαν, μάντιν, etc., Il.1.290, 6.300, Od.15.253, etc.;

    θ. τινὰ ἀρχέπολιν Pi.P.9.54

    ; θεῖναί τινα ἄλοχόν τινος make her another's wife, of a third person who negotiates a marriage, Il.19.298 (for [voice] Med., v. infr. 3); ἥτε με τοῖον ἔθηκεν ὅπως ἐθέλει who has made me such as she will, Od.16.208; σῦς ἔθηκας ἑταίρους thou hast made my comrades swine, 10.338; so [

    νῆα] λᾶαν ἔθηκε 13.163

    , cf. Il.2.319, etc.;

    ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον LXX Ps.109(110).1

    ; but γέλων ἔθηκε συνδείπνοις caused them laughter, E. Ion 1172; λόγους εἰς μέτρα τ. put them into verse, Pl. Lg. 669d.
    2 with an Adj. for the attributive, θεῖναί τινα ἀθάνατον καὶ ἀγήρων make him undying and undecaying, Od.5.136; πηρόν, τυφλόν, ἀφνειὸν τ. τινά, Il.2.599, 6.139, 9.483;

    τὸν μὲν.. θῆκε μείζονά τ' εἰσιδέειν καὶ πάσσονα Od.6.229

    , cf. 18.195, Pl.Prt. 344d.
    b of things, ἅλιον πόνον, πόνον οὐκ ἀτέλεστον, πάντα μεταμώνια, Il.4.26,57, 363;

    ὄλεθρον ἀπευθέα θῆκε Κρονίων Od.3.88

    , cf. 11.274;

    ἀποίητον θέμεν ἔργων τέλος Pi.O.2.17

    ;

    ἀρὰν τ. ἀλαθῆ A.Th. 944

    (lyr.); ἀναστάτους οἴκους τ. S.Ant. 674;

    τ. λεῖον τὸν τραχὺν ἐχῖνον Ar. Pax 1086

    ; τὸ πραχθὲν ἀγένητον τ. Pl.Prt. 324b.
    3 freq. in [voice] Med., γυναῖκα or ἄκοιτιν θέσθαι τινά make her one's wife, Od.21.72, 316, B.5.169; παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν θ. take her own son as husband, A.Th. 929 (lyr.).
    b υἱὸν θέσθαι τινά, like ποιεῖσθαι, make one's son, adopt, Pl.Lg. 929c, etc.: abs., θέσθαι τινά adopt, Plu.Aem.5.
    4 c. inf., make one do so and so, τιθέναι τινὰ νικᾶσαι make him conquer, Pi.N.10.48 (dub.);

    μετατραπεῖν Id.Fr. 177

    ;

    τὸν πάθει μάθος θέντα κυρίως ἔχειν A.Ag. 178

    (lyr.), cf. 1036, 1174 (lyr.), E.Med. 718, Heracl. 990, etc.
    II in reference to mental action, when [voice] Med. is more freq. than [voice] Act., lay down. assume, hold, reckon or regard as.., τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε; Od.21.333;

    δαιμόνιον αὐτὸ τίθημ' ἐγώ S.El. 1270

    (lyr.);

    τοιοῦτον θέντες τὸν δίκαιον Pl.R. 361b

    , cf. 430b ([voice] Med.); θὲς δή μοι.. now suppose so and so, Id.Tht. 191c;

    εὐεργέτημά τι θεῖναι D.1.10

    ; with

    ὡς, θέντες ὡς ὑπάρχον εἶναι ὃ βούλονται Pl.R. 458a

    , cf. Phd. 100a;

    μὴ τοῦτο ὡς ἀδίκημα θῇς D.18.193

    .
    2 folld. by Advbs., ποῦ χρὴ τίθεσθαι ταῦτα; in what light must we regard these things? S.Ph. 451; οὐδαμοῦ τιθέναι τι hold of no account, E.Andr. 210; πρόσθεν or ἐπίπροσθέν τινος τιθέναι τι, Id.Hec. 129 (anap.), Supp. 515; πόρρω τίθεσθαί τί τινων set far below.., D.18.299.
    3 folld. by Preps.,

    τ. τινὰ ἐν φιλοσόφοις Pl.R. 475d

    ;

    ἐν τοῖς φίλοις X.Mem.2.4.4

    ; also εἰς ὁποτέραν (of two classes) Pl.Sph. 264c; εἰς τὸν δῆμον, εἰς τοὺς πλουσίους, X.Mem.4.2.39; also

    οὐκ ἐν λόγῳ τίθεσθαί τινα Tyrt.12.1

    ;

    ἐν τιμῇ τίθεσθαί τινα Hdt.3.3

    ;

    ἐν αἰτίῃ τιθέναι τινά Id.8.99

    ; ἐν οἰωνῷ τινι τοῦ μέλλοντος, ἐν ἐπαίνῳ, ἐν γέλωτι τίθεσθαι, Plu.Alex.31, Cat.Ma.20, TG17; θέσθαι παρ' οὐδέν set at naught, A.Ag. 230 (lyr.), E.IT 732, cf. Pl.Phdr. 252a (but

    ἐν οὐδενί BGU1816.23

    (i B.C.), Supp.Epigr.7.1.6 (Susa, i A.D., Epist.Artabani));

    ἐν παρέργῳ θοῦ με S.Ph. 473

    ; πάντα ταῦτ' ἐν εὐχερεῖ ἔθου ib. 876;

    ταῦτ' ἐν αἰσχρῷ θέμενος E. Hec. 806

    ;

    ἐν ἀδικήματι θέσθαι τι Th.1.35

    ;

    ἐν ἀδικήματος μέρει τιθέναι τι D.23.148

    ; θέσθαι τὰ δίκαια ἔκ τινος estimate them by.., Id.8.8.
    5 c. inf., οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον I hold not that he lives, count him not as living, S.Ant. 1166: so in [voice] Med., Pl.Phd. 93c, D. 25.43,44: rarely c. part., θήσω ἀδικοῦντα [αὐτόν] Id.23.76, cf. Pl. Prt. 343e, Ap. 27c.
    6 elliptically, lay down, assume, θῶμεν δύο εἴδη (sc. εἶναι) Id.Phd. 79a, etc.; θήσω οὕτω (sc. εἶναί τι) D.23.85, cf. Arist.Pol. 1290a30.
    C without any attributive word following, make, work, execute, of an artist,

    ἐν δ' ἐτίθει νειόν Il.18.541

    , cf. 550, 561, 607; [

    δόρπον] θησέμεναι Od.20.394

    .
    2 make, cause, bring to pass,

    ἔργα Il.3.321

    ;

    τ. κέλαδον καὶ ἀϋτήν 9.547

    ;

    ὀρυμαγδόν Od.9.235

    ;

    ἔριν μετ' ἀμφοτέροισιν 3.136

    ; φιλότητα, ὅρκια μετ' ἀμφ., Il.4.83, Od.24.546: c. dat. pers.,

    σῆμα τιθεὶς Τρώεσσι Il.8.171

    ;

    Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκεν 1.2

    , etc.;

    πᾶσι δ' ἔθηκε πόνον 21.524

    , cf. 15.721, 16.262;

    φόως ἑτάροισιν 6

    6, etc.;

    χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν Pi.O.2.99

    ;

    πόλει κατασκαφὰς θέντες A. Th.47

    ;

    εἰρήνην φίλοις Id.Pers. 769

    ;

    αἷμα θήσεις E.Ba. 837

    (s. v.l.).
    3 freq. in [voice] Med., make or prepare for oneself, θέσθαι κέλευθον make oneself a road, open a way, Il.12.418;

    θέτο δῶμα Od.15.241

    ; τίθεντο δὲ δαῖτα, δόρπα, Il.7.475, 9.88 (but δαῖτα τίθενται are holding a feast, Od.17.269); μεγάλην ἐπιγουνίδα θέσθαι to make oneself, get a large thigh, Od.17.225; θέσθαι μάχην engage in.., Il.24.402;

    δυσμενέεσσι πόνον καὶ δῆριν ἔθεντο 17.158

    ; ἱδρῶτα τίθεσθαι have an access of perspiration, Hp.Decent.2; μαρτύρια θέσθαι produce as testimony, Hdt.8.55; ἀνδρὸς αἰδοίου πρόσοψιν θηκάμενος putting on the aspect of a reverend man, Pi.P.4.29, cf. Hsch. s.v. θήκατο; πόνον πλέω τίθου work thyself the more annoy, A.Eu. 226;

    εὐκλεᾶ θέσθαι βίον S.Ph. 1422

    , etc.
    4 periphr. for a single Verb. μνηστήρων σκέδασιν θεῖναι make a scattering, Od.1.116; θέμεν κρυφόν, νέμεσιν, αἶνον, for κρύπτειν, νεμεσῦν, αἰνεῖν, Pi.O.2.97, 8.86, N.1.5;

    μὴ σχολὴν τίθει A. Ag. 1059

    ; ὑμῖν ἔθηκε σὺν θεοῖς σωτηρίαν (v.l. προμηθίαν) E.Med. 915:— also in [voice] Med., θέσθαι μάχην, for μάχεσθαι, Il.24.402; θέσθαι θυσίαν, γάμον, for θύειν, γαμεῖσθαι, Pi.O.7.42, 13.53; σπουδήν, πρόνοιαν θέσθαι, S.Aj.13, 536, cf. Pi.P.4.276;

    θ. ἐπιστροφὴν πρό τινος S.OT 134

    ;

    περὶ τούτων οἰκονομίας PEnteux.22.6

    (iii B.C.); and c. gen., θ. λησμοσύναν, συγγνωμοσύνην τινῶν, S.Ant. 151 (lyr.), Tr. 1265 (anap.). (Cf. Lith. dēti 'lay (eggs, etc.)', Skt. dáti 'lay down, place', Lat. -do in con-do, etc., Engl. do, doom.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τίθημι

  • 9 ἀξία

    ἀξία, [dialect] Ion. -ιη, , ([etym.] ἄξιος)
    A worth, value,

    τῶν φορτίων Hdt.4.196

    ;

    τοῦ τιμήματος τῆς ἀξίας E.Hipp. 623

    ;

    ἡ ἀ. τοῦ δούλου Pl.Lg. 936d

    ; then, simply, money-value, price, amount,

    κατ' ἀξίην ἑκάστου ἀδικήματος ἐδικαίευ Hdt.1.100

    ;

    ὑποτελέειν ἀξίην βασιλέϊ Id.4.201

    ; τῆς ἀ. τιμᾶσθαι estimate the penalty at the real amount, Pl.Ap. 36b, cf. e;

    τὴν ἀξίαν τῆς βλάβης ἀπογράφεσθαι Id.Lg. 845e

    ; προσάπτειν ἑκάστῳ τῶν ἁμαρτημάτων τὴν ἀ. τοῦ πάθους ib. 876d;

    μὴ κατ' ἀξίαν τῆς οὐσίας X. Cyr.8.4.32

    ;

    σκοποῦμαι.. εἰ ἄρα ὥσπερ τῶν οἰκετῶν, οὕτω καὶ τῶν φίλων εἰσὶν ἀξίαι Id.Mem.2.5.2

    ; κατὰ τὴν τῆς ὀλιγωρίας ἀ. according to the amount of his neglect, Decr. ap. D.18.74; ἡ κατ' ἀ. ἰσότης proportionate equality, Arist.Pol. 1302a8; τὸ κατ' ἀ. ἴσον ib. 1301b30;

    παρὰ τὴν ἀ. Id.EN 1122b29

    ,al.
    2 of persons, reputation, dignity, Th.6.68, D.13.18, cf. 18.63;

    ἡ τῆς ἀρχῆς ἀ. Pl.Lg. 945b

    ; ἡ τῆς ἀ. τιμή ib. 744b; οἱ ἐπ' ἀξίας persons of dignity, official personages, Luc.Nigr.24; ἐξεπορεύετο μετὰ μεγάλης ἀ. with great dignity, pomp, Plb.38.8.6;

    κατὰ δουλικὴν ἀξίαν κοσμεῖσθαι D.S.5.40

    .
    3 generally, a man's due, merit, deserts,

    τὴν μὲν ἀ. οὐ λάμψεαι, ἐλάσσω δὲ τῆς ἀξίης Hdt.7.39

    ;

    εἰ τῆς ἀ. ἐτύγχανες Ar.Av. 1223

    ; κατ' ἀξίαν according to desert or merit, duly, E.Hec. 374, Pl.R. 496a, cf. Phd. 113e, al.; ὑπὲρ τὴν ἀ. beyond desert, undeservedly, E.HF 146, D.2.3; παρὰ τὴν ἀ., οὐ κατ' ἀ., Th.7.77, cf. D.1.23.
    b penaliy, τὴν ἀ. ἀποτίνειν, ὑπέχειν, Luc. DMort.30.1, Pisc.8.
    4 moral value, Stoic.3.30: pl., Cleanth.ib. 1.129.
    II estimate of a thing's worth, opinion,

    κατὰ τὴν ἰδίαν ἀ. D.S.14.10

    , cf. 107; esp. estimate of the moral value of actions,

    αἱ τῶν ἐκτὸς ἀξίαι Arr.Epict.1.2.7

    , cf. 1.25.17.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀξία

  • 10 ὠφέλεια

    ὠφέλ-εια, , required by the metre (in iambics), S.El. 944, Ar. Th. 183; whereas [full] ὠφελία is required in E.Andr. 539 (anap.), Fr.78 (lyr.), Ar.Ec. 576 (lyr.): the best codd. of Pl. have ὠφελία more freq. than ὠφέλεια (although B always has ὠφέλεια in Phdr.), and ὠφελία is found in IG12.69.24 (v B. C., Prose), Hyp.Eux.9, and freq. in Phld., as Mus.p.54 K., al.: [dialect] Ion. [full] ὠφελίη Hdt.5.98, al., AP6.187 (Alph.):—
    A help, aid, succour, esp. in war,

    ἔπεμπον ἐς τὴν Ἐπίδαμνον.. τὴν ὠ. Th. 1.26

    , cf. 39;

    τὴν ὠ. παρέχειν τινί Id.3.13

    , cf. And.3.31;

    ὠ. ἀνδρὶ φέρειν E.Fr.78

    (lyr.);

    ὠ. προσλήψεσθαι Th.2.7

    ;

    ἀπό τινων εὑρίσκεσθαι Id.1.31

    ;

    τῆς ὠ. μεταλαμβάνειν Id.1.39

    ;

    τυγχάνειν Id.6.17

    ; ἐπάγεσθαί τινας ἐπ' ὠφελίᾳ for aid, Id.1.3, cf. 5.38; ἀποχρήσασθαι τῇ ἑκατέρου ἡμῶν ὠ. to make full use of the assistance or services we both can give, Id.6.17;

    μετὰ τῶν κειμένων νόμων ὠφελίας Id.3.82

    , cf. D.H. Th.31; οὐδὲν ἰατρικῆς δεῖται οὐδ' ὠφελίας or any other aid, Pl.Ly. 217a, cf. R. 559b; καὶ τοῖσιν ἑλκωθεῖσιν ὠφελίαν ( ὠφέλειαν codd., unmetrically)

    ἔχει Com.Adesp.106.8

    .
    II profit, advantage,

    βούλευμα ἀπ' οὗ.. οὐδεμία ἔμελλε ὠφελίη ἔσεσθαι Hdt.

    l. c.;

    εἴ τις ὠφέλειά γε S.El. 944

    ; τὴν κοινὴν ὠ. φυλάξαι the common interest of all, Th. 6.80;

    τίς ἂν εἴη ἡμῖν ὠ. εἰδόσιν αὐτό; Pl.Chrm. 167b

    ; opp. βλάβη, X.Cyr.6.2.13, Pl. (v. infr.2), etc.; opp. ζημία, X.Mem.2.3.6; ἐπ' ὠφελείᾳ ἐστί τι ib.1.4.4: c. gen. subjecti, τὴν ὠ. τὴν τῶν τειχέων their utility, Hdt.7.139: c. gen. objecti, ἐπ' ὠφελίᾳ τῶν φίλων for their benefit, Pl.R. 334b; ὠφελίας ἕνεκα ib. 398b;

    ἐναντία τῇ ἑαυτῶν ὠ. And.2.2

    ; ἐν ὠ. ἐστί 'tis of use, X.Vect.4.35; after ὠφελεῖν, cf.

    ὠφελέω 1.5

    .
    2 source of gain or profit, service, freq. in pl.,

    τὰς ὠ. τὰς ἐκ τῆς στρατείας.. ἐσομένας Isoc.4.15

    ;

    αἱ κοιναὶ ὠ. Lys. 19.62

    ;

    αἱ ἀπὸ τινος γιγνόμεναι ὠ. Isoc.4.29

    ;

    ὠφελίας τε καὶ βλάβας ἀποδιδοῦσα Id.R.332d

    ;

    αἱ παρὰ τῶν μισθοδοτούντων αὐτοὺς ὠ. D.15.32

    .
    3 esp. gain made in war, spoil, booty, Plb.2.3.8, 3.82.8, Rev.Arch.6(1935).31 (pl., Amphipolis), LXX 2 Ma.8.20; ὠ. μεγάλαι καὶ

    λάφυρα Plu.2.255b

    ;

    ὠφελείας ἀθροῖσαι Id.Cleom.12

    ;

    πολλῆς ὠ. κυριεῦσαι D.S.15.36

    ;

    τὴν χώραν γέμειν ὠφελείας Plb.3.80.3

    ; τίθεσθαι τὰ χρήματα δι' ὠφελείας to regard as booty, D.H.7.37; so in the chase, game, X.Cyn.6.4; so of a thief,

    ὠ. ἑτοίμην καὶ κατειργασμένην ἀφῆκεν Antipho 2.1.4

    . (Prob. abstracted fr. οἰκ-ωφελία, which comes fr. οἶκον ὀφέλλειν 'to increase the οἶκος'; cf. ὄφελος.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὠφέλεια

  • 11 τίθημι

    τίθημι (Hom.+) and its by-form τιθέω (Hv 1, 1, 3 and 2, 1, 2 as historical present; B-D-F §321; s. Rob. 318); impf. 3 sg. ἐτίθει, 3 pl. ἐτίθεσαν Mk 6:56 and ἐτίθουν as v.l.; Ac 3:2; 4:35; Hv 3, 2, 7 (B-D-F §94, 1; Mlt-H. 202); fut. θήσω; 1 aor. ἔθηκα (B-D-F §95, 1; Rob. 308; 310); 2 aor. subj. θῶ, impv. 2 pl. θέτε, inf. θεῖναι, ptc. θείς; pf. τέθεικα.; plpf. ἐτεθείκει (Just., D. 78, 5). Mid.: fut. θήσομαι; 2 aor. ἐθέμην. Pass.: fut. 3 pl. τεθήσονται Jer 13:16; 1 aor. ἐτέθην; pf. τέθειμαι, ptc. τεθειμένος (Nicol. Dam.: 90 Fgm. 130, 18 p. 401, 3 Jac.) J 19:41; Hs 9, 15, 4 (on the pf. s. B-D-F §97, 2). The middle is gener. not different in mng. fr. the act. (B-D-F §316, 1; s. Rob. 804f). The semantic boundaries of this multivalent verb are quite flexible.
    to put or place in a particular location, lay, put
    act. and pass.: gener.
    α. w. acc. lay (away), set up, put (away) ποῦ τεθείκατε αὐτόν; where have you laid him? J 11:34 (as early as Hom. τιθέναι has the special sense lay away, bury); cp. Mk 16:6; J 19:42; 20:2, 13, 15. Pass. (ApcMos 42 ποῦ μέλλοι τεθῆναι τὸ σῶμα αὐτῆς) Mk 15:47; Lk 23:55. ὅπου ἦν τεθείς GPt 12:51. λίθον Ro 9:33 (Is 28:16 ἐμβαλῶ); 1 Pt 2:6; pass. B 6:2. θεμέλιον lay a foundation Lk 14:29; 1 Cor 3:10f (in imagery).—Of stones ἐξώτεροι ἐτέθησαν they were placed on the outside Hs 9, 8, 3; 5a (cp. c); 7. ἐν ἰσχύι τέθεικεν τὴν σάρκα αὐτοῦ κύριος the Lord (God) has set his (Christ’s) flesh in strength B 6:3a; cp. b (Is 50:7).
    β. w. the acc., oft. supplied fr. the context, and a prepositional expr. closely related to the verb (Herodas 4, 34 τιθέναι εἰς τοὺς λίθους ζοήν [ sic]) εἰς κρύπτην put someth. in a cellar Lk 11:33. εἰς μνημεῖον lay in a tomb Ac 13:29; cp. Rv 11:9. Of stones τιθ. εἰς τ. οἰκοδομήν put into the building Hv 3, 2, 7. Pass. Hs 9, 4, 5; 9, 6, 8; cp. 9, 5, 4. Opp. ἐκ τῆς οἰκοδομῆς ἐτέθησαν they were put out of the building 9, 8, 1. ἔμπροσθέν τινος GPt 4:12. ἔν τινι (Gen 50:26; Jos., Ant. 14, 124; TestJob 20:9): ἐν μνημείῳ Mt 27:60; cp. Mk 6:29; 15:46; Lk 23:53; Ac 7:16. Pass. J 19:41.—Mk 6:56; Ac 9:37. ἐνώπιόν τινος (1 Km 10:25) Lk 5:18. ἐπί τινος (X., Cyr. 8, 8, 16; Ezk 40:2; JosAs 3:11; Jos., Ant. 6, 15) 8:16b; J 19:19; Ac 5:15; Rv 10:2; GPt 3:8; 6:21; 12:53. ἐπί τινι 8:32. ἐπί τι (Ps 20:4; 1 Km 6:8; TestAbr B 5 p. 109, 18 [Stone p. 66]; JosAs 16:11; ParJer 9:32; Mel., P. 14, 90) Mk 4:21b; Lk 6:48 (θεμέλιον; s. α above); 2 Cor 3:13. Esp. τὰς χεῖρας ἐπί τι or ἐπί τινα (cp. Ps 138:5) Mk 8:25 v.l.; 10:16: τὴν δεξιάν Rv 1:17. θήσω τὸ πνεῦμά μου ἐπʼ αὐτόν Mt 12:18 (=ἔδωκα Is 42:1; τ. τὸ πνεῦμα as Is 63:11). παρά τι (Plut., Mor. 176e; 3 Km 13:31) Ac 4:35, 37 v.l.; 5:2. πρός τι (JosAs 8:4 πρὸς τὸ στῆθος) 3:2; 4:37. ὑπό τι Mt 5:15; Mk 4:21; cp. 1 Cor 15:25 (s. 5aα). ὑποκάτω τινός (Jer 45:12) Lk 8:16a.—Mt 22:44 (Ps 109:1); Mk 12:36.
    special expressions
    α. act. explain in what figure of speech can we present (the Reign of God)? (i.e., how shall I put it?) Mk 4:30.
    β. act. take off, give up in Joh. lit. take off, remove τὰ ἱμάτια (Hdt 1, 10, 1 τ. τὰ εἵματα; cp. Herodas 5, 62; Plut., Alc. 195 [8, 2]; Jos., Bell. 1, 390 τ. τὸ διάδημα and s. ἱμάτιον 3) J 13:4. τὴν (ἑαυτοῦ) ψυχήν lay down or give (up) one’s life 10:11 and 15 (both v.l. δίδωμι), 17, 18ab (ApcSed 1:5 τὴν ψυχὴν θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων; EFascher, Z. Auslegg. v. J 10:17, 18: Deutsche Theol. ’41, 37–66); 13:37f; 15:13; 1 J 3:16ab (Appian, Bell. Civ. 4, 68 §289 δεξιάς; SibOr 5, 157 τ. simply=δίδωμι).
    γ. act. show deference to τιθέναι τὰ γόνατα (σοι γόνυ τίθημι γαίᾳ Eur., Troad. 1307; also in Lat.: genua ponere Ovid, Fasti 2, 438; Curt. 8, 7, 13; B-D-F §5, 3b) bend the knee, kneel down Mk 15:19; Lk 22:41; Ac 7:60; 9:40; 20:36; 21:5; Hv 1, 1, 3; 2, 1, 2.
    δ. act. place before someone, serve (X., Mem. 3, 14, 1; JosAs 15:14 τράπεζαν καὶ ἄρτον Just., A I, 66, 4) οἶνον J 2:10 (Bel 11 Theod. οἶνον θές).
    ε. act. and mid. have (in mind) θέτε ἐν ταῖς καρδίαις w. inf. foll. make up (your) minds Lk 21:14. Mid. ἔθεντο ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν they kept in mind (the obj. acc. is supplied by the immediate context) Lk 1:66 (1 Km 21:13). The same expr.= come to think of someth., contrive someth. in one’s mind 21:14 v.l.; Ac 5:4. Likew. ἔθετο ὁ Παῦλος ἐν τῷ πνεύματι w. inf. foll. Paul resolved 19:21. θέσθε εἰς τὰ ὦτα ὑμῶν τοὺς λόγους τούτους Lk 9:44.
    ζ. act. and mid. effect someth., arrange for someth. τ. ἐπί τινος foll. by the acc. and inf. ordain by means of someone that … B 13:6.—τὸ μέρος αὐτοῦ μετὰ τῶν ὑποκριτῶν θήσει (μέρος 2) Mt 24:51; cp. Lk 12:46. Mid. w. acc. (GrBar 2:1 [of God]; Appian, Bell. Civ. 2, 106 §442 εὐχὰς τίθεσθαι=offer prayers) βουλήν reach a decision (βουλή 2a) Ac 27:12.
    η. mid. put (in custody) τίθεσθαί τινα ἐν τηρήσει Ac 5:18; ἐν (τῇ) φυλακῇ (Gen 41:10; 42:17) Mt 14:3 v.l.; Ac 5:25; εἰς φυλακήν (PPetr II, 5a, 3 [III B.C.]) 12:4; εἰς τήρησιν (w. the acc. easily supplied) 4:3. ἐν σωτηρίῳ place in safety, cause to share salvation (w. acc. to be supplied) 1 Cl 15:6 (Ps 11:6).
    θ. act. provide (an example) ὑπόδειγμά τινος τιθ. set up an example of someth. 2 Pt 2:6 (cp. Jos., Ant. 17, 313 παράδειγμα τῆς ἀρετῆς τιθέναι). Those persons are added, in the dat., to whose advantage or disadvantage the example is given: τιθέναι πρόσκομμα τῷ ἀδελφῷ Ro 14:13 (πρόσκομμα 2b). σκοπὸν τοῖς νέοις θήσομεν 2 Cl 19:1.
    act. to lay aside/deposit (money), put aside, store up, deposit a t.t. term of commercial life (Demosth. 52, 3 ἀργύριον al.; Hyperid. 5, 4; Theocr., Epigr. 14, 2; Plut., Mor. 829b; pap) opp. αἴρειν you withdraw what you did not deposit Lk 19:21; cp. vs. 22. ἕκαστος παρʼ ἑαυτῷ τιθέτω each one is to put aside at home 1 Cor 16:2.
    to assign to some task or function, appoint, assign
    τιθέναι τινὰ εἴς τι place/appoint someone to or for ( to function as) someth. (for the construction cp. Ael. Aristid. 53 p. 636 D.: τοὺς οὐκ ὄντας νόμους εἰς νόμους τ.) τέθεικά σε εἰς φῶς ἐθνῶν Ac 13:47 (Is 49:6); pass.: εἰς ὸ̔ ἐτέθην ἐγὼ κῆρυξ 1 Ti 2:7; 2 Ti 1:11. Also τιθ. τινὰ ἵνα appoint someone to … J 15:16.
    mid. τίθεσθαι τινὰ εἴς τι appoint someone to or for someth. Dg 6:10. W. acc. easily supplied 1 Ti 1:12.
    establish, give, of a law (τιθέναι νόμον since Soph., El. 580; IAndrosIsis, Kyme 4; the mid. τίθεσθαι νόμον since Hdt. 1, 29. Both oft. in Pla.; likew. Diod S 5, 83, 5, where the act. as well as the mid. is used of law. The act. also EpArist 15; Jos., C. Ap. 1, 316, Ant. 16, 1; Ath. 34, 2. The mid. also Appian, Bell. Civ. 3, 55 §228; Jos., C. Ap. 1, 269; 2, 273; Ar. 13, 7) only in the pass. (as Pla., Leg.; 4, 705d al.; Jos., C. Ap. 2, 184; Just., D. 11, 2; Ath. 33, 1) ὁ νόμος ἐτέθη Gal 3:19 D.
    mid. w. acc. fix, establish, set καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο times which the Father has fixed Ac 1:7. θέμενος ἐν ἡμῖν τὸν λόγον τῆς καταλλαγῆς as he established among us the word of reconciliation (=entrusted to us … ; cp. Ps 104:27 ἔθετο ἐν αὐτοῖς τ. λόγους) 2 Cor 5:19. ὁ θεὸς ἔθετο τὰ μέλη God has arranged the parts of the body 1 Cor 12:18.
    to cause to undergo a change in experience/condition, make, consign
    act. or pass., either w. a double acc. of the obj. and of the pred. (Hom.+; X., Cyr. 4, 6, 3; Lucian, Dial. Marin. 14, 2; Aelian, VH13, 6; Lev 26:31; Is 5:20; Wsd 10:21; Jos., Ant. 11, 39) or in the form τιθέναι τινὰ εἴ τι (cp. 3a).
    α. make someone ὸ̔ν ἔθηκεν κληρονόμον πάντων Hb 1:2. πατέρα πολλῶν ἐθνῶν τέθεικά σε Ro 4:17 (Gen 17:5). ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου until I make your enemies a footstool for your feet (Ps 109:1): Mt 22:44 v.l.; Lk 20:43; Ac 2:35; Hb 1:13; the same quotation introduced with ἄχρι οὗ θῇ 1 Cor 15:25; pass. Hb 10:13 (on this expr. cp. Plut., Mor. 1097c [HAlmqvist, Pl. u. das NT ’46, 104]). Consign, act. εἰ κόλασιν 1 Cl 11:1; pass. of those who refuse to believe the word εἰ ὸ̔ καὶ ἐτέθησαν 1 Pt 2:8; of Paul’s obligation to accept his destiny at Rome εἰς τοῦτο γὰρ ἐτέθην AcPl Ha 7, 15. Cp. 3a.
    β. make someth. (Mimnermus 1, 10 D.2 cause someth. to become someth. [adj.]: ‘God has made old age vexatious’) ἀδάπανον θήσω τὸ εὐαγγέλιον 1 Cor 9:18.
    mid. w. a double acc. make someone someth. (Appian., Illyr. 13 §37 φίλον τίθεσθαί τινα; schol. on Pind., O. 1, 58b; 2 Macc 5:21; Ath. 12, 2. S. also Tyrtaeus [VII B.C.] 8, 5 D.3 of the man who is called upon to hate his own life [in battle]: ἀνὴρ ἐχθρὴν ψυχὴν θέμενος) Ac 20:28 (CClaereboets, Biblica 24, ’43, 370–87); 1 Cor 12:28. τίθεσθαι τινὰ εἲ τι consign someone to someth. ὀργήν 1 Th 5:9.—B. 832. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > τίθημι

  • 12 πρότερος

    πρότερος and [full] πρῶτος, [comp] Comp. and [comp] Sup. formed from πρό, opp. ὕστερος, ὕστατος.
    A [comp] Comp. [full] πρότερος, α, ον,
    I of Place, before, in front, π. πόδες the fore-feet, Od.19.228; π. ἵπποι horses in front, B.5.43:— but mostly,
    II of Time, former, earlier,

    ἄνδρες Il.21.405

    ;

    ἄνθρωποι 5.637

    , 23.332; οἱ π. men of former times, 4.308 (rarely without Art., A.Ag. 1338 (anap.), etc.);

    οὗτος δὲ προτέρης γενεῆς π. τ' ἀνθρώπων Il.23.790

    : also, older, opp. ὁπλότερος, 2.707, etc.; γενεῇ π. 15.182; but παῖδες π. children by the first or a former marriage, Od.15.22;

    παῖδες ἐκ τῆς π. γυναικός Hdt.7.2

    ; τῇ προτέρῃ (sc. ἡμέρᾳ) on the day before, Od.16.50; ἠοῖ τῇ π. Il.13.794 (in Prose more freq. τῇ προτεραίᾳ, cf. προτεραῖος); τοῦ π. ἐνιαυτοῦ the year before, IG12.352.11; τοῖς π. Παναθηναίοις the preceding P., ib.57.8; τὰ π. what has preceded, Plot.3.2.8:—freq. used predicatively, sts. where we should expect the Adv. (which is never used by Hom.),

    ὅ με π. κάκ' ἔοργε Il.

    3.351, cf. 16.569, Hes.Op. 708, etc.;

    σπονδὰς οὐ λύσετε πρότεροι Th.1.123

    ; οἱ π. ἐπιόντες ibid.;

    τοῖς π. μετὰ Κύρου ἀναβᾶσι X.An.1.4.12

    , cf. IG22.1.7;

    εἰ μὴ π. ἑωράκη αὐτὸν ἢ ἐκεῖνος ἐμέ Pl.R. 336d

    , cf. 432c, etc.;

    ὅτι εἴη π. ὑπὸ ἐκείνων ἠδικημένος

    PCair.Zēn.

    288.9

    (iii B.C.).
    2 as regular [comp] Comp., c. gen.,

    ἐμέο πρότερος Il.10.124

    ;

    π. τούτων Hdt.1.168

    , cf. Pl.Phd. 86b, Hp.Ma. 282d;

    τὰς γυναῖκας μὴ ἀπιέναι προτέρας τῶν ἀνδρῶν IG12(5).593.19

    (Iulis, v B.C.); τῇ π. ἡμέρᾳ τῆς τροπῆς the day before.., Arist.Pol. 1316a16;

    προτέρᾳ εἰδυῶν Ὀκτωμβρίων IG7.2225.14

    (Thisbe, Senatus Consultum, ii B.C.); τῷ π. ἔτει Παναθηναίων τῶν μεγάλων ib.22.212.27;

    τῷ π. ἔτει τῆς ἥττης Plb.2.43.6

    : folld. by ἤ, τῷ προτέρῳ ἔτεϊ ἢ τὸν κρητῆρα [ἐληΐσαντο] Hdt.3.47.
    III of Rank, Worth, and generally of Precedence, superior, τῷ γένει, τῇ δυνάμει, Is.1.17, D.3.15; π. τινὸς πρός τι superior to him in.., Pl.La. 183b; π. τι ἄγειν, π. ποιήσασθαι τὰ σὰ πράγματα, Lib.Or.58.36,52.1.
    IV after Hom., neut. πρότερον freq. as Adv., before, earlier, Pi.O.13.31, Hdt.4.45, IG12.374.265, etc.; ὀλίγον π. Pl.Prt. 317e: c. gen.,

    π. φήμης A.Th. 866

    (anap.);

    ὀλίγῳ τι π. τούτων Hdt.8.95

    ; πολλοῖσι ἔτεσι π. τούτων ib.96;

    ἐνιαυτῷ π. τῆς ἁλώσεως D.9.60

    ; also πρὸ τῶν Περσικῶν δέκα ἔτεσι π. Pl.Lg. 642d, cf. Criti. 112a; τούτου π. Paus.1.1.2: most freq. folld. by

    ἤ, π. ἢ κατὰ τὴν προσδοκίαν Pl.Sph. 264b

    ; also

    μὴ π. ἀπαναστῆναι ἢ ἐξέλωσι Hdt.9.87

    , cf. 7.54, Antipho 2.1.2, Th.7.63, etc.: with inf.,

    π. ἢ βασιλεῦσαι Hdt.7.2

    , cf. Th.1.69, etc.: folld. by πρίν, Hdt.1.82; by πρὶν ἄν, ib. 140; by πρὶν ἤ with vb. in Indic., Id.6.45, 8.8, or Subj., 7.8.β (v.l. πρὶν ἂν ἢ), 9.93; also

    οὐ π. εἰ μὴ.. Plu.Lys.10

    , etc.; οὐ π. ἕως.. , or ἕως ἂν.., Lys.12.71, Ath.14.640c;

    μὴ π., ἀλλ' ὅταν.. Plb.9.13.3

    : also used with the Art., τὸ π. Pl.R. 522a, X.An.4.4.14, etc. ( τὸ π., also, for the first time, Ep. Gal.4.13): c. gen.,

    τὸ π. τῶν ἀνδρῶν τούτων Hdt.2.144

    : the Adv. is freq. put between Art. and Subst.,

    ὁ π. βασιλεύς Id.1.84

    ;

    τὰ π. ἀδικήματα Id.6.87

    ;

    αἱ π. ἁμαρτίαι Ar.Eq. 1355

    , etc.
    B [comp] Sup. [full] πρῶτος, η, ον, [dialect] Dor. [full] πρᾶτος (q.v.):
    I as Adj.,
    1 of Place, foremost,

    πρώτοισιν ἐνὶ προμάχοισι μιγέντα Od.18.379

    ; ἐν πρώτοις, μετὰ πρώτοισι alone, Il.19.424, 11.64; πρώτῃ ἐν ὑσμίνῃ, ἐνὶ πρώτῳ ὁμάδῳ, 15.340, 17.380; τῆς πρώτης τάττειν (sc. τάξεως) Isoc. 12.180, cf. Lys.16.15, etc.; ἐν π. ῥυμῷ at the front or end of the pole, Il.6.40, 16.371; πρώτῃσι θύρῃσιν at the outermost doors, 22.66; π. ξύλον the front bench, Ar.Ach.25, Poll.4.121, etc.; οἱ π. πόδες, like πρόσθιοι, Id.1.193.
    2 of Time, στάντα πρὸς π. ἕω looking towards first dawn, S.OC 477;

    περὶ π. νύκτα Poll.1.70

    .
    3 of Order, serving as ordinal to εἷς, ἄεθλα θῆκε.. τῷ πρώτῳ· ἀτὰρ αὖ τῷ δευτέρῳ.., αὐτὰρ τῷ τριτάτῳ.., κτλ., Il.23.265, cf. 6.179; opp. ὕστατος, 2.281, 5.703, etc.; opp. τελευταῖος, A.Ag. 314; opp. τανύστατος, Od. 9.449;

    πρῶτοι πάντων ἀνθρώπων Hdt.2.2

    ;

    τὰ π. τῶν ὀνομάτων Pl.Cra. 421d

    ;

    τῇ π. τῶν ἡμερέων Hdt.7.168

    , etc.;

    π. ἄξων IG12.115.10

    ; ἐπὶ τοῦ π. [ἱερείου] first-offered, X.An.4.3.9; ἐν τοῖς π. λόγοις in the earlier books, Arist.Ph. 263a11, al.; ἐν πρώτοις among the first, Is.7.40; hence, above all, especially, Hdt.8.69, Pl.R. 522c; in [dialect] Att., ἐν τοῖς πρῶτοι (v. ,

    , τό A.

    VIII. 6):—freq. used predicatively of being the first to do something,

    Νέστωρ πρῶτος κτύπον ἄϊε Il.10.532

    ;

    πρῶτος ἀνατέλλει Eratosth.Cal.42

    ;

    εἴθε π. σοι ἐνέτυχον Luc.Tyr.21

    .
    b Philos., first in order of existence, primary,

    αἱ π. οὐσίαι Arist.Cat. 2b26

    , cf. Metaph. 1032b2; π. ὕλη, π. φιλοσοφία, ib. 1015a7, 1061b19; primitive, simple, οἰκία π., ἡ π. πόλις, Id.Pol. 1252b10, 1291a17; ἡ π. κοινωνία ib. 1257a19; ἡ π. ὀλιγαρχία ib. 1293a14; ὁ π. συλλογισμός normal, typical, Id.Rh. 1357a17; τὰ π. σώματα, μόρια,= τὰ ὁμοιομερῆ, Gal.5.673,674; πρῶτα κατὰ φύσιν, e.g. health, perception, Stoic.3.34; τὰ π. πάθη ib.92; αἱ π. ἀρεταί ib.64.
    c Math., πρῶτοι ἀριθμοί prime numbers, Euc.7 Def.11,12; but also, first numbers (= 1 to 100,000,000) in the notation of Archim., Aren.3.2.
    d πρῶτος is sts. used where we should expect

    πρότερος, Αἰνείας δὲ πρῶτος ἀκόντισεν Il.13.502

    , cf. 18.92: in late Greek folld. by gen.,

    πρῶτός μου ἦν Ev.Jo.1.15

    ,30, cf. 15.18;

    οἱ πρῶτοί μου ταῦτα ἀνιχνεύσαντες Ael.NA 8.12

    ;

    πρώτη εὕρηται ἡ περὶ τοὺς πόδας κίνησις τῆς διὰ τῶν χειρῶν Ath. 14.630c

    ;

    γεννήτορα πρῶτον μητέρος εἰς ἀΐδην πέμψει Man.1.329

    , 4.404; ἀλόχου πρῶτος before his wife, IG12(5).590.5 (vi (?) A.D.).
    4 of Rank or Dignity, μετὰ πρώτοισιν among the first men of the state, Od.6.60, etc.;

    νομίσαντες πρῶτοι ἂν εἶναι Th.6.28

    ; διαβάλλειν τοὺς π. X.An.2.6.26, cf. Arist.Pol. 1266a18;

    αἱ π. πόλεις Th. 2.8

    ;

    ὁ π. ἄρχων IG12(3).481.10

    ([place name] Thera), CIG 2837 ([place name] Aphrodisias); ὁ π. τῆς πόλεως, as a title, IG12(5).292.2 ([place name] Paros);

    ὁ π. τῆς νήσου Act.Ap.28.7

    ; τῶν π. φίλων, title at the Ptolemaic court, PTeb.31.15 (ii B.C.), etc.; τῶν π., as military title, PHib.1.110.72 (iii B.C.), PPetr.3p.23 (iii B.C.), PTeb. 815 Fr.4.23,al.(iii B.C.): c. gen.,

    ἐν πρώτοισι Μυκηναίων Il.15.643

    ;

    οἱ π. στρατοῦ S.Ph. 1305

    , cf. E.Hec. 304, etc.: c. dat. modi, ἀρετῇ π., οἱ π. καὶ χρήμασι καὶ γένει, πλούτῳ π. τῶν Ἑλλήνων, etc., S.Ph. 1425, Th.3.65, Isoc.16.31, etc.;

    π. ἐν συμφοραῖς βίου S.OT33

    .
    5 of Degree, first, highest,

    μοῖρα Id.OC 145

    (anap.), etc.
    II as Subst. in neut. pl. πρῶτα, τά,
    1 (sc. ἆθλα), first prize,

    τὰ π. λαβών Il.23.275

    ;

    τὰ π. δόρει κρατύνων S.OC 1313

    ;

    ἔχειν πρῶτα κυναγεσίας AP6.118

    (Antip.);

    τὰ π. φέρεσθαι D.C.42.57

    , etc.
    2 first part, beginning, τῆς Ἰλιάδος τὰ π. Pl.R. 392e; ἐν τοῖς π. Id.Smp. 221d;

    τὸ π. τοῦ ᾄσματος Id.Prt. 343c

    .
    3 first, highest, in degree, τὰ π. τᾶς λιμῶ ([dialect] Dor. ) the extremities of famine, Ar.Ach. 743 (nisi leg. ἄπρατα)

    ; ἐχέτωσαν τὰ π. τῆς εὐδαιμονίας Luc.Cont.10

    ;

    ἐς τὰ π. τιμᾶσθαι Th.3.39

    , cf. 56; φρενῶν ἐς τὰ ἐμεωυτοῦ π. οὔκω ἀνήκω I have not yet come to the highest development of my judgment, Hdt.7.13, cf. D.C.38.22; of persons, ἐὼν τῶν Ἐρετριέων τὰ π. Hdt. 6.100; Λάμπων.. Αἰγινητέων < ἐὼν> τὰ π. Id.9.78, cf. E.Med. 917; ἐστὶν τὰ π. τῆς ἐκεῖ μοχθηρίας (of a person) Ar.Ra. 421.
    4 Philos., primary things, elements, Emp.38.1, Arist.GC 335a29;

    τὰ π. αἴτια Id.Mete. 338a20

    ; also

    τὸ π. ἐνυπάρχον ἑκάστῳ Id.Ph. 193a10

    .
    5 in Logic, the first undemonstrable propositions, on which all future conclusions rest, Id.Top. 100b18;

    τὰ π. ἀναπόδεικτα Id.APo. 71b26

    .
    III in Adverbial phrases,
    1 τὴν πρώτην (sc. ὥραν, ὁδόν) first, for the present, just now, Hdt.3.134, Ar. Th. 662, D.3.2, Arist.Metaph. 1038a35, etc.;

    τὴν πρώτην εἶναι Hdt.1.153

    .
    2 with Preps., ἀπὸ πρώτης (sc. ἀρχῆς) Antipho 5.56, Th.1.77;

    ἀπὸ τῆς π. εὐθύς Luc.Hist.Conscr.1

    ; ἐκ π. Babr.45.14;

    κατὰ πρώτας Pl.Plt. 292b

    , D.C.52.19;

    κατὰ τὴν π. εὐθύς Id.62.3

    ; παρὰ τὴν π. the first time, opp. ἐπὶ τῆς δευτέρας, Philostr.VA 1.22.
    3 freq. as Adv. in neut. sg. and pl., πρῶτον, πρῶτα,
    a first, in the first place, πρῶτόν τε καὶ ὕστατον (vulg. ὕστερον) Hes.Th. 34;

    π. μὲν.., δεύτερον αὖ.., τὸ τρίτον αὖ.. Il.6.179

    ; τί π. τοι ἔπειτα, τί δ' ὑστάτιον καταλέξω; Od.9.14;

    Κύπριδα μὲν πρῶτα.., αὐτὰρ ἔπειτ'.. Il.5.458

    ;

    οὐρῆας μὲν π. ἐπῴχετο.., αὐτὰρ ἔπειτα.. 1.50

    ;

    π. μὲν.., ἔπειτα δὲ.. S.OC 632

    , X.Cyr.2.1.2,23, An.5.6.7-8, Hier.11.8, etc.;

    π. μὲν.., ἔπειτα.. Pl.Phd. 89a

    , etc.;

    π. μὲν.., ἔπειτα δεύτερον.., τρίτον δὲ.. Aeschin.1.7

    ;

    π. μὲν.., εἶτα.. Pl.Phlb. 15b

    ;

    π. μὲν.., εἶτα δὲ.. X. An.1.2.16

    ;

    π. μὲν.., εἶτα.., ἔτι δὲ.. Id.Mem.1.2.1

    ;

    π. μὲν..,.. δὲ αὖ.. Pl.Lg. 935a

    ;

    π. μὲν.., ἔτι δὲ.. Lys.4.10

    , etc.;

    π. μὲν.., ἔτι τοίνυν.. D.44.57

    ; freq. answered only by δέ, Id.9.48, etc.; sts. the answering clause must be supplied, A.Ag. 810, D.7.7, etc.: also

    πρῶτον μὲν.. δεύτερον μήν.. Pl.Phlb. 66a

    : also

    πρῶτα μὲν.., ἔπειτα.. S.Tr. 616

    , Ar.Pl. 728;

    πρῶτα μὲν.., ἔπειτα.., εἶτα.. E.Med. 548

    ;

    πρῶτα μὲν..,.. δὲ.. A.Pr. 447

    ; πρῶτα μὲν.., ἔπειτα δὲ.. X HG7.1.7, cf. S. Ph. 919; ἐπεί σε πρῶτα κιχάνω since my first meeting is with you, Od. 13.228, cf. 7.53, Il.8.274: also τὸ πρῶτον, first, in the first place, at the beginning,

    ὡς τὸ π. ὑπέστην καὶ κατένευσα 4.267

    ;

    οὕνεκά σ' οὐ τὸ π., ἐπεὶ ἴδον, ὧδ' ἀγάπησα Od.23.214

    . cf. Il.3.443, 6.345, Pi.P.9.41, N.3.49; τὸ μὲν οὖν π. Pl.Prt. 333d, etc.; τὸ π..., μετὰ ταῦτα..
    D 1.12: also τὰ π., Il.1.6, Od.1.257, etc.;

    πόντῳ μὲν τὰ π..., αὐτὰρ ἔπειτα.. Il.4.424

    ;

    τὰ π. μὲν.., ὡς δὲ.. A.Pers. 412

    ;

    τὰ π..., τέλος δὲ.. S.Fr.149.5

    , cf. 966.
    c = πρότερον, before,

    ἢν.. πρῶτον ἀπόλωμαι κακῶς Ar.Ec. 1079

    ;

    π. οὐδ' ὑφ' ἑνὸς.. κρατηθέντες X.HG5.4.1

    ; θάλασσα π. ἦν ἢ γενέσθαι γῆν v.l. in Heraclit.31;

    λόγῳ π. ἢ τοῖς ἔργοις Arist.Rh.Al. 1420b28

    ;

    οὐ π. αὐτὴν ἀπέκτειναν πρὶν ἢ ἀπεκύησεν Ael.VH5.18

    ;

    π. συμμελετᾶν ἢ μελετᾶν μαθέτω AP12.206

    (Strat.).
    d first, for the first time,

    οὐ.. νῦν πρῶτα ποδώκεος ἄντ' Ἀχιλῆος στήσομαι Il.20.89

    ;

    οὐ νῦν πρῶτον, ἀλλὰ καὶ πάλαι S.Ph. 966

    ;

    ἐνταῦθα πρῶτον ἔφαγον X.An.2.3.16

    .
    e πρῶτον, πρῶτα are used after the relat. Pron. and after relat.Advbs., like Engl. once (= at all),

    οὐδ' ἐνοσίχθων λήθετ' ἀπειλάων, τὰς.. Ὀδυσῆϊ π. ἐπηπείλησε Od.13.127

    , cf. 3.320, 10.328, 13.133, Il. 1.319, 19.136; μοῖραν δ' οὔ τινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν.. ἐπὴν τὰ π. γένηται when once he is born, 6.489, cf. Od.3.183, 4.13, 414;

    οὔτε.. Λυκίους ἐδύναντο τείχεος ἂψ ὤσασθαι, ἐπεὶ τὰ π. πέλασθεν Il.12.420

    , cf. Od.11.106, 221; also ἐπεὶ τὸ (or τὰ) π. now that.., ἀλλ' ἐπεὶ οὖν τὸ π. ἀνέκραγον, οὐκ ἐπικεύσω now that I have spoken up, 14.467;

    τὸ μὲν οὔ ποτε φύλλα καὶ ὄζους φύσει, ἐπεὶ δὴ πρῶτα τομὴν ἐν ὄρεσσι λέλοιπε Il.1.235

    , cf. 276, 19.9: c. part., τῷ ῥ' Αἴας τὸ π. ἐφεζόμενος μέγ' ἀάσθη (the rock) on which once seated
    A blasphemed, Od.4.509: the sense as soon as is never necessary in Hom., but is possible in Od.4.414, 19.355; δινέμεν εὖτ' ἂν πρῶτα φανῇ σθένος Ὠαρίωνος when once (or perh., as soon as), Hes.Op. 598; ὅπως τις πρῶτα γένοιτο πάντας ἀποκρύπτεσκε as soon as each was born, Id.Th. 156; ὡς τὸ π. X.An.7.8.14;

    τότ' εὐθὺς.., ὅτε πρῶτον εἶδον D.18.141

    ; αὖθίς με ἀνερέσθαι ὅταν ἐντύχῃς πρῶτον the first time you meet me, Pl.Ly. 211b;

    ἐὰν μάθω γε πρῶτον.. τί λέγεις Id.R. 338c

    .
    IV Adv. πρώτως primarily, first in Arist.,

    π. καὶ κυρίως EN 1157a30

    ; opp. δευτέρως, ib. 1158b31; π. καθ' αὑτό, opp. κατὰ συμβεβηκός, Id.Ph. 192b22, cf. Gal.1.692, al., Jul.Or.5.168b.
    2 ὅτε π. ἐπεδήμησεν.. when he first visited.., BSA27.228 (Sparta, ii A.D.).—(From πρῶτος was formed a new [comp] Sup. πρώτιστος, q.v.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρότερος

  • 13 ἀνήρ

    ᾰνήρ (ἀνήρ, ἀνδρός, ἀνδρί, ἄνδρα; ἄνδρες, ἀνδρῶν, ἄνδρεσσι, ἀνδράσιν): ἆνέρι, ἆνέρα; ἆνέρες, ἆνέρων)
    1 man
    1 man in his prime.
    a

    παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17

    ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ

    διφρηλασίας O. 3.37

    φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶO. 4.26

    ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10

    ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον (τῷ τε Ἁγησίᾳ καὶ τοῖς τούτου προγόνοις. Σ.) O. 6.86

    ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν O. 7.8

    τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου O. 8.58

    Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν, παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88

    νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν O. 13.23

    ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον (Hermann: ἀνδράσι codd.) P. 2.65 ἀνδρὸς αἰδοίουP. 4.29

    δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων P. 5.22

    δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι P. 5.86

    τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107

    ἁρμόζων κόρᾳ νυμφίον ἄνδρα (i. e. husband) P. 9.118

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα P. 10.6

    κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.33

    ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72

    ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.49

    νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις N. 9.12

    ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18

    ἐντί τοι φίλιπποί τ' αὐτόθι ἄνδρες N. 9.33

    ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας N. 9.38

    ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.9

    τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17

    ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ I. 5.50

    θάλλοντος ἀνδρῶν ὡς ὅτε συμποσίου I. 6.1

    περικτίονας ἐνίκασε ἄνδρας I. 8.65

    κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν fr. 29. 2.

    ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι Pae. 2.37

    χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57

    ψοφὸν ἀιὼν Κασταλίας ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον Pae. 6.9

    Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3. ( ψυχὰς) ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 5. πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135. νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. 2. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες (fort. non omnia haec sunt Pindari, nott. Wil.) fr. 210. νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.

    ὦ Συράκοσαι, ἀνδρῶν ἵππων τε σιδαροχαρμᾶν δαιμόνιαι τροφοί P. 2.2

    ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64

    ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικὸς Παρθ. 2. 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι (oxymoron intell. Schr.) fr. 203. 1.
    b specifically, men or heroes τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ Hagesias O. 6.18 ἵκωμαί τε πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος Iamidai O. 6.24 εὐθυμάχαν πελώριον ἄνδρα Diagoras O. 7.15 τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε Diagoras O. 7.89 ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν Epharmostos O. 9.13 ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι Opous O. 9.65 ἄνδρα δ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν Hieron P. 1.42 ἀνὴρ ἐξαίρετον ἕλε μόχθον Ixion P. 2.29 ἄιδρις ἀνήρ (Ixion = ἥρως v. 31) P. 2.37 σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν Arkesilas P. 4.1 ἀνὴρ ἔκπαγλος Jason P. 4.79 ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ Jason P. 4.132 γόνον ἰδὼν κάλλιστον ἀνδρῶν Jason P. 4.123 δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες Euphamos and Periklymenos P. 4.173

    Ζήταν Κάλαίν τε ἄνδρας πτεροῖσιν νῶτα πεφρίκοντας P. 4.182

    βιατὰς ἀνὴρ Jason P. 4.236 καρτερὸν ἄνδρα Jason P. 4.239 ἄνδρα κεῖνον ἐπαινέοντι συνετοί Arkesilas P. 5.107 ὁ θεῖος ἀνὴρ Antilochos P. 6.38

    Τελεσικράτη γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας P. 9.4

    ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον Hyperboreans P. 10.46 ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο Perseus P. 12.18 ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου Chromios N. 1.20 καὶ ὅδ' ἀνὴρ καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον Timodemos N. 2.3 καί τις ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν Peleus and Telamon N. 5.15 φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον Thearion? N. 7.62 ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν Aristagoras N. 11.11 τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν Herodotos I. 1.34 εὐάρματον ἄνδρα γεραίρων Xenokrates I. 2.17 ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν υἱὸς Ἀλκμήνας Herakles v. Fraenkel on Agam. 719. I. 4.53 λευκωθεὶς κάρα μύρτοῖς ὅδ' ἀνὴρ Melissos I. 4.70 κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου ἐφετμαῖς Lampon I. 6.18 λίσσομαι παῖδα θρασύν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” Telamon I. 6.46 φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν Lampon ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ” Paris. Πα. 8A. 19. ] τῶνδ' ἀνδρῶν ἕνεκεν μερίμνας σώφρονος Aioladas and Pagondas. Παρθ. 2.. Πολυμνάστου Κολοφωνίου ἀνδρός fr. 188.
    2 generally = ἄνθρωπος.
    a

    ῥοαὶ δ' ἄλλοτ ἄλλαι ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν κυλίνδοντ' ἐλπίδες O. 12.5

    ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105

    τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    λαμπρὸν φέγγος ἔπεστιν ἀνδρῶν καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97

    καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ ( ἀνδρῶν cum τινα Σ: “ ἀνδρῶν γιγάντων intellego” Schr.: v. Radt, Mnem., 1966, 169f.) N. 1.65 ( ἄρουραι) βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν (Hermann: ἄνδρεσσιν codd.) N. 6.10

    παροιχομένων γὰρ ἀνέρων ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.29

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24

    ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41

    ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.38

    χρήματα χρήματ' ἀνήρI. 2.11

    εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.1

    ἀνδρῶν δ' ἀρετὰν σύμφυτον οὐ κατελέγχει (i. e. τῶν προγόνων) I. 3.13 οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀν-

    δρῶν I. 5.57

    δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    τυφλα[ὶ γὰ]ρ ἀνδρῶν φρένες, ὅστις Πα. 7B. 18.

    ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν Pae. 9.4

    ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος Pae. 9.20

    ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν (v. l. ἀνθρώπων) fr. 213. 3. σφετέραν δ' αἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 3.
    b contrasted with the gods

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35

    εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν O. 1.54

    εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64

    προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοι μετὰ τὸ ταχύποτμον αὖτις ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2

    ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8

    ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον' ἄνδρες ἐγένοντ O. 9.28

    τόνδ' ἀνέρα δαιμονίᾳ γεγάμεν O. 9.110

    cf. O. 10.22, O. 11.10

    τάμἰ ἀνδράσι πλούτου O. 13.7

    πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι O. 13.16

    οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43

    ( Χίρωνα)

    νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5

    θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳP. 4.21 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής sc. Battos P. 5.94

    Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.123

    τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται· δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76

    θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον ἀνδράσι χάρμα φίλοις P. 9.64

    θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ· εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς P. 10.22

    ἀθάνατων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ P. 12.4

    κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9

    ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος N. 6.1

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (sc. Διόσκουροι).

    καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54

    κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11

    ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον (< θεῷ> supp. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. ]Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 5.
    3 generally, a man, anyone ὁ μὰν

    πλοῦτος ἐτυμώτατον ἀνδρὶ φέγγος O. 2.56

    αὐδάσομαι τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν O. 2.93

    τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν, ὅτι φέρτατον ἀνδρὶ τυχεῖν O. 7.26

    κεῖνος ἂν εἴποι τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63

    Ἀίδα τοι λάθεται ἄρμενα πράξαις ἀνήρ O. 8.73

    θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ποτὶ πελώριον ὁρμάσαι κλέος ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21

    ὅταν εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.93

    ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10

    ἀμφοτέροισι δ' ἀνὴρ ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.99

    ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι ἤδη ἁλωκότα P. 3.56

    οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν P. 7.20

    οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30

    φθονερὰ δ' ἄλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει N. 4.39

    ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42

    εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι N. 7.87

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    χρὴ δ' ἀγαθὰν ἐλπίδ ἀνδρὶ μέλειν I. 8.15

    καὶ συγγένεἰ ἀνδρὶ φ[ ]στέρξαι Pae. 4.33

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; fr. 61. 2. παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 2.
    4 where the accompanying adj. or subs. bears the emphasis.
    a c. subs.

    ἄνδρας ὀλέσαις μναστῆρας O. 1.79

    μάτρωες ἄνδρες O. 6.77

    μάντιες ἄνδρες O. 8.2

    ἁγητὴρ ἀνὴρ P. 1.69

    ὥσπερ κυβερνάτας ἀνὴρ P. 1.91

    ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51

    cf. P. 9.118
    b c. adj.

    οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μαργῶν ὑπ' ἀνδρῶν O. 2.96

    Αἰτωλὸς ἀνὴρ O. 3.12

    τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνήρ O. 6.7

    ἀνδρῶν Ἀρκάδων O. 6.34

    ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν O. 7.72

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι P. 1.33

    πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων P. 1.80

    ἀποιχομένων ἀνδρῶν δίαιταν P. 1.93

    εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86

    ἐσλοῖσι ἀνδράσιν P. 3.66

    Λακεδαι-

    μονίων ἀνδρῶν P. 4.257

    βροτήσιος ἀνὴρ P. 5.3

    ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν P. 12.22

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων N. 3.41

    Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ' ἀνὴρ N. 7.64

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν N. 8.42

    καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν N. 10.42

    κούφα δόσις ἀνδρὶ σοφῷ ξυνὸν ὀρθῶσαι καλόν I. 1.45

    τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34

    καὶ κρέσσον' ἀνδρῶν χειρόνων ἔσφαλε τέχνα καταμάρψαισ I. 4.34

    [ἀνδ]ρὶ σοφῷ (supp. Lobel.) Πα. 1. 3. ἀνδρῶν δικαίων fr. 159. κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν fr. 212.
    c c.

    τις, ἄλλος τις. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον O. 13.31

    εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ O. 14.7

    ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13

    κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87

    5 frag. ]

    φυγον ἄνδρα[ Pae. 12.22

    ]ἔτι δ' ἄνδρ[ Pae. 21.21

    κἀ]νδρῶν (supp. Snell.) Δ. 4. e. 4. ] ἀλαον ἀνδρὸς λ[ fr. 173. 3.

    Lexicon to Pindar > ἀνήρ

  • 14 καί

    καί particle,
    1 and, also, even A copulative.
    1 joining finite verbs,
    a with change of subject.

    ἦ θαύματα πολλά, καί πού τι καὶ ἐξαπατῶντι μῦθοι O. 1.28

    , O. 3.21, O. 9.38, O. 10.41, O. 10.72, P. 1.5, P. 1.42, P. 3.35, P. 3.93, P. 3.94, P. 4.124, P. 4.164, P. 4.220, P. 4.247, P. 4.254, P. 4.257, P. 6.53, P. 9.40, P. 9.52, N. 5.18, N. 5.21, N. 6.53, N. 7.65, N. 10.10, N. 11.8, I. 3.17, I. 4.13, I. 4.34, I. 4.67, I. 5.48, I. 6.53, I. 8.47, fr. 51b. Pae. 2.53
    b with no change of subject.

    διεδάσαντο καὶ φάγον O. 1.51

    , O. 5.8, O. 7.46, O. 10.49, O. 13.27, O. 13.69, O. 13.112, P. 3.15, P. 3.68, P. 4.254, P. 4.298, P. 9.12, P. 10.46, N. 1.64, N. 3.26, N. 3.38, N. 4.61, N. 5.39, N. 6.19, N. 6.49, N. 9.18, N. 10.22, N. 10.74, N. 10.80, I. 2.19, I. 5.63, I. 6.70, Πα. 2. 1, Εὔ]βοιαν ἕλον καὶ ἔνασσαν καὶ ἔκτισαν νάσους Πα.. 3. Πα. 8A. 13. Δ. 2. 30, fr. 169. 23, fr. 169. 47.
    c in subord. cl.,

    ὡς ἂν κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα καὶ ἰάναιεν O. 7.42

    πρὶν μίχθη καὶ ἔνεικεν O. 9.59

    κατέφρασεν ὁπᾷ ἔθυε καὶ ὅπως ἄρα ἔστασεν O. 10.57

    ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ P. 1.100

    θεός, ὃ καὶ κίχε καὶ παραμείβεται καὶ ἔκαμψε P. 2.50

    εἰ δὲ σώφρων ἄντρον ἔναἰ ἔτι Χίρων, καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.63

    P. 9.46—9.

    ὃς ἂν ἕλῃ καὶ ἴδῃ P. 10.25

    , N. 3.34

    ὄφρα προσμένοι καὶ πάξαιθ N. 3.61

    αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον, καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.15

    Pae. 6.50 irregularly coordinated;

    φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου καὶ ὁπότ' Πελλάνᾳ φέρε O. 9.97

    εὐθύ-

    γλωσσος ἀνὴρ προφέρει παρὰ τυραννίδι χὠπόταν ὁ λάβρος στρατός, χὤταν πόλιν οἱ σοφοὶ τηρέωντι P. 2.87

    —8.

    νᾶσον ὡς ἤδη λιπὼν κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν καὶ τὸ Μηδείας ἔπος ἀγκομίσαι P. 4.9

    πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν N. 5.52

    d introducing question.

    ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο O. 2.99

    καὶ τίς ἀνθρώπων σε ἐξανῆκεν γαστρός;” P. 4.98
    2 joining grammatically similar words.
    a two nouns.

    Παλλὰς καὶ Ζεὺς O. 2.27

    ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι καὶ στεφάνους O. 2.74

    κρίσιν καὶ πενταετηρίδ O. 3.21

    Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν καὶ πολυγνάμπτων μυχῶν O. 3.27

    χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ O. 4.25

    ἀρετᾶν καὶ στεφάνων O. 5.1

    Ἄκρων' ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    Οἰνομάου καὶ Πέλοπος O. 5.9

    Ποσειδᾶν' καὶ τοξοφόρον σκοπόν O. 6.59

    παρ' Ἀλφειῷ καὶ παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17

    Οὐρανὸς καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38

    ἀρετὰν καὶ χάρματ O. 7.44

    τά τ' ἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84

    κῶμον καὶ στεφαναφορίαν O. 8.10

    ἓ καὶ υἱὸν O. 9.14

    κορᾶν καὶ φερτάτων Κρονιδᾶν O. 9.56

    τόλμα δὲ καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις O. 9.82

    σὺ καὶ θυγάτηρ O. 10.3

    Καλλιόπα καὶ χάλκεος Ἄρης O. 10.15

    βροντὰν καὶ πυρπάλαμον βέλος O. 10.80

    ἀρχὰ λόγων καὶ πιστὸν ὅρκιον O. 11.6

    Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τε O. 12.18

    κασίγνηταί τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα O. 13.7

    Σίσυφον καὶ τὰν Μήδειαν O. 13.53

    ναὶ καὶ προπόλοις O. 13.54

    παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα O. 13.83

    αἰδῶ δίδοι καὶ τύχαν O. 13.115

    Ἀπόλλωνος καὶ Μοισᾶν P. 1.1

    κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.28

    ὄλβον καὶ κτεάνων δόσιν P. 1.46

    ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν P. 1.68

    κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ P. 2.58

    ἐν ὄρει καὶ ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90

    Νέστορα καὶ

    Λύκιον Σαρπηδόν P. 3.112

    ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ P. 4.68

    Ἰφιμεδείας παῖδας, ὦτον καὶ σέP. 4.89 πὰρ Χαρικλοῦς καὶ ΦιλύραςP. 4.103 λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶP. 4.108

    Ἄδματος καὶ Μέλαμπος P. 4.126

    ὀρνίχεσσι καὶ κλάροισι P. 4.190

    ἀγέλα ταύρων ὑπᾶρχεν καὶ νεόκτιστον θέναρ P. 4.206

    ἄροτρον καὶ βόας P. 4.225

    Κυράνα καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου P. 4.280

    πεδίον καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.53

    ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64

    νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26

    γείτων καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν P. 8.58

    λαμπρὸν φέγγος καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97

    θυμὸν γυναικὸς καὶ μεγάλαν δύνασινP. 9.30 τέλος οἶσθα καὶ πάσας κελεύθουςP. 9.45 ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖςP. 9.47 ὥραισι καὶ ΓαίᾳP. 9.60 νέκταρ καὶ ἀμβροσίανP. 9.63 Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ ΝόμιονP. 9.64—5.

    οἱ καὶ Ζηνὶ P. 9.84

    νιν καὶ Ἰφικλέα P. 9.88

    δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους P. 9.124

    πόνων δὲ καὶ μαχᾶν ἄτερ P. 10.42

    χαλκοῦ θαμὰ καὶ δονάκων P. 12.25

    οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    Ἰάσον' καὶ ἔπειτεν Ἀσκλαπιόν N. 3.54

    τάνδε νᾶσον καὶ σεμνὸν Θεάριον N. 3.69

    δῶρα καὶ κράτος N. 4.68

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων N. 5.7

    υἱοὶ καὶ βία Φώκου N. 5.12

    ἀοιδαὶ καὶ λόγοι N. 6.30

    αὐχένα καὶ σθένος (v. Dornseiff, Stil, 26) N. 7.73

    χειρὶ καὶ βουλαῖς N. 8.8

    Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16

    ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν N. 9.4

    φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτε θρασυμήδεα καὶ δεινὰν στάσιν N. 9.13

    χερσὶ καὶ ψυχᾷ N. 9.39

    Κάστορος καὶ κασιγνήτου Πολυδεύκεος N. 10.50

    Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ N. 10.53

    Ζηνὸς ὑψίστου κασιγνήτα καὶ ὁμοθρόνου Ἥρας N. 11.2

    λύρα καὶ ἀοιδά N. 11.7

    πάλᾳ καὶ

    μεγαυχεῖ παγκρατίῳ N. 11.21

    ἐν Πυθῶνι καὶ Ὀλυμπίᾳ N. 11.23

    παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ ὄχθῳ Κρόνου N. 11.25

    πολιατᾶν καὶ ξένων I. 1.51

    Ὀγχηστὸν καὶ γέφυραν I. 4.20

    χρυσέων οἴκων ἄναξ καὶ γαμβρὸς Ἥρας I. 4.60

    δαῖτα καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν I. 4.62

    νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι I. 5.5

    ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.38

    Ἕκτορα καὶ στράταρχον Μέμνονα I. 5.40

    Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27

    Μερόπων ἔθνεα καὶ τὸν βουβόταν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    χθόνα καὶ στρατὸν ἀθρόον Pae. 4.42

    ἐμὰν ματέραλιπόντες καὶ ὅλον οἶκον Pae. 4.45

    στεφάνων καὶ θαλιᾶν Pae. 6.14

    νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσινἵζων Pae. 6.93

    ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] Pae. 8.66

    Κάδμου στρατὸν καὶ Ζεάθου πόλιν (Π: ἂν pro καὶ coni. Wil. metr. gr.) Πα... φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ἐπ' Αἰολάδᾳ καὶ γένει (G-H: τε καὶ Π.) Παρθ. 1. 13. ὦ Πάν, Ἀρκαδίας μεδέων καὶ σεμνῶν ἀδύτων φύλαξ fr. 95. 2. θυμὸν καὶ φωνὰν fr. 124d. βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ ἄνδρες fr. 133. 4. ]ἀοιδ[ὰν κ]αὶ ἁρμονίαν fr. 140b. 2. θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 6. τιμαὶ καὶ στέφανοι fr. 221. 2. Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος fr. 243.
    b two adjs.

    ξανθαῖσι καὶ παμπορφύροις ἀκτῖσι βεβρεγμένος O. 6.55

    πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις O. 7.63

    ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ O. 9.28

    ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς O. 9.94

    [ ἀκρόσοφον δὲ καὶ αἰχματὰν (v. l. τε καὶ) O. 11.19]

    κλυτὰν καὶ ὀνυμαστάν P. 1.38

    πολυμήλου καὶ πολυκαρποτάτας χθονὸς P. 9.7

    εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς P. 10.22

    γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν N. 7.101

    ἄνιππός εἰμι καὶ βουνομίας ἀδαέστερος Pae. 4.27

    esp., two numerals,

    πρώτοις καὶ τερτάτοις O. 8.46

    ἑβδόμᾳ καὶ σὺν δεκάτᾳ γενεᾷ P. 4.10

    τεσσαράκοντα καὶ

    ὀκτὼ παρθένοισι P. 9.113

    τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135.
    c two participles.

    ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς O. 5.24

    ἀποπέμπων καὶ ἐποψόμενος O. 8.52

    δεξάμενον καὶ δαίσαντα N. 1.71

    θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16

    cf. O. 6.20
    d two infinitives. “ μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμενP. 4.166 χέρα οἱ προσενεγκεῖν ἦρα καὶ ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37.

    ἐπαινεῖσθαι χρεών, καὶ μελιζέμεν N. 11.18

    κελαδῆσαι καὶ προσειπεῖν I. 1.55

    e two pronouns. “ ἐμὲ καὶ σὲP. 4.141

    ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων P. 5.55

    εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.21

    f two adverbs.

    πολὺ καὶ πολλᾷ O. 8.23

    3 in enumeration.
    a A καὶ B καὶ C ( καί...)

    λτ;γτ;άνθον ἤπειγεν καὶ Ἀμαζόνας εὐίππους καὶ ἐς Ἴστρον ἐλαύνων O. 8.47

    νόστον ἔχθιστον καὶ ἀτιμότεραν γλῶσσαν καὶ ἐπίκρυφον οἶμον O. 8.69

    πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν καὶ μέγαρον O. 13.62

    γυναικεῖον στρατὸν καὶ Χίμαιραν καὶ Σολύμους ἔπεφνεν O. 13.90

    Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε καὶ Μέροπας καὶ τὸν μέγαν Ἀλκυονῆ N. 4.25

    —7.

    χαλκὸν ὅν τε Κλείτωρ καὶ Τεγέα καὶ Ἀχαιῶν ὑψίβατοι πόλιες καὶ Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.47

    —8.

    ἐξικέσθαν καὶ μέγα ἔργον ἐμήσαντ' ὠκέως καὶ πάθον N. 10.64

    ἐπῇεν καὶ ἔστα καὶ μυχοὺς διζάσατο fr. 51a. 3. τὸ δ' οἴκοθεν ἄστυ κα[ὶ ] καὶ συγγένεἰ Πα.. 32. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι Ἀθᾶναι fr. 76. 1. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν καὶ λιβάνῳ σκιαρὰν καὶ χρυσοκάρποισιν βέβριθε λτ;δενδρέοιςγτ; καὶ τοὶ μὲν Θρ.. 3. ἔνθα βουλαὶ γερόντων καὶ νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί, καὶ χοροὶ καὶ Μοῖσα καὶ Ἀγλαία fr. 199.
    b A καὶ B C τε ( καί...)

    Λύκιε καὶ Δάλοἰ ἀνάσσων, Φοῖβε, Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων P. 1.39

    καὶ σοφοὶ καὶ χερσὶ βιαταὶ περίγλωσσοί τ' ἔφυν P. 1.42

    Ἰόλαον καὶ Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες P. 11.61

    ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν καὶ τὸ θαητὸν δέμας ἀτρεμίαν τε σύγγονον N. 11.12

    τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον καὶ λεβήτεσσιν φιάλαισί τε χρυσοῦ I. 1.18

    πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.99

    —100.
    4 καί καί, bothand

    καὶ ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων O. 7.90

    καὶ ἀγάνορος ἵππου θᾶσσον καὶ ναὸς ὑποπτέρου O. 9.23

    καὶ λογίοις καὶ ἀοιδοῖς P. 1.94

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνοςP. 4.152

    κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.53

    καὶ τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων καὶ τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.7

    καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον βέβακεν ἐργμάτων ἀκτὶς I. 1.41

    μυρίαι δ' ἔργων καλῶν τέτμανθ κέλευθοι καὶ πέραν Νείλοιο παγᾶν καὶ δἰ Ὑπερβορέους I. 6.23

    εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 1. with irregular coordination,

    καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν O. 13.83

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον (sc. ἐκράτησε) N. 10.26 in comparison,

    πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67

    5 with intensifying force.

    οὔτε δύσηρις ἐὼν οὔτ' ὦν φιλόνικος ἄγαν, καὶ μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις, τοῦτό γέ οἱ μαρτυρήσω O. 6.20

    τέκεν γόνον ὑπερφίαλον μόνα καὶ μόνον P. 2.43

    τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσον· καί τοι μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν ὄμνυμι προήσειν” conditional parataxis P. 4.165
    6 v. E infra for exx. of καὶ irregularly placed. B copulative, combined with τε, where τε is superfluous.
    1

    Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις O. 1.18

    τρεῖς τε καὶ δέκ' ἄνδρας O. 1.79

    ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16

    εὐθυμιᾶν τε μέτα καὶ πόνων O. 2.34

    πλοῦτόν τε καὶ χάριν ἄγων O. 2.10

    τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν O. 2.53

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος O. 2.78

    ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ διφρηλασίας O. 3.37

    αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους O. 6.14

    Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας O. 6.93

    Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι O. 7.55

    μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.80

    αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88

    μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι O. 9.65

    τά λτ;τεγτ; τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα (supp. Hermann, met. gr.: om. codd., Schr.) O. 14.5

    γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14

    κτεάτεσσί τε καὶ περὶ τιμᾷ P. 2.59

    παῖδες ὑπερθύμων τε φωτῶν καὶ θεῶνP. 4.13 Κρηθεῖ τε μάτηρ καὶ ΣαλμωνεῖP. 4.142

    ἀνέρες ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174

    θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    βουλᾶν τε καὶ πολέμων P. 8.3

    ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς P. 8.6

    λύρᾳ τε καὶ φθέγματι μαλθακῷ P. 8.31

    πολλάν τε καὶ ἡσύχιον εἰρήναν P. 9.22

    ἔν τε θεοῖς κἀνθρώποιςP. 9.40

    τόλμᾳ τε καὶ σθένει P. 10.24

    εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες N. 1.30

    εὖ τε παθεῖν καὶ ἀκοῦσαι N. 1.32

    λῆμά τε καὶ δύναμιν N. 1.57

    Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα N. 3.50

    Κλεωναίου τ' ἀπ ἀγῶνος καὶ λιπαρῶν εὐωνύμων ἀπ Ἀθανᾶν N. 4.18

    Οἰνώνᾳ τε καὶ Κύπρῳ N. 4.46

    εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν N. 5.9

    ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας N. 6.48

    σέ τ' καὶ Πολυτιμίδαν N. 6.62

    χειρῶν τε καὶ ἰσχύος ἁνίοχον N. 6.66

    φίλιπποί τ' αὐτόθι καὶ κτεάνων ψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32

    γνώτ' ἀείδω θεῷ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται N. 10.31

    Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Τυνδαρίδαις N. 10.38

    Κορίνθου τ' ἐν μυχοῖς, καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις (loc. susp.) N. 10.42

    θάνατόν τε φυγὼν καὶ γῆρας ἀπεχθόμενον N. 10.83

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29

    κτεάνων θ' ἅμα λειφθεὶς καὶ φίλων I. 2.11

    τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.51

    γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55

    Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει I.5. 52.

    δαπάνᾳ τε χαρεὶς καὶ πόνῳ I. 6.10

    ἀγλαοὶ παῖδές τε καὶ μάτρως I. 6.62

    Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ I. 9.2

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος fr. 2. 1. γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.

    γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.51

    Χαρίτεσσίν τε καὶ Ἀφροδίτᾳ Pae. 6.4

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Pae. 6.132

    μαντευμάτων τε θεσπεσίων δοτῆρα καὶ τελεσσιε[πῆ] θεοῦ ἄδυτον Pae. 7.2

    σέ τε καὶ ῥαδ[ Πα. 7. d. 2.

    τά τ' ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν (Blass: πτανὸν ἀνδράσι codd. Dion. Hal.)

    Πα... Ἐλείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.17

    τ]ριπόδεσσί τε καὶ θυσίαις fr. 59. 11. πρὶν μὲν ἕρπε σχοινοτένειά τ' ἀοιδὰ διθυράμβων καὶ τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν fr. 89a. 2. Πειθώ τ' ἔναιεν καὶ Χάρις fr. 123. 14. Ἀπόλλωνί τε καὶ[ fr. 140b. 10. ] ραί τε καὶ υ[ fr. 215. 9. τόλμα τέ μιν ζαμενὴς καὶ σύνεσις fr. 231. emphasised, bothand, ξένον μή τιν' ἀμφότερα καλῶν τε ἴδριν ἅμα καὶ δύναμιν κυριώτερον ( ἀλλὰ coni. Hermann) O. 1.104

    ἀμφότερον μάντιν τ' ἀγαθὸν καὶ δουρὶ μάρνασθαι O. 6.17

    ἀμφότερον δαπάναις τε καὶ πόνοις I. 1.42

    once joining finite verbs,

    ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων, καὶ τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον I. 1.19

    —20. irregularly coordinated,

    ἄγοντι δέ με νῖκαι, ὦ Μεγάκλεες, ὑμαί τε καὶ προγόνων P. 7.18

    συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.33

    —6.

    οἶά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν I. 1.24

    —5.

    ζώων τ' ἀπὸ καὶ θάνων I. 7.30

    Κλεάνδρῳ τις ἀνεγειρέτω κῶμον, Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα, καὶ Νεμέᾳ ἀέθλων ὅτι κράτος ἐξεῦρε I. 8.4

    [ἀνατεί τε] καὶ ἀπριάτας ἔλασεν (H. J. Mette: ἀναιρεῖται καὶ codd. Aristidis contra metr.) fr. 169. 8. explicative / appositional, ἐγγυάσομαι ὔμμιν, ὦ Μοῖσαι, φυγόξεινον στρατὸν μήδ' ἀπείρατον καλῶν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι ( δὲ καὶ v. l.) O. 11.19 Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 2. cf. P. 9.45
    2 in enumeration.
    a A τε καὶ B C

    τε φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν O. 3.8

    μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημ' ἀγρούς τε πάνταςP. 4.148

    ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101

    —2.

    ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει Ἀλεύα τε παῖδες P. 10.4

    ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν Δαρδάνων τε N. 3.60

    —1.

    τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε N. 4.75

    κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι πόνων τ ἄπειροι fr. 143.
    b A τε καὶ B καὶ C ( καὶ...) “ὅσσα τε χθὼν ἠρινὰ φύλλ' ἀναπέμπει, χὠπόσαι ψάμαθοι κλονέονται χὤ τι μέλλει, χὠπόθεν ἔσσεται, εὖ καθορᾷςP. 9.45 ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισιν τε γλυκερὸν καὶ Διωνύσοιο καρπῷ καὶ κυλίκεσσιν Ἀθαναίαισι κέντρον fr. 124. 3. ἄστρα τε καὶ ποταμοὶ καὶ κύματα πόντου fr. 136.
    c μέν τε καί, v.

    μέν τε O. 4.14

    C emphatic, non-copulative, v. also D. 1. infra.
    1 καί means even.

    καὶ ἄπιστον ἐμήσατο πιστὸν ἔμμεναι O. 1.31

    ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    [ θαμὰ καὶ ( θαμάκι v. l.) O. 4.27]

    ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν O. 5.16

    ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.25

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ παρέπλαγξαν καὶ σοφόν O. 7.31

    τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων καὶ τάνδ' ἁλιερκέα χώραν παντοδαποῖσιν ὑπέστασε ξένοις O. 8.25

    τράπε δὲ Κύκνεια μάχα καὶ ὑπέρβιον Ἡρακλέα O. 10.15

    δάμασε καὶ κείνους. (Boeckh: κἀκείνους codd.) O. 10.30 ἤτοι καὶ τεά κεν ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12. 13.

    ἤτοι καὶ ὁ καρτερὸς ὁρμαίνων ἕλε Βελλεροφόντας O. 13.84

    σὺν δὲ κείνῳ καί ποτ' Ἀμαζονίδων βάλλων γυναικεῖον στρατὸν O. 13.87

    σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.52

    εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει P. 1.87

    ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφία δέδεται P. 3.54

    ἔτραπεν καὶ κεῖνον (Boeckh: κἀκεῖνον codd.) P. 3.55

    ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186

    καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον P. 4.265

    ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν δεῖσαι καὶ ἀφαυροτέροις P. 4.272

    αὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279

    κεῖνόν γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον P. 5.57

    κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν ἔννεπεν P. 9.95

    ἔτι καὶ μᾶλλον P. 10.57

    ἔμπα καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ (Christ: καίπερ codd.) N. 4.36

    κεῖνος καὶ Τελαμῶνος δάψεν υἱὸν N. 8.23

    ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν where καί emphasizes

    κάματον N. 8.50

    ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει μοῖρα N. 11.42

    τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.2

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων I. 4.31

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60

    ἤτοι καὶ ἐγὼ σκόπελον ναίων Pae. 4.21

    εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει, ἄνιππός εἰμι though Pae. 4.25
    2 where καί means also.

    ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28

    Μοῖρ' θεόρτῳ σὺν ὄλβῳ ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει O. 2.37

    ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος O. 7.45

    Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.94

    ἐοικότα γὰρ καὶ τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν (v. l. ἐν καὶ: κἀν Mosch.) P. 1.35

    Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58

    ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ P. 2.36

    ὅθεν φαμὶ καὶ δὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν P. 2.64

    σοφοὶ δέ τοι κάλλιον φέροντι καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος P. 6.28

    ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102

    ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν P. 10.15

    ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.17

    ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν N. 4.32

    σὺν δὲ τὶν καὶ παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κλιθεὶς εὔδοξος ἀείδεται N. 7.7

    ἐχθρὰ δ' ἄρα πάρφασις ἦν καὶ πάλαι N. 8.32

    καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξN. 10.77

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40

    ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63

    ἔτι καὶ Πυθῶθεν I. 1.65

    κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ I. 4.44

    ἐν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54

    πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον I. 7.51

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν sc. as well as to men I. 8.59

    ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δή ποτε καὶ κεῖνος I. 8.65

    θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς καὶ χάριν ἀοιδᾷ φυτεύει fr. 141.
    3 emphatic, where neither of the two previous meanings seems applicable.
    a emphasizing subs., adj.

    καί πού τι καὶ βροτῶν φάτις O. 1.28

    σέο ἕκατι καὶ μεγασθενῆ νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων I. 5.2

    φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας (others interpr. καὶ as copulative) I. 8.47

    ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26

    ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ὁ δὲ κηλεῖται χορευοίσαισι κα[ὶ θη]ρῶν ἀγέλαις (supp. Housman) Δ. 2. 22. esp. subs. prop.,

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης O. 1.44

    ἀνταγόρευσεν καὶ Πελίας P. 4.156

    ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον P. 9.79

    λαὸν θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων φύλλοις ἐλαιᾶν χρυσέοις μιχθέντα N. 1.17

    αἰνέω καὶ Πυθέαν I. 5.59

    κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.21

    other exx. under c. α. infra.
    b preceding demonstrative.

    εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    καὶ

    τόδε συνθέμενος ῥῆμα P. 4.277

    ἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.44

    I relative.

    Ἄργει δ' ὅσσα καὶ ἐν Θήβαις O. 13.107

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20

    οἵτε καὶ P. 3.89

    ἔνθα καὶ P. 4.253

    ὃ καὶ P. 5.63

    [ τῷ καὶ (codd.: καὶ del. Pauw.) P. 5.69]

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας P. 12.31

    ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι N. 2.1

    ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἷλε N. 3.34

    τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.36

    οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ἀμφεπόλησαν N. 8.6

    ὅσπερ καὶ Κινύραν ἔβρισε πλούτῳ N. 8.18

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον I. 2.23

    ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25

    τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον I. 5.35

    ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε πεδίον I. 8.49

    ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34.
    II demonstrative.

    τὸ καὶ ἀνδρὶ πάρεστι Συρακοσίῳ O. 6.17

    τὸ καὶ κατεφάμιξεν O. 6.56

    τῶ καὶ ἐγὼ καίπερ ἀχνύμενος θυμόν I. 8.5

    τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. I. 8.26
    d with temporal adv.

    τότε καὶ φαυσίμβροτος δαίμων Ὑπεριονίδας O. 7.39

    καὶ τότε γνοὺς P. 3.31

    μετὰ καὶ νῦν P. 4.64

    cf. I. 8.61

    καὶ νῦν N. 5.43

    [ καὶ νῦν (v. l. καί νυν) N. 6.8] ἐνῆκεν καὶ ἔπειτ[ Παρθ. 2.. καὶ τότ' ἐγὼ fr. 168. 4. v. also νῦν
    e emphasizing prepositional phrases, cf. E infra.

    ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.47

    εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέωP. 9.50

    πλεῖστα νικάσαντά δε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97

    γλυκύ τι δαμωσόμεθα καὶ μετὰ πόνον I. 8.8

    οἶαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2. 7.
    f with dependent infinitive phrase.

    γλυκεῖα δὲ φρὴν καὶ συμπόταισιν ὁμιλεῖν P. 6.53

    πράσσει χρέος, αὖτις ἐγεῖραι καὶ παλαιὰν δόξαν ἑῶν προγόνων P. 9.105

    ἐγὼ δ' ἀστοῖς ἁδὼν καὶ χθονὶ γυῖα καλύψαι (sc. εὔχομαι) N. 8.38
    4 in comparisons.
    a

    ὡς εἰ καί, ὥτε καί. φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ, καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν ἀνδράσιν πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.7

    ἀλλ' ὥτε παῖς, καὶ ὅταν O. 10.91

    b

    οὕτω καί. ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται· οὕτω δὲ καὶ πίτνει χαμαί P. 8.93

    καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει N. 11.42

    c

    οἷος καί. ἤρατο τῶν ἀπεόντων· οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων. οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ποιμένες ἀμφεπόλησαν N. 8.6

    d ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.99

    ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται, καὶ ὅδ ἀνὴρ N. 2.3

    , cf. P. 10.67 D in combination with other particles.
    a where καί means even

    φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαί P. 4.25

    κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας P. 1.12

    βία δὲ καὶ μεγάλαυχον ἔσφαλεν ἐν χρόνῳ P. 8.15

    θανόντων δὲ καὶ φίλοι προδόται (Bergk: λόγοι φίλοι codd.) fr. 160.
    b where καί means also

    ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.14

    δαέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει O. 7.53

    ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος O. 8.77

    οἱ δ' Ἀρκάδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.68

    ἄλλαι δὲ δὔ χάρμαι, τὰ δὲ καὶ Νεμέας κατὰ κόλπον O. 9.87

    τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ O. 13.55

    τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26

    μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.20

    τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω, ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ bis. P. 8.56—7.

    πολλοὶ ἀριστῆες, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.

    108.

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών N. 3.74

    πρόφρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.22

    ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54

    μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.43

    ἔστι δὲ καὶ κόρος ἀνθρώπων N. 10.20

    ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι N. 10.25

    τρὶς μὲν τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ N. 10.28

    ἐν Ἰσθμῷ Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν I. 5.18

    μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71

    αἰνέων Μελέαγρον, αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.32

    κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1

    διαγινώσκομαι μὲν γινώσκομαι δὲ καὶ μοῖσαν παρέχων ἅλις Pae. 4.23

    μνάσει δὲ καί τινα Pae. 14.35

    τέρπεται δὲ καί τις ἐπ' οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων fr. 221. 4. N. B. anaphora O. 9.68, P. 9.108, N. 10.28, I. 6.71, I. 7.32, I. 9.1
    c where καί is generally emphatic. τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα (= αὖ, Gr. Part., 305 P. 6.44 ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα and two are the victories that M. has I. 3.9 ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ Πειθώ τ ἔναιεν ( précisement van Groningen) fr. 123. 13. σοφοὶ δὲ καὶ τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος αἴνησαν περισσῶς fr. 35b. where δὲ is separated from

    καί; εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι N. 7.89

    2 combined with particles other particles than δέ. a. καί ῥα v. ῥα. b. καί νυν v. νυν. c. καὶ γάρ v. γάρ. d. καὶ μάν v. μά ν. e. καίτοι v. τοι f. καίπερ v. καίπερ [g. καί τε is not a genuine combination of particles, in spite of apparent exx. I. 2.19 coni., I. 2.23, I. 4.25—6, I. 7.32—3.] E position of καί: 1. the position of emphatic καὶ is sometimes between prep. and subs., cf. C. 3. e supra:

    ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28

    ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186

    ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102

    ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. cf. fr. 123. 13. This usage is irregularly applied to copulative καί:

    ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26

    θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις (Tricl.: ἔν τε, ἔν τε καὶ codd.) P. 10.58 πέσε δ (sc. κῦμ' Ἀίδα)

    ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα N. 7.31

    ζώων τ' ἀπὸ καὶ θανών I. 7.30

    2 irregular position of καί. dub. exx.
    a copulative. ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν / καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καί coni. Ahlwardt: τε codd.: ὀξ. σχ. καὶ δειν. coni. Wil.) N. 4.64 [ καὶ coni. Ahlwardt, τ codd. P. 10.69]
    b emphatic. δελφῖνι καὶ τάχος δἰ ἅλμας ἶσον κ' εἴποιμι Μελησίαν (Schr. e Σ: κεν codd.: κ add. Wil., om. codd: “nicht ein umgestelltes “und” sondern “auch” wie die Σ auch verstehen.” Wil.) N. 6.64 F in crasis.

    κἀσόφοις O. 3.45

    κἀγοραὶ O. 12.5

    χὠπόταν χὤταν P. 2.87

    —8.

    κοὔ P. 4.151

    τε κἀγαθῷ P. 8.100

    κἀνθρώποις P. 9.40

    χὠπόσαι χὤ τι χὠπόθεν P. 9.46

    —8. καἴπερ (coni. Christ: καίπερ codd.) N. 4.36 κἀν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59 κεἴ fr. 4. κἀγχερριθ[ Πα. 22. i. 3. G fragg.

    καὶ θυόε[ντα Pae. 3.8

    ]καί ποτε[ Pae. 6.73

    ]σεκαι[ Πα. 7B. 2. ]

    καὶ χ[ Pae. 10.2

    ]καὶ χρυσο[ Pae. 10.10

    καὶ τα[Πα. 13d. 8. ]

    τε καὶ ἁνίκα ναύλοχοι[ Pae. 18.9

    ]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 1. ]αμα καὶ στρατιὰ[ Δ. 3. 11. ]τηρκαιε[ Δ. 4. d. 3. καὶ λιπαρῷ fr. 204. ] σκαιλυ[ fr. 215b. col. 2. 4.

    Lexicon to Pindar > καί

  • 15 μέν

    1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.
    a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.

    ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75

    οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    μαντεύσατο

    δ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32

    Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    ( ὄρος)

    τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30

    πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72

    δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).

    τῶν μὲν κλέος P. 4.174

    Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61

    ( Αἰακὸν)

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    ( Ἀχιλεύς)

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    ( καὶ κεῖνος)

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)

    μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4

    cf. fr. 140b. 16.
    b emphasising adv., esp. temporal.

    νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    σάμερον μὲν χρή P. 4.1

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25

    ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11

    ( Διόσκουροι)

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54

    adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου ΑἰακίδᾳI. 8.38
    c emphasising verb.

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279

    d where the balancing thought is,
    I suppressed.

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46

    ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43

    πρῶτον μὲν fr. 30. 1.
    II not expressed in coordinated clause.

    ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19

    τοὺς μὲν ὦν P. 3.47

    τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,

    ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154
    f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]

    ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14

    ]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]

    α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3

    ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.
    g γε μέν, v. 4.
    a where sentences are opposed.

    ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84

    θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57

    παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65

    τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44

    τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8

    κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15

    —8.

    νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63

    —5.

    τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67

    τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86

    ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοιP. 4.116

    μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23

    ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.

    οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1

    —9.

    ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50

    —1.

    ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳI. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.
    b where sentences are joined.

    ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25

    — 30.

    Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48

    —9.

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41

    κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.

    αὐτὰ δὲ O. 7.49

    —50.

    Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45

    —7.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93

    —4.

    ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283

    —4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς

    αἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15

    —20.

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    —8.

    τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55

    —6.

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64

    ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118

    —9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.

    ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43

    ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44

    —5.

    καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53

    —4.

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42

    πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28

    —9.

    τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19

    —21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.
    c where subordinate clauses are joined.

    εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42

    ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64

    —5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δ

    ἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2

    —3.

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21

    —2.

    τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25

    —6. ( πάρφασις)

    ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    d where parts of sentences are opposed or joined.

    ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16

    αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48

    —9.

    τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26

    πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62

    οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    —6.

    Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85

    ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3

    τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27

    —8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δN. 10.87—8.

    ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90

    ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41

    κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.
    e explicative, distributive.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72

    γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38

    , cf. O. 13.58, P. 2.48

    διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179

    Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1

    φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν

    λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83

    —5.

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30

    I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δO. 10.64

    ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125

    —6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —113.

    ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13

    —6.

    ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48

    μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7

    —11.

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30

    —4.

    τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37

    —41.

    ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2

    σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.
    II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.

    ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111

    —3.

    Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3

    πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14

    ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10
    IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.
    g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).

    ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —41.

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65

    τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8

    —12.

    ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51

    τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97

    —100.

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32

    τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41

    διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55

    ἀλλὰ

    βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29

    ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    , cf. P. 3.51
    h with anaphora.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123

    ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27

    ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87

    εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3

    —4.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6

    —7.

    χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7

    —8.

    ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71

    διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22

    ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.
    i where the μέν cl. has concessive force.

    σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107

    κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70

    ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24

    cf.

    μὲν ἀλλά P. 4.139

    ; P. 6.23
    k indicating comparison.

    λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39

    l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.

    Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13

    οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲν

    φωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66

    ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11

    οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52

    —5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58

    διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6

    —7.

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37

    χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48

    —9 cf. N. 9.48

    ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθωI. 6.47—9.

    μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25

    —6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.
    m μέν δέ combined with other particles.
    I

    μὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10

    cf. O. 1.111
    II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5

    ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-

    μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33

    n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.
    3 μέν balanced with particles other than δέ.
    a μέν ἀλλά lang=greek>
    I

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1

    λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50

    ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22

    ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55

    ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲP. 4.139

    ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46

    —52, cf. fr. 106.
    II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.

    παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19

    —24.
    b μέν τε.
    I

    χαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88

    ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69

    τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88

    παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39

    ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε

    δᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    —1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.
    II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.

    μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14

    —6.

    εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4

    κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249

    —51.
    III irregularly coordinated.

    ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14

    αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37

    ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.
    d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]
    c

    μὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104

    d μὲν αὖτε. ( θεός)

    ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89

    , cf. I. 6.3—7.
    e

    μέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168

    Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.
    f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.
    4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83

    Lexicon to Pindar > μέν

  • 16 τις

    τῐς (τις, τινός, τινί, τινα), τινές; τι, τινί, τι.) A subs.
    1 anyone, anything
    a εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεταί τι λαθέμεν (τι supp. byz., om. codd.: κε Turyn.: λελαθέμεν Mommsen) O. 1.64 τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι; O. 1.82 τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95

    συγγενεῖ δέ τις εὐδοξίᾳ μέγα βρίθει N. 3.40

    ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται N. 3.71

    ἐπεὶ ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν N. 4.32

    μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ N. 7.68

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    ἐμπείρων δέ τις ταρβεῖ fr. 110.
    b c. neg.

    σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν O. 12.7

    πόθον ἔνδαιεν Ἥρα ναὸς Ἀργοῦς μή τινα λειπόμενον μένειν P. 4.185

    μήτ' ὦν τινι πῆμα πορών P. 4.297

    πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν P. 5.54

    οὔτε τι μεμπτὸν οὔτ' ὦν μεταλλακτόν (sc. τῶν ἐπὶ ταῖς τραπέζαις) fr. 220. 1.
    c c. gen.

    ἐμοὶ δ' ἄπορα γαστρίμαργον μακάρων τιν εἰπεῖν O. 1.52

    add. neg., O. 12.7, P. 1.49, P. 3.103, fr. 109.
    2 someone, something
    a

    τὰ δ' ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις O. 2.59

    ἄπονον δ' ἔλαβον χάρμα παῦροί τινες O. 10.22

    ἔπορε μόχθῳ βραχύ τι τερπνόν O. 10.93

    σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.52

    ἄγει δὲ χάρις φίλων ποί τινος ἀντὶ ἔργων ὀπιζομένα (codd.: ποίνιμος coni. Spiegel) P. 2.17 [ τινες ἑλκόμενοι (coni. Sheppard: τινος codd.) P. 2.90]

    ἤ τινα Λατοίδα κεκλημένον ἢ πατέρος P. 3.67

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν P. 8.88

    τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν P. 9.89

    ἐμὲ δ' οὖν τις ἀοιδᾶν δίψαν ἀκειόμενον πράσσει χρέος P. 9.103

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει τὸ δ οὔπω P. 12.31

    ποτίφορον δὲ κόσμον ἔλαχες γλυκύ τι γαρυέμεν N. 3.32

    ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι N. 7.23

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴπῃ τι I. 4.41

    γλυκύ τι δαμωσόμεθα καὶ μετὰ πόνον I. 8.8

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    ἐλαύνεις τι νεώτερον ἢ πάρος; Pae. 9.6

    μνάσει δὲ καί τινα ναίο[ν]θ' ἑκὰς ἡρωίδος θεαρίας (may refer to a particular person or generally to absentees, Lobel) Πα. 1. 3. γλυκύ τι κλεπτόμενον μέλημα Κύπριδος fr. 217. c. impv.,

    μακρά μοι αὐτόθεν ἅλμαθ' ὑποσκάπτοι τις N. 5.20

    ἐγκιρνάτω τίς μιν N. 9.50

    μαρνάσθω τις I. 5.54

    Κλεάνδρῳ τις ἁλικίᾳ τε λύτρον εὔδοξον, ὦ νέοι, καμάτων ἀνεγειρέτω κῶμον I. 8.1

    cf. fr. 109, I. 8.66, Pae. 1.2
    b c. gen.

    ἔννεπε κρυφᾷ τις αὐτίκα φθονερῶν γειτόνων O. 1.47

    εἰ δέ τις ἤδη λέγει ἕτερόν τιν' ἀν Ἑλλάδα τῶν πάροιθε γενέσθαι ὑπέρτερον P. 2.60

    ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῳν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (v. Radt, Mnem., 1966, 169) N. 1.64

    ποντίαν χρυσαλακάτων τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν N. 5.36

    ἐχρῆν δέ τιν' ἔνδον ἄλσει παλαιτάτῳ Αἰακιδᾶν κρεόντων τὸ λοιπὸν ἔμμεναι N. 7.44

    ἁλίκων τῶ τις ἁβρὸν ἀμφὶ παγκρατίου Κλεάνδρῳ πλεκέτω μυρσίνας στέφανον I. 8.66

    πλέον τι λαχών (sc. Ζεύς) fr. 35a. τῶ[ν.. Λο]κρῶν τις fr. 140b. 4.
    3
    a εἴ τις, cf. B. c, C. a.

    εἰ δέ μιν ἔχων τις οἶδεν τὸ μέλλον O. 2.56

    ὑγίεντα δ' εἴ τις ὄλβον ἄρδει O. 5.23

    πολλοὶ δὲ μέμνανται, καλὸν εἴ τι ποναθῇ O. 6.11

    φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται O. 7.1

    παραπειρῶνται Διὸς ἀργικεραύνου, εἴ τιν' ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι O. 8.4

    εἰ δὲ σὺν πόνῳ τις εὖ πράσσοι O. 11.4

    ἄνεται πάντα βροτοῖς, εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ O. 14.7

    εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.87

    εἰ δέ τις ἤδη λέγει P. 2.58

    μεμάντευμαι δ' ἐπὶ Κασταλίᾳ, εἰ μετάλλατόν τιP. 4.164

    εἰ γάρ τις ὄζους ἐξερείψειεν P. 4.263

    κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14

    εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται P. 8.73

    εἰ φίλος ἀστῶν, εἴ τις ἀντάεις P. 9.93

    εἴ τις ἄκρον ἑλὼν ὕβριν ἀπέφυγεν ( εἴ τις codd.: τίς Homan) P. 11.55

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων N. 7.11

    εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους N. 11.13

    εἰ δέ τις ἔνδον νέμει πλοῦτον κρυφαῖον I. 1.67

    εἴ τις ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴπῃ τι I. 4.41

    τὰ μακρὰ δ' εἴ τις παπταίνει I. 7.43

    εἰ δέ τις ἀρκέων φίλοις, ἐχθροῖσι τραχὺς ὑπαντιάζει Pae. 2.31

    c. gen.,

    λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται, εἴ τιν' ἀνθρώπων, ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῳν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103

    εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.1

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς I. 6.10

    b

    ὁπόταν τις τὺ δ' ὁπόταν τις ἀμείλιχον καρδίᾳ κότον ἐνελάσῃ P. 8.8

    4
    a

    πᾶς τις γαστρὶ δὲ πᾶς τις ἀμύνων λιμὸν αἰανῆ τέταται I. 1.49

    b τις, many a one

    ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24

    c. gen.,

    καὶ ὑψιφρόνων τιν' ἔκαμψε βροτῶν P. 2.51

    [cf. N. 1.64] ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δὲ πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά, τέρπεται δὲ καί τις ἐπ οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων (bis) fr. 221.
    d each

    σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων, ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116

    τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς ἐρευνασάτω φάος fr. 109. 1. τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι (Mingarelli: ἄν τις τύχῃ codd.) N. 4.91—2. B adj.,
    a a, any

    ὅταν τις βροτήσιος ἀνὴρ αὐτὸν ἀνάγῃ P. 5.2

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ἕκαστον ὅσα νέομαι P. 8.68

    κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87

    ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.50

    add. neg.,

    πέποιθα δὲ ξένον μή τιν' δαιδαλωσέμεν O. 1.104

    πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31

    τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν O. 2.93

    ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον O. 13.31

    ἕτερον οὔ τινα οἶκον ἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν N. 6.25

    ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις *fr. 104b. 4.*
    b some, some sort of

    Μοῖρ' ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει O. 2.37

    αἰτέων λαοτρόφον τιμάν τιν' ἑᾷ κεφαλᾷ O. 6.60

    δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας O. 6.82

    ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος O. 7.45

    εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν γαῖαν O. 7.62

    τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων O. 8.25

    ἔστιν δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος O. 8.77

    σύν τινι μοιριδίῳ παλάμᾳ O. 9.25

    στάθμας δέ τινος ἑλκόμενοι περισσᾶς ( τινες coni. Sheppard) P. 2.90 μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόνP. 4.155

    καί τινα οἶμον ἴσαμι βραχύν P. 4.247

    οὐ θεῶν ἄτερ ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν P. 5.76

    ἤ μέ τις ἄνεμος ἔξω πλόου ἔβαλεν P. 11.39

    σπεῖρέ νυν ἀγλαίαν τινὰ νάσῳ (= ἀγλαίας τι, Radt) N. 1.13

    ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι N. 9.6

    παθόντες πού τι φιλόξενον ἔργον (cf. C. b.) I. 2.24

    ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός I. 8.10

    ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Θήβαις, ὦ πότνια, πάγκοινον τέρας Pae. 9.9

    πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός; Pae. 9.13

    ἐκράνθην ὑπὸ δαιμονίῳ τινὶ ( δείματι e. g. supp. Wil.) Πα.. 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι fr. 203. 1.

    εἶπεν ἐν Θήβαισι τοιοῦτόν τι ἔπος O. 6.16

    ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13

    [ τις = quidam, cannot be shown to be a valid meaning in Pindar: it is a possibility in the following places, O. 6.82, O. 7.45, O. 9.25, P. 2.90, P. 4.247, N. 9.6, fr. 203. 1, v. supra.]
    c

    εἴ τις εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα ἐτίμασαν O. 1.54

    εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64

    Μοῖραι δ' ἀφίσταντ, εἴ τις ἔχθρα πέλειP. 4.145

    εἰ δὲ τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.63

    εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται P. 12.28

    εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ατληκηκοτας προστύχῃ fr. 42. 5.

    εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει βιόδωρον ἀμαχανίας ἄκος Pae. 4.25

    c. gen., κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4, cf. C. a. C adv., τι
    a c. εἰ, εἴπερ, in any way

    εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν O. 1.18

    φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν τέλλεταιO. 1.75

    εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν P. 1.90

    εἴ τι πέραν ἀερθεὶς ἀνέκραγον N. 7.75

    εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι N. 7.87

    b c. που, somehow or other

    καί πού τι καὶ βροτῶν φάτις O. 1.28

    οὔ τί που οὗτος ἈπόλλωνP. 4.87, cf. I. 2.24
    c qualifying vb., somehow

    ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.4

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι to some degree P. 7.18 [ τί οἱ (codd. contra metr.: τῷ Mingarelli.) N. 10.15] D fragg. ]ει τις ἄτερθεν[ Πα. 13. b. 13. ]ιν τοία τις εμ[ Πα. 13. c. 1. τί κέ τις εσχ[ Δ. 4. b. 11. ]και τι πατ[ Θρ. 5. b. 5. ἦν γὰρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43).

    Lexicon to Pindar > τις

  • 17 τραγῳδός

    τρᾰγῳδός, , late [dialect] Boeot. [full] τρᾰγᾰϝυδός (i. e. τραγαοιδός) IG7.3195.21 (Orchom.):—
    A member of the tragic chorus,

    εἴ τις τ. φησιν ὀρχεῖσθαι καλῶς Ar.V. 1498

    , cf. 1505: usu. in pl.,

    τῶν τ. τὸν χορόν Id. Pax 806

    (lvr.);

    τοῖς χοροῖσι τῶν τ. Id.Av. 787

    (troch.); τ. καὶ χοροί dub. l. in Th. 391 (v. τραγῳδικός)

    ; χορηγὸς τραγῳδῶν D.21.59

    ;

    τραγῳδοὺς καταλέγειν IG12.187.9

    ; τραγῳδῶν (sc. ἐνίκα χορὸς οὗ) Περικλῆς Χολαργεὺς ἐχορήγει ib.22.2318.9; παλαιὸν δρᾶμα πρῶτον παρεδίδαξαν οἱ τ. ib. 203;

    Ἀριφράδης τοὺς τ. ἐκωμῴδει, ὅτι ἅ οὐδεὶς ἂν εἴποι ἐν τῇ διαλέκτῳ, τούτοις χρῶνται Arist.Po. 1458b32

    ;

    τοῖς δὲ τ. ἕτερος σεμνὸς πᾶσιν λόγος ἄλλος ὅδ' ἐστίν Crates Com.24

    ;

    ὡς οἱ τ. φασιν οἷς ἐξουσία ἔστιν λέγειν ἅπαντα καὶ ποιεῖν μόνοις Diph.30.4

    .
    2 pl. also, = tragedy or a performance of tragedy, ἐν τοῖσι τ. on the tragic stage, Ar.Av. 512;

    τραγῳδοῖς Aeschin.3.36

    ;

    οὐδὲ.. ὑποκριταὶ κωμῳδοῖς τε καὶ τραγῳδοῖς οἱ αὐτοί Pl.R. 395a

    ;

    τεθέασαι τραγῳδούς Men.Epit. 108

    ;

    χορηγεῖν τραγῳδοῖς Is.6.60

    ;

    οἱ ἐν ἄστει τ. Aeschin.3.41

    , cf. 154; καινοῖς τραγῳδοῖς at the performance of new tragedies, IG22.956.34, 1028, Docum. ap. D.18.54, cf. Aeschin.3.34;

    θεωμένων καινοὺς τ. Ἀθηναίων Plu.Phoc.19

    ;

    νενικηκὼς τραγῳδοῖς And.4.42

    , cf. Thphr.Char. 22.2;

    Διονυσίων τραγῳδοῖς Supp.Epigr.1.362.29

    (Samos, iv B. C.); Διονυσίων ᾗ τραγῳδοί on the day of the Dionysia on which there is a tragic performance, IG12(8).640 (Peparethus, ii B. C.); τραγῳδῶν τῷ ἀγῶνι ib.12(5).1341 (Paros, iii B. C.), 22.1214; τραγῳδῶν τῷ ἀγῶνι τῷ καινῷ ib.682.76;

    τραγῳδὸς ἦν ἀγὼν Διονύσια Men.873

    (fort. τραγῳδῶν or - δοῖς)

    ; τοὺς γὰρ τραγῳδοὺς πρῶτον, εἰ βούλει, σκόπει ὡς ὠφελοῦσι πάντας Timocl.6.8

    ;

    εἰς τοὺς τραγῳδοὺς εὔθετ', οὐκ εἰς τὸν βίον Philem.105

    .
    II performer (actor and singer) of tragedy,

    ἡ τῶν τ. ἐν τῇ σκευῇ πρὸς ἀλλήλους ὁμιλία Arist. Oec. 1344a21

    ;

    ὑπεκρίθησαν τ. μὲν Θεσσαλὸς κτλ. Chares 4

    J., cf. Plu.2.334d;

    Νεοπτόλεμος ὁ τ. D.S. 16.92

    , cf. IG22.1132.39 (Delph., iii B. C.);

    Αἰσώπῳ τῷ τ. Plu. Cic.5

    ;

    οἵδε ἐπεδείξαντο τῷ θεῷ.. · τραγῳδοί· Θεόδωρος Μεγαρεύς, Φιλοκλείδης Χαλκιδεύς IG11(2).105.17

    (Delos, iii B. C.);

    ὡς οἱκακοὶ τ. μόνοι ᾆσαι οὐ δύνανται ἀλλὰ μετὰ πολλῶν Arr.Epict.3.14.1

    ;

    οἱ τ. χοροῦ δέονται φίλων συνᾳδόντων Plu.2.63a

    ;

    ἐπειδὴ Νίκων.. τ... ἀξιὠθεὶς ἐπέδωκε τῷ θεῷ ἁμέραν καὶ ἀγωνίξατο.. · καλέσαι.. αὐτὸν καὶ τοὺς μετ' αὐτοῦ τοὺς ἄρχοντας καὶ ἐν τὸ πρυτανεῖον SIG659.3

    (Delph., ii B. C.), cf. 424.42 (Delph., iii B. C.), al., OGI51.47 (Egypt, iii B. C.), IG7.3196.19 (Orchom. [dialect] Boeot.), D.Chr.33.8, Luc.Nav.46, Anach.23, Hist.Conscr.1, 22, M.Ant.3.8; τραγῳδούς miswritten for - δός in SIG509.12 (Delph., iii B. C.), and perh. in IG7.1773.21 ([place name] Thespiae).
    III tragic poet, Vit.Aeschyli p.123 Westermann, Sch.Ar.Ra.86; this sense is doubtful in Crates Com.24, Diph.30.4, Timocl.6.8, Pl.R. 395a, Arist.Po. 1458b32 (v. supr. 1.1 fin., 2).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τραγῳδός

  • 18 οὐ

    οὐ (
    1

    οὔ O. 7.48

    :

    κοὐ P. 4.151

    )
    1 negatives vb., sent.
    a

    οὐκ ἐδυνάσθη O. 1.56

    ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23

    οὔ μιν διώξω O. 3.45

    οὐ ψεύδει τέγξω λόγον O. 4.17

    ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61

    κατακρύπτει δ' οὐ κόνις συγγόνων κεδνὰν χάριν O. 8.79

    θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν O. 10.42

    Νέμεά τ' οὐκ ἀντιξοεῖ O. 13.34

    σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν O. 13.46

    οὐ ψεύσομ O. 13.52

    οὐ χρὴ O. 13.94

    οὐ φθίνει P. 1.94

    οὔ οἱ μετέχω θράσεος P. 2.83

    οὐκ ἔμειν P. 3.16

    οὐχ ἅπτεται P. 3.29

    τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται P. 3.82

    οὐκ ἐς μακρὸν ἔρχεται P. 3.105

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον P. 4.86

    οὐ πρέπειP. 4.147

    οὐκ ἐόλει P. 4.233

    οὐκ ἀπέριψεν P. 6.37

    τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται P. 8.76

    τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 οὐ κεχείμανταιP. 9.32

    οὐκ ἀποδαμεῖ P. 10.37

    οὐ φαίνεται P. 12.29

    οὐκ ἔραμαι N. 1.31

    οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.15

    τῶν οὐκ ἄπεσσι N. 3.76

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    οὐ νέοντ N. 4.77

    οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ N. 5.1

    οὐ σπανίζει N. 6.31

    οὔ κεν ἔπαξε N. 7.25

    οὐκ ἔχω εἰπεῖν N. 7.56

    οὐκ ἀποβλάπτει N. 7.60

    οὐ μέμψεται N. 7.64

    χειρόνεσσι δ' οὐκ ἐρίζει N. 8.22

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.45

    οὐκ ἔστι πρόσωθεν (Boehmer: οὐκέτι πόρσω, οὐκ ἔστι πρόσω codd.) N. 9.47

    οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν N. 10.50

    οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλάν N. 10.89

    οὐχ ἕπεται N. 11.43

    οὐ φράζεται I. 1.68

    οὐκ ἐμέμφθη I. 2.20

    οὐ κατελέγχει I. 3.14

    οὐ φείσατο I. 6.33

    γλῶσσα δ' οὐκ ἔξω φρενῶν I. 6.72

    ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν

    πραπίδες I. 8.30

    οὐ κατέφθινε I. 8.46

    οὐ κατελέγχει I. 8.65

    οὐ ψεῦδος ἐρίξω fr. 11.

    οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28

    οὐ τόλμα Pae. 6.94

    οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6

    ο]κ ἐννέπει (supp. Snell) fr. 60. b. 15. οὐ λανθάνει fr. 75. 13. οὐ πέπαται fr. 105b. 2. ]κράνας ο[ὐ π]ρολείπει[ (supp. Lobel) Θρ.. 1. οὐκ ἔστιν fr. 134. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν (καὶ, καὶ οὐδὲ vv. ll.) fr. 229. οὐκ ἔλιπον fr. 236.
    b οὐκ ἀλλά (v. also ἀλλά).

    οὐ χθόνα ταράσσοντες ἀλλὰ O. 2.63

    οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ' ἅμα πρώτοις O. 8.45

    οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλὰ P. 2.26

    κοὔ με πονεῖ ἀλλὰP. 4.151

    ὃς οὐ ἀλλ P. 5.27

    P. 5.76, I. 1.26, I. 4.49

    οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν, ἀλλ' κατερεῖς Pae. 6.127

    c

    οὐ γάρ. οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ I. 1.26

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν, ἀλλ I. 4.49

    οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442, fr. 68.
    d οὐ γε, qualifying subord. cl.

    πόρθησε τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἕλεν N. 4.28

    2 combined with other neg.

    οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ πόντιον ὕδωρ O. 2.63

    κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς P. 3.30

    αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὐκ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87

    οὔ τι οὐδὲ μὰνP. 4.87

    πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσεται P. 5.54

    οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.16

    Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ P. 8.37

    ἄνευ σέθεν οὐ φάος, οὐ μέλαιναν δρακέντες εὐφρόναν τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν N. 7.3

    ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν οὐδ ἀνέχασσαν N. 10.68

    ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40

    ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις I. 2.6

    οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται I. 2.33

    πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος ἥρωος οὐδ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.25

    τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν ξείνων ὑπερβαίνοντες I. 9.5

    οὐ πενθέων δ' ἔλαχον, λτ;οὐγτ; στασίων (supp. et add. e Plutarcho et Σ pap. Blass) Πα... κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει fr. 222. 2. τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος fr. 232. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.
    3
    a c. part.

    κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος O. 2.96

    ἔργῳ τ' οὐ κατὰ εἶδος ἐλέγχων ἐξένεπε O. 8.19

    ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67

    βασιλεὺς οὐ φθονέων ἀγαθοῖς P. 3.71

    οὐκ ἐρίζων P. 4.285

    οὐκ ἀτιμάσαντα P. 9.80

    οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν N. 1.37

    καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6

    ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46

    οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. οὐκ ἰδυῖα fr. 182.

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    b c. adj.

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει O. 1.81

    χόλον οὐ φατὸν O. 6.37

    οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.86

    οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.104

    μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106

    χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59

    χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P.3.11.

    οὐκ ἀποδάμου Ἀπόλλωνος τυχόντος P. 4.5

    οὐ ξείναν γαῖαν ἄλλωνP. 4.118σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖνP. 9.42

    λαχόντες οὐκ ὀλίγαν δόσιν P. 10.20

    ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον P. 11.29

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν P. 12.30

    θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.23

    οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον N. 4.21

    πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14

    ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5

    οὐ ψεῦδις ὁ μάρτυς ἔργμασιν ἐπιστατεῖ N. 7.49

    οὐ τραχύς εἰμι N. 7.76

    οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45

    ἁνία τ

    ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ I. 1.15

    οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω I. 2.12

    οὐκ ἀγνῶτες I. 2.30

    ἄγει τ' ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς I. 7.22

    ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν I. 7.37

    ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον I. 8.70

    ο]ὐκ αἰσχρὸν πάθοις[ Πα. 13. b. 6. ]τον οὐ ῥητ[ὸ]ν[ Πα. 17. a. 4. ἐχθρὰν ἔριν οὐ παλίγγλωσσον, ἀλλὰ Παρθ. 2.. λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (οὐ add. Coraes: παῦρος pro πολλὸς coni. Schr.) fr. 168. 6. στρατὸς οὐκ ἀέκ[ων (supp. Lobel) fr. 169. 52. οὐκ ἄναλκις, ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι ?fr. 342.
    4 c. subs.

    πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18

    θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ P. 4.287

    ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.
    5 c. adv.
    a

    ὄπιθεν οὐ πολλὸν O. 10.36

    οὐχ ὁμῶς I. 3.6

    b

    οὔ ποτε. ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27

    οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    c οὐκ ἔτι (cf. οὐκέτι)

    ἀρχοὶ δ' οὐκ ἔτ ἔσαν Ταλαοῦ παῖδες, βιασθέντες λύᾳ N. 9.14

    6 c. prep., in meiosis.

    οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ O. 8.45

    ἇς οὐκ ἄτερ P. 2.7

    οὐκ ἄτερ τέχνας P. 2.32

    οὐ κατ' αἶσανP. 4.107

    οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ P. 5.76

    οὐ Χαρίτων ἑκάς P. 8.21

    αἰσιᾶν οὐ κατ' ὀρνίχων ὁδόν N. 9.19

    οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν I. 5.20

    οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g.
    7 c. inf.

    χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88

    8
    a οὔπω, v. πω.
    b

    οὔτοι, οὔ τοι. οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι O. 9.12

    οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16

    οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀνδρῶν, οὐδ' ὁπόσαι δαπάναι ἐλπίδων ἔκνιξ ὄπινI. 5.58 οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a.
    c οὔ τις, (cf. οὔτις)

    πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31

    , cf. O. 12.7

    πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσσεται P. 5.54

    ἕτερον οὔ τινα οἶκον

    ἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων N. 6.25

    cf. τί δ' οὔ τις; P. 8.95
    d οὔ τί που. οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων, οὐδὲ μὰνP. 4.87
    9 frag. οὐκ ἂν παρ[ Θρ. 2. 3.

    Lexicon to Pindar > οὐ

См. также в других словарях:

  • φίλων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Φ. ο Αθηναίος. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα επί Τριάκοντα Τυράννων και πήγε στον Ωρωπό, απ’ όπου έκανε επιδρομές εναντίον της πόλης. Όταν γύρισε, κατόρθωσε να εκλεγεί βουλευτής. Εναντίον του στρέφεται ο 31ος… …   Dictionary of Greek

  • Ιακωβίνων, λέσχη των- — Η σημαντικότερη πολιτική ομάδα που συγκροτήθηκε κατά τη διάρκεια της Γαλλικής επανάστασης. Προερχόταν από την Εταιρεία των φίλων του συντάγματος, η οποία είχε δημιουργηθεί στις Βερσαλίες από τη Βρετανική λέσχη (club Breton), και περιλάμβανε στους …   Dictionary of Greek

  • συνεδρία — η, ΝΑ, και συνέδρα Α [σύνεδρος] συνέδριο, συνεδρίαση, σύσκεψη αρχ. 1. συντροφιά, παρέα φίλων («ἡ μετὰ τῶν φίλων συνεδρεία», Πολ.) 2. το να κατέχει κανείς το αξίωμα τού συνέδρου 3. (για πτηνά) συναγελασμός 4. (ειδικά) η συνεδρίαση τής Ρωμαϊκής… …   Dictionary of Greek

  • συνεκπέμπω — Α [ἐκπέμπω] 1. απομακρύνω, διώχνω συγχρόνως («τοὺς ἀχρείους συνεκπέμψαι εἰς Πελλήνην», Ξεν.) 2. βοηθώ κάποιον να δραπετεύσει («συνεκπεμφθεὶς ὑπ αὐτῆς ἀπέδρα μετὰ τῶν φίλων καὶ διέφυγε πρὸς Μάριον», Πλούτ.) 3. (σχετικά με πράγματα) εκβάλλω,… …   Dictionary of Greek

  • Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • διονύσιος — I Ονομασία ενός μήνα σε πολλές αρχαίες ελληνικές πόλεις. Στη Λοκρίδα αντιστοιχούσε προς τον αττικό Ποσειδεώνα (Δεκέμβριο) και στην Αιτωλία προς τον Μουνυχιώνα (Απρίλιο). II Όνομα τυράννων των Συρακουσών. 1. Δ. Α’ ο πρεσβύτερος (432 – 367 π.Χ.).… …   Dictionary of Greek

  • Ροζέττη — Γράφεται και Ρωζέττη. (Στα αραβικά Ρασίντ). Λέγεται και Ραχήτι (ov). Αιγυπτιακή πόλη χτισμένη στα παράλια της Μεσογείου, στην αριστερή όχθη του πιο δυτικού στομίου του Νείλου. Το 1799 ανακαλύφθηκε εκεί η περίφημη Στήλη της Ρ. Στην εκστρατεία του… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»